Διαιρεμένες είναι οι κοινωνίες που επιτρέπουν τους διχασμούς. Η Ιστορία μας βρίθει από τέτοιες στιγμές, ακόμη και στις περιπτώσεις που ο κίνδυνος του αφανισμού όφειλε να μας ενώσει. Τα τελευταία χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κατά τη διάρκεια της Εθνικής Παλιγγενεσίας, ο Μέγας Διχασμός κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συνέχεια μέσα στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Ο Εμφύλιος μέσα στην Κατοχή που συνεχίστηκε και κατά την Απελευθέρωση, όταν ο υπόλοιπος ελεύθερος κόσμος χτιζόταν πάλι από την αρχή κ.ά. Διαιρεμένοι και τώρα, σε μια χρονική καμπή που η ανθρωπότητα προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τον Μαύρο Κύκνο που ακούει στο COVID-19. Ενας τόπος που παράγει μεγαλύτερη οχλοβοή από αυτή που επιτρέπει στο χαμόγελο του παιδιού να αντηχήσει ξάστερο και στοχασμοί που χάνονται ανάμεσα στους ψιθύρους των σεναρίων συνωμοσίας και στις οιμωγές των κατ’ επάγγελμα καταστροφολόγων.
Διαιρεμένες είναι οι κοινωνίες που φλερτάρουν με τον λαϊκισμό. Είτε γιατί δεν υπάρχει πια η αντοχή στο να πείσεις κάποιον περί της δύναμης του ορθολογισμού είτε γιατί κάποιοι χτίζουν λαμπρές καριέρες πάνω στην εσχατολογία του «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση». Πεπεισμένοι πολλοί, οπλισμένοι με το ανίκητο του φανατισμού, επιχειρηματολογούν με τις ώρες παντού κατά των εμβολίων εναντίον της πανδημίας. Πόσο βολικά πάντα είναι μέσα στο γνώριμα μίζερο περιβάλλον του πλατωνικού σπηλαίου. Εκεί ο ορθολογισμός της επιστήμης καταρρέει εμπρός στο ορμέμφυτο της ενστικτώδους βούλησης. Διαιρεμένοι λοιπόν απέναντι στην ανάγκη να εμβολιαστούμε όλοι ώστε να βρει ο φοβερός αυτός ιός το τείχος της ιατρικής επιστήμης απέναντί του, αλλά και στην ανάγκη να ζήσουμε ξανά ως όντα πολιτικά, σύμφωνα με την αριστοτέλεια ρήση, κοινωνικοποιούμενοι μέσα στις δομές της πολιτείας.
Θα έπρεπε να είμαστε διαιρεμένοι; Ασφαλώς και όχι! Αλλά απέναντι στο τις πταίει η απάντηση έρχεται αβίαστα. Αυτοί που επενδύουν ως νέοι Ιακωβίνοι σε ένα νέο σχίσμα στον πυρήνα της ελληνικής κοινωνίας. Αυτοί που ελπίζουν, άδικα, ως νέοι σοφιστές ότι με τις λεκτικές τους ακροβασίες, προϊόντα νωθρής ανάγνωσης και λογοκλοπής, θα τιθασεύσουν τη μάζα ώστε αυτή να μη τους καταπιεί την ώρα της κατάρρευσης. Αυτοί που επενδύουν πολιτικά σε νέες ήττες για να αναδειχθεί η δήθεν αναγκαιότητά τους, όπως αυτή προβάλλει μόνο σε καιρούς λειψούς και σε τόπους αποστεωμένους από ιδέες και ανθρώπους.
Δεν διαιρούμαστε γιατί η πολιτεία ζητεί με περισσή ευγένεια από όλους μας να γίνουμε αρωγοί του δημόσιου καλού, αναδεικνύοντας την αρχή της ατομικής ευθύνης ως σταθερή βάση έναρξης κάθε διαλόγου. Διαιρούμαστε γιατί το αριστοτελικό μέσο δεν ήταν ποτέ δημοφιλές στη γη που αποθέωσε την αριστοφανική υπερβολή και μεταμόρφωσε το χυδαίο, το αστήρικτο και το υπερβολικό σε πίστη, ταυτότητα και λάβαρο. Διαιρούμαστε γιατί το επιχείρημα θέλει χώρο και χρόνο να αναπτυχθεί, ενώ η άναρθρη κραυγή όχι.
Αν όμως, έστω για μια στιγμή, αναλογιστούμε ότι ενωμένοι θα μπορέσουμε να το ξεπεράσουμε κι αυτό. Οτι η πλειοψηφία των ειδικών επιστημόνων μάς καλεί να εμβολιαστούμε γιατί γνωρίζει τα βήματα για να πάρουμε τη ζωή μας ξανά στα χέρια μας. Αν καταλάβουμε ότι ο τόπος αυτός δεν άνθισε ποτέ στην ερημιά του διχασμού, αλλά μόνο με «χορούς κυκλωτικούς» που υποβάλλουν το είναι μας σε μια υπερβατική πορεία με το βλέμμα στραμμένο μόνο εμπρός. Αν ξεγελάσουμε το σκοτάδι εντός μας. Αν ξαφνιάσουμε ακόμη και τους εις βάρος μας οιωνούς. Τότε έχουμε μια κάποια ελπίδα. Μικραίνουμε όταν διαιρούμαστε, γιγαντώνουμε όταν συντασσόμαστε σε έναν κοινό σκοπό, που τη φορά αυτή είναι η προστασία της ίδιας μας της ζωής.
Διαιρεμένες είναι οι κοινωνίες που έχουν την πολυτέλεια του χρόνου και της ύλης. Εμείς, στον βράχο αυτόν που μας έταξε η τύχη και μας ενέπνευσε η μοίρα, τέτοια πολυτέλεια δεν την είχαμε ποτέ. Μόνο να κάνουμε τον βράχο αυτό να ανθίσει, για τα παιδιά μας. Μόνο αυτό μας πρέπει. Αλλά γι’ αυτό θα πρέπει να είμαστε όρθιοι και ενωμένοι.
*Ο κ. Σπύρος Ν. Λίτσας είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.