Οι λάτρεις του καφέ, οι οποίοι αναζητούν σε μικρά καφεκοπτεία διάφορες δυσεύρετες ποικιλίες του, γνωρίζουν ότι οι γεύσεις του καφέ είναι τόσο πολλές όσες και τα γούστα! Η καλλιέργεια όμως των ειδών τα οποία παράγουν τους κόκκους του καφέ απειλείται ολοένα και περισσότερο από την κλιματική αλλαγή, αφού η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας δοκιμάζει τις αντοχές των καφεόδεντρων τόσο στις υψηλές θερμοκρασίες όσο και στις ασθένειες. Διεθνής σύμπραξη επιστημόνων από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και τη Σιέρα Λεόνε στη Δυτική Αφρική ανακάλυψαν ότι το σπάνιο είδος Coffea stenophylla μπορεί να καλλιεργηθεί σε υψηλότερες θερμοκρασίες, μια ιδιότητα η οποία, σε συνδυασμό με την εξαιρετική γεύση του καφέ τον οποίο παράγει, δίνει ένα χαρακτηριστικό πλεονέκτημα σε σχέση με τα είδη που κυριαρχούν στο εμπόριο. H ανακάλυψη αυτή, οι λεπτομέρειες της οποίας δημοσιεύθηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Nature Plants», ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά τη διεθνή αγορά του καφέ. Ας δούμε όμως με περισσότερες λεπτομέρειες με ποιον τρόπο οι ερευνητές ανέσυραν εκ νέου στην επιφάνεια το ξεχασμένο είδος καφέ.

Οι ποικιλίες του καφέ

Μέχρι σήμερα οι επιστήμονες έχουν καταγράψει 124 διαφορετικά είδη φυτών από τα οποία παράγονται οι κόκκοι του καφέ. Από όλα αυτά τα είδη, μόνο δύο κυριαρχούν στην αγορά: το είδος Coffea arabica, από το οποίο παράγεται η ποικιλία του καφέ Arabica, και το είδος Coffea canephora, από το οποίο παράγεται η ποικιλία Robusta. Τα δύο αυτά είδη καλύπτουν το 99% της παγκόσμιας παραγωγής του καφέ, αφήνοντας ένα περιθώριο της τάξης του 1% σε άλλες ποικιλίες καφέ, οι οποίες καλλιεργούνται κυρίως λόγω της εξαιρετικής γεύσης τους. Οι λόγοι για τους οποίους κυριαρχούν δύο είδη στην αγορά είναι πολλοί: τα συγκεκριμένα φυτά είναι ανθεκτικά σε σχετικά υψηλές θερμοκρασίες, κι έτσι μπορεί να γίνει εκτεταμένη καλλιέργειά τους. Το άρωμά τους είναι καλό και κοινά αποδεκτό από την πλειονότητα των ανθρώπων οι οποίοι καταναλώνουν τον καφέ. Ιδιαίτερα για το είδος που δίνει τον καφέ Robusta, η καλλιέργεια είναι πολύ αποδοτική, είναι ένα φυτό ανθεκτικό σε ασθένειες και το κόστος καλλιέργειας είναι μικρό συγκριτικά με τις καλλιέργειες άλλων ειδών. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια οι παραγωγοί του καφέ έρχονται (και αυτοί) αντιμέτωποι με την κλιματική αλλαγή: τα φυτά αντεπεξέρχονται ολοένα και πιο δύσκολα στις υψηλές θερμοκρασίες, ενώ με την αύξηση της θερμοκρασίας οι καλλιέργειες είναι πιο ευάλωτες σε ασθένειες. Μερίδα επιστημόνων λοιπόν επιχειρεί να βρει τρόπους ώστε να προστατευθούν οι καλλιέργειες από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αλλά και να εντοπίσει ενδεχομένως καινούργια είδη τα οποία θα είναι πιο ανθεκτικά στις υψηλές θερμοκρασίες.

Παλιές καταγραφές

Μελετώντας βοτανολόγια, αρχεία βοτανικών κήπων και τη βιβλιογραφία σχετικά με τα είδη του καφέ, οι συγγραφείς της πρόσφατης δημοσίευσης διαπίστωσαν ότι ένα είδος το οποίο καλλιεργούνταν εκτεταμένα στη Δυτική Αφρική στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα λείπει πλήρως από τις σύγχρονες καλλιέργειες του καφέ. Το είδος αυτό έχει την ονομασία Coffea stenophylla και στη βιβλιογραφία υπάρχουν αναφορές για την εξαιρετική γεύση του. Πέραν αυτού, οι ερευνητές εντόπισαν αναφορές οι οποίες υποδείκνυαν ότι οι καλλιέργειες του είδους αυτού είχαν επιβιώσει στο παρελθόν έπειτα από περιόδους έντονης ξηρασίας. Η επιστημονική ομάδα διοργάνωσε λοιπόν μια εξόρμηση προς αναζήτηση του συγκεκριμένου φυτού, του οποίου τα ίχνη στη φύση είχαν εξαφανιστεί μετά το 1954. Για να προσδιορίσουν τη θέση όπου είχαν εντοπιστεί στο παρελθόν φυτά του είδους, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν καταγραφές για το συγκεκριμένο φυτό οι οποίες βρίσκονται στον Βασιλικό Βοτανικό Κήπο του Κιου στην Αγγλία. Αφού προσδιόρισαν τη θέση όπου είχε πραγματοποιηθεί η τελευταία καταγραφή, μετέβησαν στη Σιέρα Λεόνε, όπου με τη συμβολή ερευνητών της περιοχής αναζήτησαν δείγματα του φυτού. Επειτα από εκτεταμένη αναζήτηση εντόπισαν έναν ολόκληρο υγιή πληθυσμό φυτών του συγκεκριμένου είδους. Αργότερα, η ερευνητική ομάδα εξακρίβωσε ότι πληθυσμοί του φυτού εντοπίζονται επίσης στην Ακτή του Ελεφαντοστού και στη Γουινέα.

Από το πεδίο στο εργαστήριο

Αφού συνέλεξαν τα απαραίτητα δείγματα, οι επιστήμονες επέστρεψαν στα εργαστήριά τους ώστε να πραγματοποιήσουν αναλύσεις οι οποίες θα τους επέτρεπαν να προσδιορίσουν, με τη χρήση σύγχρονων τεχνικών, τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου είδους. Αρχικά αλληλούχισαν το γονιδίωμα του φυτού με σκοπό να εξακριβώσουν την ακριβή θέση του συγκεκριμένου είδους στο φυλογενετικό δέντρο, δηλαδή να συγκρίνουν το γενετικό του υλικό με το γενετικό υλικό άλλων ειδών και ως εκ τούτου να προσδιορίσουν με ποια είδη φυτών συγγενεύει. Επειτα, αναλύοντας τις κλιματικές συνθήκες οι οποίες επικρατούν στις περιοχές όπου βρέθηκαν τα φυτά, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι αυτά μπορούν να αναπτυχθούν σε περιβάλλον όπου επικρατεί μέση θερμοκρασία 1,9 βαθμών Κελσίου υψηλότερη από τα μέρη όπου ευδοκιμεί το είδος του καφέ Robusta και 6,8 βαθμών Κελσίου υψηλότερη από τα μέρη όπου αναπτύσσονται τα φυτά του καφέ Arabica. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το εύρημα αυτό είναι πολύτιμο, καθώς το συγκεκριμένο είδος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε καλλιέργειες ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή. «Το Coffea stenophylla θα μπορούσε να συμβάλει ώστε η καλλιέργεια του καφέ να προσαρμοστεί στην κλιματική αλλαγή, αφού πρόκειται για ένα καλλιεργήσιμο είδος το οποίο μπορεί να αναπτυχθεί σε υψηλές θερμοκρασίες. Το συγκεκριμένο είδος θα μπορούσε να αντικαταστήσει είδη τα οποία έχουν μικρότερη εμπορική αξία, όπως το φυτό που παράγει τον καφέ Robusta» σημειώνει μιλώντας στο ΒΗΜΑ-Science ο πρώτος συγγραφέας της δημοσίευσης Ααρον Ντέιβις, συμπληρώνοντας ότι «το συγκεκριμένο είδος μπορεί ενδεχομένως να προσφέρει σοδειές ανθεκτικές στην ξηρασία αλλά και καφέ εξαιρετικής γεύσης». Οπως σημειώνει ο ερευνητής, θα πρέπει τώρα διερευνηθούν περαιτέρω οι αντοχές του φυτού σε υψηλές θερμοκρασίες, ενώ δεν παραλείπει να σημειώσει τη σημασία ανάληψης δράσεων για την προστασία του σπάνιου φυτού, αφού αυτό βρίσκεται στη λίστα με τα είδη υπό εξαφάνιση.

Η ιστορία του είδους

Το Coffea stenophylla περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1834 ως ενδημικό είδος της Σιέρα Λεόνε. Εκτοτε καλλιεργήθηκε στις πιο υγρές περιοχές της Δυτικής Αφρικής, ως τις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε και αντικαταστάθηκε από το νέο, για την εποχή εκείνη, είδος που δίνει τον καφέ Robusta. Ωστόσο πληθυσμοί του είδους συνέχισαν να υπάρχουν στα δάση της Σιέρα Λεόνε, της Γουινέας και της Ακτής Ελεφαντοστού. Οπως σημειώνει ο ερευνητής Ααρον Ντέιβις σε άρθρο του στην ιστοσελίδα The Conversation, το είδος απειλείται τα τελευταία χρόνια από την έντονη αποψίλωση των δασών. Ετσι, ήταν εξαιρετικά δύσκολο για τους ερευνητές να εντοπίσουν φυτά αυτού του είδους, κάτι που πέτυχαν το 2018 έπειτα από αναζήτηση χρόνων. Ωστόσο, μόλις το 2020 βρήκαν ένα φυτό με καρπούς, τους οποίους και πήραν για ανάλυση και γευσιγνωσία. Σύμφωνα με τον ερευνητή, η εξαιρετική γεύση του καφέ του συγκεκριμένου είδους φυτού είχε ήδη επισημανθεί από βοτανολόγους του 19ου αιώνα.

Γεύση ισάξια του Arabica

Για να αξιολογήσουν τη γεύση του καφέ που παράγεται από το είδος Coffea stenophylla, οι ερευνητές κάλεσαν κορυφαίους γευσιγνώστες του καφέ. Αυτοί βαθμολόγησαν τη γεύση με βάση ένα διεθνώς αναγνωρισμένο πρωτόκολλο, αναδεικνύοντάς την ως ισάξια με αυτήν του καφέ Arabica.