Σε ποιο στάδιο εξέλιξης βρίσκεται ο τομέας της Ερευνας και Ανάπτυξης («R&D», Research & Development) στην Ελλάδα και ποια εμπόδια συναντά η διασύνδεσή του με την οικονομική δραστηριότητα;

Ποιες προοπτικές υπάρχουν και ποιες προωθητικές κινήσεις πρέπει να γίνουν; Η εικόνα δεν είναι όσο απογοητευτική θα ανέμενε κανείς, ωστόσο οι αναξιοποίητες δυνατότητες είναι πολλές και τα βήματα που μπορούν να γίνουν, επίσης.

Παθογένειες

Μία νέα έρευνα της διαΝΕΟσις, η οποία παρουσιάζεται κατ’ αποκλειστικότητα από «Το Βήμα της Κυριακής», καταδεικνύει αφενός ότι τα τελευταία χρόνια έχει συντελεστεί πρόοδος, αφετέρου όμως και ότι εγγενείς παθογένειες της ελληνικής εκπαίδευσης και οικονομίας θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με ταχείς ρυθμούς. Η ομάδα ερευνητών, υπό τον συντονισμό του καθηγητή του ΕΜΠ Γιάννη Καλόγηρου, ετοίμασε τη μελέτη για την Ερευνα και την Καινοτομία στη χώρα μας, με τίτλο «Η Ελλάδα που Μαθαίνει, Ερευνά, Καινοτομεί και Επιχειρεί». Σε αυτήν αναλύονται τα σημερινά δεδομένα, οι αλλαγές που συντελέστηκαν την τελευταία πενταετία, ενώ καταγράφονται και μια σειρά συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής για όσα απομένουν να γίνουν.

Τρεις πυλώνες

Στην περίπτωση της Ελλάδας, το σύστημα καινοτομίας περιλαμβάνει κατά βάση τρεις πυλώνες: τις επιχειρήσεις (μεγάλες, ώριμες μικρομεσαίες, καινοτόμα start-ups), το εκπαιδευτικό σύστημα (ερευνητικοί φορείς, πανεπιστήμια, φορείς κατάρτισης) και το πολιτικό-διοικητικό σύστημα (κυβέρνηση, κρατικοί φορείς).

Παρά την όποια πρόοδο των τελευταίων ετών, αυτό το σύστημα στη χώρα μας δεν λειτουργεί ικανοποιητικά. Ενδεικτικά προβλήματα είναι:

– Η ελλιπής και ασθενής σύνδεση των πανεπιστημίων με τη βιομηχανία και ευρύτερα την οικονομία.
– Η ασθενής συμπλήρωση του συστήματος χρηματοδότησης με τη συγκρότηση εξειδικευμένων μόνιμων θεσμών εκγύμνασης και υποστήριξης ανθρωπίνων δικτύων και γραφείων αξιοποίησης της έρευνας και μεταφοράς τεχνολογίας σε κάθε πανεπιστημιακό ίδρυμα, για την προετοιμασία των φοιτητών, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της μετατροπής ερευνητικών αποτελεσμάτων και τεχνικών ιδεών σε προϊόντα και παραγωγικές δραστηριότητες.
– Ενα τρίτο κενό εντοπίζεται στην πρακτική επίλυση του προβλήματος της προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας, σε συνδυασμό και με την ενθάρρυνση της ανάπτυξης ανοιχτών τεχνολογιών και ανοιχτής καινοτομίας.
– Το δύσκολο πρόβλημα είναι η διαμόρφωση κλίματος δημιουργικότητας και ανοιχτών οριζόντων στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, ώστε να παρέχεται βοήθεια στους νέους φοιτητές, προκειμένου να εντάξουν στην επαγγελματική τους προοπτική τη συμμετοχή στην ανάληψη επιχειρηματικής δράσης.

Λεφτά υπάρχουν

Οπως πάντως διαπιστώνεται στην έρευνα, στο ελληνικό σύστημα καινοτομίας δεν είναι όλα ζοφερά και δυσκίνητα. Καθοριστικής σημασίας παράμετρος είναι ότι στη σημερινή συγκυρία, λεφτά υπάρχουν. Τα διαθέσιμα εργαλεία για την αύξηση των δαπανών σε R&D σε μια χώρα είναι:

1 Η άμεση χρηματοδότηση ερευνητικών έργων από κρατικούς πόρους.

2 Τα κίνητρα για επιχειρήσεις, ώστε εκείνες να επενδύσουν σε R&D. Στην Ελλάδα σήμερα καταβάλλονται προσπάθειες και προς τις δύο κατευθύνσεις και το 2019 το κράτος δαπάνησε σχεδόν 1 δισ. ευρώ για δράσεις έρευνας και καινοτομίας.

Σημαντικό στοιχείο είναι την ίδια στιγμή ότι τα τελευταία 36 χρόνια η χώρα μας βρίσκεται σταθερά στην πρώτη δεκάδα της ΕΕ ως προς τη συμμετοχή της σε τέτοια προγράμματα.

Το γεγονός ωστόσο ότι ελληνικοί ερευνητικοί οργανισμοί και τα πανεπιστήμια κερδίζουν τόσο πολλά τέτοια προγράμματα, δεν έχει να κάνει μόνο με την υψηλή ποιότητα των ερευνητικών τους προτάσεων, αλλά και με την έλλειψη εναλλακτικών επιλογών χρηματοδότησης.

Περισσότερο από το 10% των συνολικών δαπανών για R&D κάθε χρόνο στη χώρα μας προέρχεται από ευρωπαϊκά προγράμματα.

ΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΣ - ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ RICK NEASE - ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ - ΛΟΓΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ - ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ - ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ - ΒΑΡΟΜΕΤΡΟ

Οι δημόσιες δαπάνες

Αξιοσημείωτο εύρημα της μελέτης είναι ότι οι δημόσιες δαπάνες για R&D, διαχρονικά πολύ χαμηλές στη χώρα μας, πλέον πλησιάζουν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (0,68% του ΑΕΠ το 2019, έναντι 0,70% στην ΕΕ). Ταυτόχρονα, όμως, οι δαπάνες για R&D από τον ιδιωτικό τομέα είναι πολύ χαμηλές (0,59% του ΑΕΠ, έναντι 1,42% μέσου όρου στην ΕΕ). Οι συνολικές δαπάνες για R&D στην Ελλάδα το 2019 ήταν 2,34 δισ. ευρώ (1,27% του ΑΕΠ, έναντι 2,14% στην ΕΕ). Χώρες με παρόμοιο πληθυσμό όπως το Βέλγιο ή η Αυστρία δαπανούν πενταπλάσια ποσά (13,8 και 12,7 δισ., αντίστοιχα, για το 2019).

Η διασύνδεση της επιχειρηματικότητας με την ανώτατη εκπαίδευση συνιστά ένα προβληματικό πεδίο.

Σύμφωνα με την κατάταξη του Global Innovation Index, του δείκτη συνεργασίας ανάμεσα σε επιχειρήσεις και πανεπιστήμια, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 119η θέση ανάμεσα σε 131 χώρες. Στον ίδιο δείκτη, η χώρα μας βρίσκεται στην 118η θέση ως προς την ανάπτυξη συστάδων επιχειρήσεων.

Ασθενής διασύνδεση των επιχειρήσεων

Προβληματική είναι η διασύνδεση της Ερευνας και Ανάπτυξης με την οικονομία, η οποία σχετίζεται με τον τρόπο λειτουργίας των ελληνικών επιχειρήσεων. Οπως διαπιστώνεται, τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ιδρύονται περισσότερες εταιρείες από όσες κλείνουν. Μόνο το 2020 ιδρύθηκαν 23.109 περισσότερες από όσες έκλεισαν.

Ομως αυτή η νέα επιχειρηματικότητα είναι, όπως σημειώνουν οι ερευνητές, «σε μεγάλο βαθμό επιχειρηματικότητα ανάγκης και όχι ευκαιρίας». Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ένα μεγάλο μέρος των ελληνικών επιχειρήσεων εστιάζονται σε μη παραγωγικούς και εσωστρεφείς τομείς, όπως η εστίαση και το λιανεμπόριο. Εξάλλου, το 43% αυτών των νέων επιχειρήσεων που ιδρύθηκαν το 2020, ήταν ατομικές.

Στην έρευνα της διαΝΕΟσις περιγράφεται αναλυτικά ένα πλέγμα από διορθωτικές δράσεις και μεταρρυθμίσεις.

Ισχυρές δομές

Ως ενδεικτικό υπόδειγμα, αναφέρεται το γερμανικό ομοσπονδιακό κρατίδιο Βάδης-Βυρτεμβέργης. Εκεί λειτουργεί εδώ και πολλές δεκαετίες ένα οικοσύστημα, το οποίο περιλαμβάνει λίγες πολύ μεγάλες εταιρείες (Daimler, Porsche, Bosch) και πολλές μικρές και μικρομεσαίες, οι οποίες λειτουργούν ως προμηθευτές τους, προσφέροντας καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες. Το σύστημα καινοτομίας εκεί περιλαμβάνει ισχυρές δομές εκπαίδευσης και κατάρτισης, υποδομές διασύνδεσης των επιχειρήσεων και ένα καλά οργανωμένο εμπορικό επιμελητήριο, μεταξύ άλλων.

Πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να οδηγήσει το παραγωγικό της μοντέλο προς αυτή την κατεύθυνση;

Στο θέμα του R&D, προτείνεται η καθιέρωση ενός μόνιμου εθνικού προγράμματος έρευνας, με χρηματοδότηση συμπληρωματική των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και στρατηγική στόχευση. Απαραίτητη, δε, κρίνεται η σταδιακή, σταθερή αύξηση της χρηματοδότησης πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων.

Ανάγκη ανανέωσης

Διαπιστώνεται επίσης η ανάγκη ενίσχυσης/ανανέωσης του ερευνητικού δυναμικού των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων και για περισσότερη ευελιξία για το ερευνητικό προσωπικό τους, ώστε να μπορούν να συνεργαστούν με τον ιδιωτικό τομέα. Κίνητρα όπως ο συνυπολογισμός της ερευνητικής συνεργασίας με εταιρείες και η κατοχύρωση και αξιοποίηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η δημιουργία spin-offs στην αξιολόγηση της εξέλιξης των μελών ΔΕΠ και άρση του επαγγελματικού ασυμβιβάστου, θεωρούνται μέτρα απαραίτητα.
Προτείνονται επίσης αλλαγές στη λειτουργία των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Ερευνας (ΕΛΚΕ) των πανεπιστημίων με απλοποιημένες διαδικασίες για τη διευκόλυνση της χρηματοδότησης ερευνητικών προσπαθειών, αλλά και η ριζική αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε όλες τις βαθμίδες, με στόχο τη συνεργασία με επιχειρήσεις και βιομηχανία.

Καλές πρακτικές

Κάποιες ήδη υπάρχουσες καλές πρακτικές, οι οποίες θα έπρεπε να διευρυνθούν, περιλαμβάνουν:

– Τη δημιουργία πλατφορμών τεχνολογίας για τη σύνδεση ερευνητικών κέντρων, πανεπιστημίων και επιχειρήσεων (μια παρόμοια είναι η ευρωπαϊκή τεχνολογική πλατφόρμα «Food for Life», στην οποία συμμετέχουν και ελληνικοί φορείς του κλάδου των τροφίμων).
– Περισσότερες θερμοκοιτίδες επιχειρήσεων στα πανεπιστήμια, όπως η Μονάδα Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας στο ΕΜΠ, η θερμοκοιτίδα ΕΠΙ.νοώ στο ΕΠΙΣΕΥ/ΕΜΠ ή η Μονάδα ACEin στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
– Περισσότερα και καλύτερα οργανωμένα Τεχνολογικά Πάρκα, όπως το ΤΕΠΑ «Λεύκιππος» (του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»), και άλλα αντίστοιχα στο Λαύριο, στην Πάτρα, στην Κρήτη, στη Θεσσαλία και αλλού.
– Προγράμματα βιομηχανικών διδακτορικών όπως το πρόγραμμα του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» σε συνεργασία με το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και το UPatras IQ του Πανεπιστημίου Πατρών.