Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν ξεκάθαρη προεκλογικά. Θα έκανε τα πάντα για να προσελκύσει επενδύσεις. Γνώριζε ότι μόνο με φρέσκο χρήμα που θα εισέρρεε στη χώρα μας θα μπορούσαν να ανοίξουν δουλειές, να υποχωρήσει η ανεργία, να ενισχυθεί το ΑΕΠ και να μειωθούν οι φόροι. Αλλωστε, είχε μπροστά της «εύκολες» ιδιωτικοποιήσεις όπως το «Ελευθέριος Βενιζέλος» που με τις επιδόσεις του έσπαγε ταμεία, τη ΔΕΠΑ Εμπορίας και τη ΔΕΠΑ Υποδομών με τα σταθερά της έσοδα, τα ΕΛΠΕ που είχαν γίνει σημείο αναφοράς του κλάδου στη ΝΑ Ευρώπη κ.ά.

Η πανδημία όμως επέφερε ανατροπή σχεδίων για τους εν δυνάμει επενδυτές και όλα έδειχναν πως στο κομμάτι των άμεσων ξένων επενδύσεων η κυβέρνηση για όσο διάστημα διαρκούσε η κρίση θα σήκωνε λευκή πετσέτα.

Κάτι τέτοιο δεν έγινε. Μάλιστα τα αρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης ασχολήθηκαν με περίπλοκες περιπτώσεις κρατικών και μη φορέων που στο παρελθόν είχαν βρει τοίχο στην προσπάθεια εξεύρεσης στρατηγικών επενδυτών.

Τα Ναυπηγεία Ελευσίνας εξυγιαίνονται και διεκδικούν νέες παραγγελίες με τα κεφάλαια της αμερικανικής αναπτυξιακής τράπεζας DFC. Για τα ξεχασμένα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά ξεκίνησε ο διαγωνισμός πώλησης και υπάρχουν ενδιαφερόμενοι. Την ΕΛΒΟ που επί έξι χρόνια ήταν σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης βρέθηκαν Ισραηλινοί να την αγοράσουν.

Ακόμη και την ταλαιπωρημένη ΛΑΡΚΟ μετά την απόφαση της διαιτησίας το ΤΑΙΠΕΔ ετοιμάζεται να τη θέσει σε διαγωνιστική διαδικασία πώλησης.

Παράλληλα, η ΔΕΗ «αναστήθηκε» και η Δυτική Μακεδονία στο πλαίσιο της απολιγνιτοποίησης ετοιμάζεται να υποδεχθεί επενδύσεις δισεκατομμυρίων. Επίσης, με τη μεγάλη επένδυση 1,1 δισ. της Mohegan για το καζίνο στο Ελληνικό και της Microsoft για κέντρο δεδομένων ύψους 400 εκατ. ευρώ καταγράφεται μια έντονη δραστηριοποίηση του αμερικανικού παράγοντα στη χώρα, ο οποίος κατά τη διάρκεια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης ήταν απών. «Θα επενδύσουμε στη ναυπήγηση πλοίων και στην ενέργεια» (δες λιμάνι Αλεξανδρούπολης και φυσικό αέριο) δήλωσε πρόσφατα ο πρόεδρος της κρατικής DFC. Ποιος μπορεί άλλωστε να υποτιμήσει την οικονομική διπλωματία και τα γεωπολιτικά συμφέροντα;