Κριτική αλλά και θετικά σχόλια συγκέντρωσε η ενδιάμεση έκθεση του «Σχεδίου Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία» της επιτροπής Πισσαρίδη. Θα προσθέσω στη συζήτηση ένα ακόμα στοιχείο που δεν φαίνεται να απασχόλησε ούτε τους υποστηρικτές ούτε τους πολέμιους της έκθεσης, την απουσία σημαντικών πτυχών της κοινωνικής πολιτικής της ΕΕ, που μάλιστα έφερε εμφατικά στο προσκήνιο η πρόσφατη υγειονομική κρίση. 5 + 1 είναι τα σημεία στα οποία η Εκθεση φαίνεται να έχει υποβαθμίσει το γεγονός ότι για την ΕΕ η ανάπτυξη δεν νοείται μόνον ως οικονομική μεγέθυνση, αλλά και ως κοινωνική συνοχή, και τα δύο αναπόσπαστα πλέον στοιχεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης:

Στο πρώτο κεφάλαιο τα «Κύρια χαρακτηριστικά και τάσεις της ελληνικής οικονομίας» και συγκεκριμένα στις «τάσεις στα βασικά οικονομικά μεγέθη», το «κοινωνικό κράτος» περιλαμβάνει βέβαια αναφορές στα μεγέθη της ανεργίας, στον κίνδυνο της φτώχειας, στην ιδιωτική δαπάνη για την υγεία και τις περιφερειακές ανισότητες. Ομως, θα έπρεπε να περιλαμβάνει «βασικά οικονομικά μεγέθη» και τις κοινωνικές δαπάνες για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, τις συντάξεις, τις κοινωνικές υποδομές και τις υπηρεσίες φροντίδας παιδιών, αναπήρων, ηλικιωμένων κ.λπ., δηλαδή το σύνολο των κοινωνικών δαπανών, όπως ορίζονται τόσο σε διεθνές επίπεδο (ΟΗΕ) όσο και σε ευρωπαϊκό (ΕΕ).

Στο δεύτερο κεφάλαιο, «Παγκόσμιες τάσεις και προκλήσεις», επισημαίνονται η κλιματική αλλαγή, η ψηφιακή τεχνολογία και το παγκόσμιο εμπόριο. Απουσιάζει όμως το φαινόμενο των μεγάλων μεταναστευτικών ρευμάτων των τελευταίων 5 χρόνων που αποτελεί παγκόσμια πρόκληση με αυτονόητες μεγάλες οικονομικές επιπτώσεις στην ΕΕ και φυσικά την Ελλάδα. Η απουσία αυτή αποδυναμώνει την ανάλυση στο κεφάλαιο αυτό «αποκλίνοντας» από την ευρωπαϊκή πολιτική.

Στο τρίτο κεφάλαιο, «Οραμα και στόχοι για την ελληνική ανάπτυξη», επισημαίνονται η πράσινη οικονομία και η έξυπνη οικονομία. Θα έπρεπε να είχε περιληφθεί και το τρίτο συστατικό της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής 2020 για την ανάπτυξη («smart, sustainable and inclusive growth»). Η Εκθεση φαίνεται να υποβαθμίζει την κοινωνική συνοχή ως πρωταρχικό στοιχείο της ζητούμενης ανάπτυξης. Η έλλειψη είναι κρίσιμη, ιδιαίτερα σήμερα που η πανδημία απειλεί την όποια κοινωνική συνοχή επιτεύχθηκε τα τελευταία 20 χρόνια.

Στο τέταρτο κεφάλαιο, «Αναπτυξιακά εμπόδια στην ελληνική οικονομία και επιταχυντές της Ανάπτυξης», επικεντρώνω σε δύο από τους 11 τομείς για τους οποίους «εντοπίσθηκαν αγκυλώσεις και προτάθηκαν πολιτικές»: την «εργασία» και την «υγεία». Στον τομέα της εργασίας εντοπίζεται το πρόβλημα της χαμηλής απασχόλησης των γυναικών. Σωστά στις σχετικές προτάσεις αναφέρεται η ανάπτυξη υποδομών για παιδιά της προσχολικής ηλικίας. Ομως απουσιάζουν οι υποδομές φροντίδας ηλικιωμένων και αναπήρων, για τις οποίες η ΕΕ έχει δαπανήσει διαχρονικά σημαντικούς πόρους του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου για να στηρίξει την απασχόληση των γυναικών. Ισως η Επιτροπή επηρεάστηκε από την άποψη ότι στο ελληνικό μοντέλο οικογένειας οι υποδομές αυτές δεν χρειάζονται γιατί τη φροντίδα την προσφέρουν οι γυναίκες χωρίς αμοιβή. Αν συμβαίνει αυτό, τότε η Εκθεση κινδυνεύει να κατηγορηθεί για διάκριση λόγω ηλικίας (ageism) και λόγω αναπηρίας!

Η πέμπτη «έλλειψη» εντοπίζεται στον τομέα της υγείας στον οποίο επισημαίνεται η ανάγκη εκσυγχρονισμού (ψηφιακό ιστορικό υγείας, έλεγχος φαρμακευτικών δαπανών κ.λπ.). Ομως, ο εκσυγχρονισμός προϋποθέτει την ικανοποιητική λειτουργία του τομέα. Η ανάγκη ανάπτυξης και εκπαίδευσης του προσωπικού του κλάδου του οποίου η σημασία αναδείχθηκε με την πανδημία δεν αναφέρεται ρητά. Φαίνεται ότι η υποστήριξη και η αναβάθμιση αυτών των θέσεων εργασίας δεν έχει απασχολήσει, εκτός από τη ρητορική, το σχέδιο ανάπτυξης της χώρας.

Το επιπρόσθετο σημείο που θα ήθελα να θίξω είναι η «απουσία» των γυναικών και της ισότητας των φύλων. Οι συγγραφείς της Εκθεσης είναι 4 διαπρεπείς άνδρες επιστήμονες και μόνον 2 γυναίκες επιστήμονες συμμετέχουν στη 12μελή συμβουλευτική ομάδα. Ως προς την πολιτική ισότητας, πράγματι γίνεται αναφορά στο δικαίωμα των πατέρων σε γονικές άδειες και στην αρχή της μη διάκρισης στη βάση του φύλου στην απασχόληση. Και τα δύο είναι κατοχυρωμένα από την κοινοτική και ελληνική νομοθεσία και οι προτάσεις θα έπρεπε να αφορούν κυρίως την εφαρμογή της νομοθεσίας. Δυστυχώς δεν προβλέπονται θετικά μέτρα υπέρ των γυναικών (συνταγματικά κατοχυρωμένα και στη Συνθήκη της ΕΕ και στο Ελληνικό Σύνταγμα), όπως η υποστήριξη κλάδων και θέσεων εργασίας που εργάζονται περισσότερες γυναίκες, ούτε, άλλωστε, κάποιου είδους αποτίμηση του αντίκτυπου στο φύλο των δημόσιων οικονομικών (gender budgeting). Και τα δύο αποτελούν βασικά εργαλεία άσκησης της ευρωπαϊκής πολιτικής για την ισότητα των φύλων.

Τα τρία τελευταία κεφάλαια (άξονες αναπτυξιακής πολιτικής, χρηματοδότηση και διακυβέρνηση) δεν έχουν συμπληρωθεί ακόμα. Ελπίζουμε ότι οι ευρωπαϊκές «ελλείψεις» που αναφέρονται εδώ να αρθούν κατά την εξειδίκευση σε συγκεκριμένους άξονες. Δηλαδή να υπάρξει πρόβλεψη για κάποιου είδους αιρεσιμότητα των προγραμμάτων, ως προς τις κοινωνικές επιπτώσεις (και της ισότητας των φύλων), όπως επίσης και θέσπιση κοινωνικής ρήτρας στα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Η κυρία Μαρία Στρατηγάκη είναι αν. καθηγήτρια Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γυναικών Πανεπιστημιακών.