Όλο και συχνότερα αναφερόμαστε σε ζητήματα αναπηρίας, από τις πολυεπίπεδες πολιτικές που απαιτούν συνέργειες δημοσίων φορέων, οργανισμών ιδιωτικού δικαίου έως τις απτές, καθημερινές πρακτικές που επηρεάζουν τη καθημερινότητα συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Τόσο από το εσωτερικό δίκαιο όσο και από το ευρωπαϊκό και διεθνές θεσμικό πλαίσιο, η προσπάθεια εστιάζεται στην άρση των εμποδίων και των φραγμών που πολιτεία και κοινωνία, δυστυχώς συχνά θέτουν. Η δικαιωματική προσέγγιση ερμηνείας και υποστήριξης κάθε διάστασης της ανθρώπινης υπόστασης, αποτελεί την πλέον σημαντική συνεισφορά του δικαϊκού μας συστήματος.

Το να προσπαθούμε με τους όρους των πολλών να ωραιοποιήσουμε καταστάσεις που βιώνουν οι λίγοι, οι «διαφορετικοί», δεν είναι παρά μια υπεκφυγή της κοινωνίας πρωτίστως αλλά και της πολιτείας από την πραγματικότητα. Συχνά και αποκλειστικά αναφερόμαστε στα «άτομα με αναπηρία», βάζοντας ταμπέλες που αυτομάτως οδηγούν σε διακρίσεις. Σε μία όμως συνεχώς μεταβαλλόμενη κοινωνική πραγματικότητα, οι λέξεις και τα νοήματά τους πρέπει να επαναπροσδιορίσουν στάσεις, συμπεριφορές αλλά και έννοιες που σχετίζονται με την αναπηρία και τα άτομα που προσδιορίζονται από αυτήν.

Αναπηρία εστί οι πολλαπλές διακρίσεις και ανισότητες που βιώνουν σε κάθε έκφανση της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και πολιτικής δραστηριότητας. Είναι, ακόμα περισσότερο, η ακραία περιθωριοποίηση των κοριτσιών και γυναικών με νοητική υστέρηση όπου συχνά γίνονται θύματα βίας και κακοποίησης. Είναι η μη διασφάλιση, επί της πράξης, του δικαιώματος στην εργασία με όρους ισότιμους, η ανυπαρξία υποστηρικτικών μηχανισμών ώστε τα παιδιά να εκφράζουν την άποψή τους και η καθυστερημένη εφαρμογή της σχολικής συμπερίληψης. Αναπηρία εστί η μειωμένη προσβασιμότητα στο αστικό περιβάλλον και σε υπηρεσίες, στη πληροφορία, σε κτίρια, δρόμους, μέσα μαζικής μεταφοράς και άλλες εσωτερικές και εξωτερικές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των σχολείων, νοσοκομείων αλλά και στον εργασιακό χώρο, ενισχύοντας έτσι την περιθωριοποίηση και την κοινωνική απόσταση. Είναι η θεσμική αναπαραγωγή πολιτικών και προγραμμάτων που κατηγοριοποιούν αν δεν θυματοποιούν τα άτομα που χρήζουν υποστήριξης.

Αναπηρία όμως εστί και η έλλειψη ενσυναίσθησης από το κοινωνικό σύνολο, η περιορισμένη ενημέρωση και ευαισθητοποίηση, το «λοξό κοίταγμα» και η έλλειψη σεβασμού, που αποτυπώνεται ακόμα και στα απλά, μικρά και καθημερινά. Εκεί, όπου δεν ευθύνεται το κράτος –που με ευκολία το χρησιμοποιούμε ως ελαφρυντικό- αλλά η δική μας, των μελών της κοινότητας, αναισθησία που εκδηλώνεται πολλάκις και με πλειάδα τρόπων.

Αναπηρία εστί η καθυστέρηση στο σχεδιασμό και στη θεσμική θωράκιση της δικαιοπρακτικής ικανότητας των ατόμων σε αναπηρία, μέσα από έναν μηχανισμό ενίσχυσης της υποστηριζόμενης λήψης αποφάσεων. Είναι ο περιορισμός έκφρασης της άποψής τους, της βούλησής τους που μεταφράζεται συνήθως σε χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Αναπηρία εστί η απουσία για τα άτομα με νοητική υστέρηση, πλαισίου να δημιουργούν οικογένεια με βάση τη δική τους βούληση καθώς και η υποκριτική στάση σε ότι αφορά την ερωτική, σεξουαλική και αναπαραγωγική τους ικανότητα. Πολιτεία και κοινωνία, απλά, πρέπει να ενδυναμώσουν θεσμικά αλλά και με τη καθημερινή πρακτική, τις θεμελιώδεις ελευθερίες, προαπαιτούμενο για την ανθρώπινη ποικιλομορφία.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, όπου θεσμοί και κοινωνία δημιουργούν φραγμούς και αναπαράγουν αρνητικά στερεότυπα, καλούνται άτομα με ευαλωτότητα να διαβιούν, να εκπαιδεύονται, να εργάζονται και να αναπτύσσονται ως ισότιμα μέλη. Η κοινωνική ένταξη, ζητούμενο πολιτικών και δράσεων, πραγματοποιείται όχι πάντα απρόσκοπτα, αφού το ίδιο το περιβάλλον είναι που δημιουργεί εμπόδια, ανισότητες και διακρίσεις.

Όλοι μας, στον τυπικό ή άτυπο λόγο, αναφερόμαστε συχνά με τον όρο «άτομα με αναπηρία» όπου ουσιαστικά η έννοια ως έχει, δημιουργεί μια κατηγοριοποίηση, κοινωνική αποξένωση και περιθωριοποίηση. Μια πραγματικότητα, όπου τυπικοί και άτυποι θεσμοί, κανονισμοί και κοινωνικές συμπεριφορές, δημιουργούν κοινωνικές κατασκευές και στη περίπτωσή μας, ένα «ανάπηρο περιβάλλον». Πλέον, δεν πρέπει να προσδιορίζεται το υποκείμενο με βάση κάποιο «αδύναμο» χαρακτηριστικό του αλλά λόγω της θεσμικής και κοινωνικής «ένδειας» που περιβάλλει το πλαίσιο που διαβιώνει, που υποστηρίζεται αλλά και που ελπίζει.
Ο όρος πλέον… «άτομα ΣΕ αναπηρία».

Ο κ. Δημήτριος Π. Νικόλσκυ είναι π.Πρόεδρος της Επιτροπής για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες του Συμβουλίου της Ευρώπης.