Το Ηνωμένο Βασίλειο, μετά από 47 χρόνια παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 4 χρόνια διαπραγματεύσεων μαζί της, αποχώρησε από την Ένωση.

Η αποχώρησή του ήταν ένα γεγονός ιστορικών διαστάσεων και αποδείχτηκε μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ΕΕ, που δοκίμασε για καιρό την ετοιμότητα, την αποτελεσματικότητα και την ευελιξία της.

Πολλώ δε μάλλον αφού το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι μια ακόμη χώρα της Ευρώπης. Είναι μια υπερδύναμη πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά. Αντιπροσωπεύει το 13% του ενωσιακού πληθυσμού και το 16% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, αποτελεί την παλαιότερη κοινοβουλευτική δημοκρατία, διατηρεί επαφές και παρουσία σε όλες τις ηπείρους, αποτελεί μία από τις ελάχιστες πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη, αμυντικό πυλώνα του ΝΑΤΟ και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Σε σχέση, μάλιστα, με άλλους εταίρους της, η Ελλάδα μοιάζει ακόμη πιο εκτεθειμένη στις συνέπειες ενός Brexit, δεδομένων των ισχυρότατων και πολυεπίπεδων δεσμών που διατηρούν. Με το Ηνωμένο Βασίλειο να αποτελεί τον 7ο εμπορικό πελάτη της χώρας μας και τον 11ο εμπορικό εταίρο μας στην ΕΕ, η επιδείνωση του ισοζυγίου φαίνεται σχεδόν βέβαιη.

Με τη διείσδυση των βρετανικών επενδύσεων να έχει εξαπλωθεί σε κάθε τομέα ελληνικού οικονομικού ενδιαφέροντος, από τις τηλεπικοινωνίες και την υγεία, μέχρι τα χρηματοοικονομικά και την πρωτογενή παραγωγή, η ανάπτυξη που ήλπιζε να πετύχει η Ελλάδα μετά από δέκα χρόνια βαθιάς οικονομικής κρίσης μοιάζει να συναντά εμπόδια, πριν καν ξεκινήσει. Παράλληλα, με περίπου 2,5 εκατομμύρια Βρετανούς να επιλέγουν παραδοσιακά τη χώρα μας για διακοπές, το τουριστικό προϊόν προφανώς θα δεχθεί ισχυρό πλήγμα, που ήδη προανήγγειλε η κατάρρευση της Thomas Cook πριν μερικούς μήνες.

Τελικά, με 110.000 Έλληνες να ζουν, να εργάζονται και να σπουδάζουν στη Μεγάλη Βρετανία,περιλαμβανομένων 10.000 φοιτητών και 20.000 διευθυντικών στελεχών εταιριών, η ίδια η σχέση των δύο χωρών είναι βέβαιο ότι θα αποκτήσει καινούρια μορφή.

Απέναντι σε αυτό το φάσμα κινδύνων, το Υπουργείο Εξωτερικών επέδειξε αξιοσημείωτη – και, ομολογουμένως, ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα- ετοιμότητα.

Αποτελώντας τον φορέα-ομπρέλα, είχε αναλάβει εδώ και καιρό να συντονίσει όλους τους συναρμόδιους φορείς της ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης σε επίπεδο τεχνικό, διοικητικό, επιχειρησιακό, οργανωτικό και νομοθετικό, ώστε ο κρατικός μηχανισμός να βρεθεί προετοιμασμένος, όταν και όπως ολοκληρωθεί η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου.

Μετά τις εκστρατείες ενημέρωσης των ελληνικών επιχειρήσεων και κοινωνικών εταίρων που υλοποίησε σε όλη την Ελλάδα, μετά την εκπόνηση του Εθνικού Επιχειρησιακού Σχεδίου 128 δράσεων, που προετοίμασε οριζόντια τον κρατικό μηχανισμό μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, ήδη στις αρχές του έτους, ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών Μ. Βαρβιτσιώτης έφερε προς ψήφιση τον (ήδη σε ισχύ σήμερα) ν. 4652/2020 με τίτλο «Ρυθμίσεις για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες διατάξεις».

Ήταν το πρώτο νομοσχέδιο που ήρθε σε ψηφοφορία με την καινούρια χρονιά και είχε ως στόχο να ρυθμίσειπρακτικά και ουσιαστικά ζητήματα της επόμενης μέρας. Ο νόμος αυτός, μεταξύ άλλων, φρόντισε για τη ρητή ικανοποίηση βασικών δικαιωμάτων, όπως η διαμονή των Βρετανών πολιτών, η κοινωνική ασφάλιση κα υγειονομική τους περίθαλψη, και διευθέτησε εγκαίρως θέματα του χρηματοπιστωτικού, μεταφορικού, ασφαλιστικού και τουριστικού τομέα,που δεν μπορούσαν να παραμείνουν «στον αέρα».

Με τον ίδιο νόμο, προβλέφθηκε επίσης ουσιαστική ενίσχυση στο ανθρώπινο δυναμικό της υποστελεχωμένης ΑΑΔΕ, που αναμένεται να επιβαρυνθεί σημαντικά μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Κι αυτό γιατί η μετάπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου σε καθεστώς τρίτης χώρας θα φέρει κατακόρυφη αύξηση των τελωνειακών ελέγχων και διατυπώσεων σε όλα τα εμπορεύματα και όλους τους επιβάτες που κατευθύνονται από και προς τη χώρα.

«Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μια εξέλιξη που εμείς θέλαμενα δούμε να γίνεται πραγματικότητα. Προβληματιζόμαστε για τους λόγους που η Ένωση δεν κατάφερε να κρατήσει στους κόλπους της το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά σεβόμαστε την απόφαση του. Προχωράμε, λοιπόν, μπροστά, ως Έλληνες και Ευρωπαίοι, εγκαινιάζοντας ένα νέο κεφάλαιο στις μεταξύ μας σχέσεις. Και είμαστε βέβαιοι ότι, με δουλειά, αμοιβαιότητα και συνεργατικό πνεύμα, θα οικοδομήσουμε μια εξίσου παραγωγική σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο την επαύριο του Brexit», δηλώνει στο ΒΗΜΑ ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για Ευρωπαϊκά Θέματα, που έχει χειριστεί το συγκεκριμένο ζήτημα όλους αυτούς τους μήνες.

Όσο, λοιπόν, το Ηνωμένο Βασίλειο προσπαθεί να πορευτεί με την καινούρια πραγματικότητα, η Ελλάδα μπορεί μόνο να προετοιμάζεται για το καλύτερο και να δημιουργεί ευκαιρίες. Κι αν το κάνει σωστά, μπορεί ο κ. Βαρβιτσιώτης να αποδειχθεί σωστός κι η χώρα μας να βγει κερδισμένη από αυτή τη διελκυστίνδα που κράτησε μήνες και ροκάνισε τις δυνάμεις όλων των παικτών.