Υπάρχουν όψεις και πρόσωπα της Δικαιοσύνης που αξιοποιούν τα ένδικα μέσα για να ασκούν μια πολιτική ευθυγραμμισμένη με την κυβέρνηση. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει και υποστηρίζεται έντονα από προσωπικότητες της αντιπολίτευσης με αφορμή τις κατ’ εξακολούθηση αναιρέσεις κατά αθωωτικών αποφάσεων για υποθέσεις που αφορούν τη διακυβέρνηση της χώρας τα προηγούμενα έτη και συνδέονται με πρόσωπα που αποτελούν κόκκινο πανί τόσο για τη λαϊκιστική Δεξιά όσο και για τη ριζοσπαστική Αριστερά.
Δικαιοσύνη και παρεμβάσεις
Παρά το γεγονός ότι η αρχή της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης όπως και το κύρος της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ξένης Δημητρίου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί σε μια ευρωπαϊκή χώρα όπου η ωριμότητα των θεσμών θεωρείται κατοχυρωμένη, εν τούτοις η κριτική για την ποιότητα και τα κίνητρα της απονομής δικαιοσύνης δεν μπορεί εξίσου να αποφευχθεί καθώς πολλοί θεωρούν ότι οι τελευταίες αναιρέσεις μοιάζουν να προκύπτουν από μια πολιτική τοποθέτηση απέναντι σε πρόσωπα και στο έργο τους και όχι από την ουσία των υπό διερεύνηση κατηγοριών.

Αλλωστε σε ανάλογη κριτική έχει εκτεθεί και ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δ. Παπαγγελόπουλος, ο οποίος έχει κατηγορηθεί από κύκλους της αντιπολίτευσης ότι συχνά υποκύπτει στον πειρασμό να προεξοφλεί δημοσίως την έκβαση ανοιχτών υποθέσεων.

Η υπόθεση Γεωργίου, του «προδότη» που υποτίθεται ότι μας πέταξε μέσα στoν λάκκο με τα φίδια του ΔΝΤ, μια δικαστική περιπέτεια που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια υπόθεση Ντρέιφους α λα ελληνικά, επέστρεψε στην επικαιρότητα μετά την καταδίκη του σε φυλάκιση δύο ετών με αναστολή. Η καταδίκη ακολούθησε μετά την αναίρεση της προηγούμενης αθωωτικής απόφασης του Συμβουλίου Εφετών, την οποία αποφάσισε η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου.

Ο κ. Γεωργίου ταλαιπωρείται από το 2011 από την ίδια δικαστική περιπέτεια που διαρκώς ανακυκλώνεται και η ουσία των κατηγοριών είναι ότι εφάρμοσε τις κοινοτικές οδηγίες για την καταγραφή των στατιστικών στοιχείων προκειμένου να φουσκώσει το έλλειμμα και να διασφαλίσει ότι το ΔΝΤ θα αποκτούσε τον «έλεγχο» της Ελλάδας (προσέξτε: κανείς δεν τον ψέγει ότι αυθαιρέτησε και δεν εφάρμοσε τις οδηγίες ή ότι τις εφάρμοσε λάθος αλλά ότι δεν έπρεπε να τις εφαρμόσει…).

Αρα, θα έπρεπε να αγνοήσει τους κανόνες και να ξεφουσκώσει το έλλειμμα αγνοώντας ότι οι διεθνείς θεσμοί που αποδέχθηκαν το ελληνικό αίτημα διάσωσης της χώρας από τη χρεοκοπία απαιτούσαν ειλικρίνεια και επιστημονικό ορθολογισμό στα στατιστικά στοιχεία. Κατά τους κατηγόρους του, ο κ. Γεωργίου φούσκωσε το έλλειμμα έτσι ώστε να εγκλωβιστεί η χώρα στο ΔΝΤ. Ομως ο κ. Γεωργίου ανέλαβε επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ τρεις μήνες μετά την προσφυγή στο ΔΝΤ, κατά συνέπεια δεν ήταν «εκεί» όταν αποφασιζόταν το μνημόνιο. Επιπλέον, ακόμα και αν οι κοινοτικές οδηγίες δεν ίσχυαν και το έλλειμμα δεν αυξανόταν ως ποσοστό του ΑΕΠ θα παρέμενε σταθερό ως καθαρό ποσό.
Δηλαδή, είτε το έλλειμμα το παρουσίαζε στατιστικά 13% είτε 53%, οι ανάγκες σε δανεισμό (σε δισεκατομμύρια ευρώ) για να καλυφθούν τα ελλείμματα (σε δισεκατομμύρια ευρώ) θα ήταν ο ίδιος.

Η αναθεώρηση των στοιχείων δεν «τρόμαξε» τις αγορές γιατί τα ελλείμματα (σε καθαρούς αριθμούς) ήταν γνωστά. Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα όταν ο στόχος είναι πολιτικός, όταν μια διακομματική ομάδα λαϊκιστών και υποκριτικά «πατριωτών», για να κουκουλώσει τα δικά της εγκληματικά λάθη αναζητεί εξιλαστήρια θύματα για να τα ρίξει στην αρένα της ογκώδους άγνοιας και να υποδαυλίσει ένα κλίμα κατά της Ευρώπης και κατά του εκσυγχρονισμού.

Κάφκα στην Αθήνα
Η κυβέρνηση προσφάτως νομοθέτησε ότι το κράτος αναλαμβάνει τα δικαστικά έξοδα κάθε επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, έπειτα από απαίτηση των Ευρωπαίων που θέλουν να απομακρύνουν από την Υπηρεσία τον φόβο πολιτικά κατευθυνόμενων διώξεων. Ωστόσο, η διάταξη προβλέπει ότι αυτό θα γίνεται μόνο αν τα στελέχη δικαιώνονται στο δικαστήριο. Για την υπόθεση Γεωργίου η κυβέρνηση επισήμως υιοθετεί ρόλο Ποντίου Πιλάτου καθώς ο υπουργός Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτος έχει ενημερώσει τους ομολόγους του ότι προφανώς η ελληνική Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη.

Σύμφωνα όμως με ασφαλείς πηγές, στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τού έχουν απαντήσει ευθέως ότι σύμφωνα με τις δικές τους πληροφορίες η ελληνική Δικαιοσύνη δεν είναι πάντοτε όσο ανεξάρτητη θα έπρεπε γιατί επηρεάζεται πολιτικά από «κέντρο» μέσα στο υπουργείο Δικαιοσύνης, ότι έχει πολιτικοποιήσει ένα θέμα που θα έπρεπε να ήταν αμιγώς επιστημονικό και ότι για αυτόν τον λόγο η Ελλάδα κινδυνεύει με επίσημες ευρωπαϊκές προειδοποιήσεις για την ποιότητα της απονομής δικαιοσύνης, αντίστοιχες με εκείνες που έχει εισπράξει η Πολωνία και η Ουγγαρία.

Δεν είναι τυχαία η πρόσφατη δήλωση του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις στους «Financial Times» ότι «αποδίδουμε μεγάλη σημασία στην ανεξαρτησία της ΕΛΣΤΑΤ (…) καθώς η αξιοπιστία των στατιστικών στοιχείων βρίσκεται στη βάση του κοινού νομίσματος και γι’ αυτό προστατεύεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία».

Η εικόνα της δίκης ήταν φυσικά αρκούντως σοσιαλιστική (κάποιοι μάλιστα άρχισαν ακόμα και τις παρομοιώσεις με τις «Δίκες της Μόσχας» με τις οποίες ο Στάλιν «καθάριζε» τους αντιφρονούντες) καθώς πάνω από 80 άτομα που την παρακολουθούσαν συγκροτούσαν ένα πολιτικά οργανωμένο πλήθος που φωνασκούσε κατά του κ. Γεωργίου (ο οποίος δεν ήταν παρών) με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν συνθήκες όχλου. Η δίκη χρειάστηκε να διακοπεί για 45 λεπτά.

«Μέσα στο πανδαιμόνιο κανένας δεν άκουγε αυτά που λέγαμε εμείς. Ηταν μια οργανωμένη φάρσα εκφοβισμού που δεν θα περίμενα να δω σε ευρωπαϊκή χώρα» έγραψε αναφερόμενος στη δίκη Γεωργίου σε e-mail προς στελέχη της Επιτροπής ένας ιταλός εμπειρογνώμονας της Eurostat που προσήλθε ως μάρτυρας υπεράσπισης. Το πλήθος δεν επέτρεψε να ακουστεί η κατάθεσή του για τη συγκάλυψη του ελλείμματος του 2009. Στο τέλος χρειάστηκε να φυγαδευτεί από την Αστυνομία, τόσο αυτός όσο και άλλοι δύο ευρωπαίοι επικεφαλής εθνικών στατιστικών αρχών.

Τμήμα του e-mail αυτού δημοσιεύτηκε στους «Financial Times». Θεωρείται βέβαιο ότι το θέμα θα συζητηθεί στο Eurogroup του Σεπτεμβρίου. Και το ερώτημα είναι: Πώς συγκεντρώθηκαν τόσοι αγανακτισμένοι πολίτες στο δικαστήριο;

Η ΝΔ πάντως δεν εξέδωσε ανακοίνωση σεβόμενη φυσικά την επιθυμία των νεοκαραμανλικών να διατηρούν ως εξιλαστήριο θύμα τον κ. Γεωργίου προκειμένου να διασώζουν την υπόληψη και τις καριέρες τους.

Διχασμός που σιγοβράζει
Η υπόθεση Γεωργίου ανασύρει ένα μεγαλύτερο ερώτημα: Βρίσκεται σε νέα έξαρση ο ακήρυχτος πόλεμος μεταξύ των εκσυγχρονιστών και των λαϊκιστών για το ποιος ευθύνεται για τη χρεοκοπία του 2009 και για τις πολιτικές που ακολούθησαν;

Πρόκειται για τη σύγχρονη, τη σημερινή θεμελιακή σύγκρουση στην Ελλάδα, μια σύγκρουση διαρκής, έντονη και διχαστική που σιγοβράζει στην καρδιά της πολιτικής αντιπαράθεσης και όπως φαίνεται απασχολεί το σύνολο των πολιτών επηρεάζοντας όχι μόνο τα κόμματα και τους πολιτικούς αλλά ακόμα και τους ανεξάρτητους θεσμούς και τους εκφραστές τους.

Δεσπόζουσα φυσιογνωμία της μιας πλευράς είναι φυσικά ο Κ. Καραμανλής, πρωθυπουργός της κρίσιμης πενταετίας 2004-2009, ενώ από την άλλη πλευρά βρίσκεται ο Κ. Σημίτης που «κατηγορείται» επειδή οδήγησε τη χώρα στο ευρώ το 2001 –έστω κι αν η ένταξη ήταν μια διακομματική εθνική επιλογή.

Σύμφωνα με το «ψεκασμένο» σκεπτικό που κυριαρχεί σε σημαντική μερίδα πολιτών τα τελευταία χρόνια, με την ένταξη στο ευρώ ο κ. Σημίτης «έδεσε τα χέρια» του κ. Καραμανλή.

Τον ανάγκασε να δανείζεται δισεκατομμύρια ευρώ με χαμηλό επιτόκιο για να εξασφαλίζει νέες προσλήψεις «δικών μας παιδιών» και γενναίες αυξήσεις για όλους στον δημόσιο τομέα ενώ αν παρέμενε η δραχμή τότε η λιτότητα θα ήταν «αυτόματος πιλότος», η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να δανειστεί παρά ελάχιστα από τις αγορές, ο Πρ. Παυλόπουλος ως υπουργός Εσωτερικών δεν θα μπορούσε να διπλασιάσει τις δαπάνες για μισθούς και συντάξεις του Δημοσίου μέσα σε μόνο πέντε χρόνια και άρα η χώρα δεν θα είχε χρεοκοπήσει.

Με άλλα λόγια, ο κ. Σημίτης κατηγορείται γιατί θα έπρεπε να γνωρίζει ότι το ευρώ ήταν ένα νόμισμα εντελώς ακατάλληλο για τη χώρα αυτή και τους πολιτικούς της αφού θα τους προσέφερε πρόσβαση σε φθηνό και άφθονο χρήμα.

Οπως είναι γνωστό, οι λαϊκιστές πολιτικοί, ως πονόψυχοι, ευαίσθητοι και εξωστρεφείς που είναι δεν έχουν την «καρδιά» να αρνηθούν δοσίματα και προσφορές στην άμοιρο λαό, για αυτό την ευθύνη για το χάος που επακολούθησε μετά το πάρτι της συμφοράς την έχουν αποκλειστικά και μόνο οι σοβαροί, εκείνοι που τους έδωσαν τη δυνατότητα να βρουν ένα γεμάτο δημόσιο ταμείο και να το τινάξουν στον αέρα.

Δικαστική τρομοκρατία
Δεν αποτελεί έκπληξη η διαστρέβλωση των γεγονότων που παρατηρούμε, η οποία αγγίζει τα όρια μιας γενικευμένης παραφροσύνης. Οι λαϊκιστές αρχιτέκτονες της χρεοκοπίας απολαμβάνουν τιμές και αξιώματα ενώ σε μισητές φιγούρες που αντιμετωπίζουν διαρκείς οχλήσεις από τη Δικαιοσύνη, από μέσα ενημέρωσης και από κόμματα για τις ίδιες πάντα «αρχαίες» υποθέσεις που δεν κλείνουν ποτέ παρά τα απαλλακτικά βουλεύματα και τις αθωώσεις, έχουν αναδειχθεί όχι μόνο οι πρωταγωνιστές της σημιτικής περιόδου αλλά και προσωπικότητες συνδεδεμένες με το ευρύτερο ρεύμα του εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας.
Μιλάμε για πρόσωπα μεγάλης επιστημονικής επάρκειας και διεθνούς κύρους που σχεδόν εθελοντικά ανέλαβαν να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά κατά τη διάρκεια του διαρκούς ναυαγίου των τελευταίων ετών, όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά Γκ. Χαρδούβελης, η πρώην επικεφαλής της Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων Κατερίνα Σαββαΐδου και φυσικά ο κ. Γεωργίου –ενώ μια αντίστοιχη επώδυνη δικαστική δοκιμασία έχει υποστεί και ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου.
Θυμίζουμε ότι την ημέρα της δίκης Γεωργίου την περασμένη Τρίτη ασκήθηκε αναίρεση κατά των απαλλαγών του κ. Χαρδούβελη (υπόθεση μη υποβολής «πόθεν έσχες» όταν ήταν σύμβουλος του κ. Παπαδήμου επί πρωθυπουργίας του) και της κυρίας Σαββαΐδου (για την υπόθεση της απόφασής της για πάγωμα προστίμου σε επιχείρηση). Για πολλούς, κατασκευάζεται μια τεχνητή «πινακοθήκη ενόχων» για να απορροφήσει τον θυμό για το μνημόνιο μακριά από τους πραγματικά υπευθύνους.
Οι αλήθειες του κ. Γιούνκερ και οι ξαναζεσταμένες «αποκαλύψεις»

Είναι κοινό μυστικό ότι ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έχει εκφράσει πολλές φορές σε ιδιωτικές συζητήσεις του στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες ότι ο ίδιος θεωρεί ότι η κυβέρνηση Καραμανλή διατηρεί τη μέγιστη ευθύνη για τη χρεοκοπία της χώρας. «Τι θα κάνουμε όταν χρεοκοπήσετε;» είχε ρωτήσει απροειδοποίητα ως επικεφαλής, τότε, του Eurogroup τον υπουργό Οικονομικών Ι. Παπαθανασίου στις αρχές του 2009 και ο κ. Παπαθανασίου είχε κόψει αμέσως κάθε συζήτηση, ως όφειλε.

Ο κ. Γιούνκερ όμως φέρεται να έχει εξηγήσει πολλές φορές από τότε ότι η κυβέρνηση Καραμανλή είχε διαμορφώσει όλες τις συνθήκες για τον αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές για δύο λόγους: Πρώτον, από το 2004 ως το 2009 διπλασιάστηκαν οι δαπάνες του Δημοσίου για μισθούς και συντάξεις συμβάλλοντας στη διόγκωση του ελλείμματος.

Δεύτερον και σημαντικότερο, ένα ατυχέστατο πρόγραμμα διαχείρισης δημοσίου χρέους που ανάγκασε τη χώρα να δανειστεί πάνω από 300 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2009 ως το 2013 (!) προκειμένου να καλύψει μόνο τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους (χωρίς να υπολογίζεται το ετήσιο έλλειμμα που πλέον κυμαινόταν ήδη από το 2009 σε ύψος πάνω από τα 30 δισ. ευρώ).

Μάλιστα οι κ.κ. Αντ. Σαμαράς, Ευ. Βενιζέλος και Δ. Αβραμόπουλος άκουσαν τον κ. Γιούνκερ να τους εξηγεί αυτήν ακριβώς την όψη της έκρηξης των αναγκών αναχρηματοδότησης του δημοσίου χρέους –που άρχισε να διαφαίνεται μέσα στο 2009 και τρόμαξε τους πάντες στην Ευρώπη –σε συνάντησή τους στην Αθήνα στο ξενοδοχείο «King George», ακριβώς πριν από τρία χρόνια, στις 4 Αυγούστου 2014.

Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και άλλα στελέχη της ΕΕ έχουν αποφύγει ως σήμερα να εκφράσουν αυτές τις θέσεις τους για το τι πραγματικά οδήγησε την Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού αλλά θεωρούν τη «δίκη Γεωργίου» τόσο κραυγαλέα, προκλητική και άδικη που δεν αποκλείεται να προχωρήσουν σε αποκαλύψεις πρακτικών και εκθέσεων της κρίσιμης περιόδου 2006-2009.

Στις Βρυξέλλες, τόσο ο κ. Γιούνκερ όσο και ο τότε επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Χοακίν Αλμούνια ήξεραν πολύ καλά ότι ο επόμενος πρωθυπουργός μετά τον κ. Καραμανλή έπρεπε να μηδενίσει το έλλειμμα αμέσως (κάτι πρακτικά ανέφικτο…) και επιπλέον να μπορέσει να δανειστεί πάνω από 300 δισ. στα επόμενα τέσσερα χρόνια για να αναχρηματοδοτήσει ένα εκρηκτικά ανατροφοδοτούμενο χρέος. Προφανώς αυτό το ήξερε ο κ. Καραμανλής αλλά και ο Γ. Παπανδρέου, ο οποίος δεν αποκάλυψε το βάθος της αλήθειας για να αποφύγει έναν νέο εθνικό διχασμό και αντίθετα αναζήτησε (ματαίως) συναίνεση.

Υπάρχουν επιστήμονες και εμπειρογνώμονες που εκτιμούν ότι αν συγκροτηθεί μια σοβαρή Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής με αντικείμενο τον «Φάκελο του δημοσίου χρέους» και συγκεκριμένα τη διαμόρφωση του προφίλ του δημοσίου χρέους και τις διαδοχικές εκδόσεις ομολόγων την περίοδο 2006-2009 τότε θα παρουσιαστεί σε όλη της την έκταση η πορεία προς μια βέβαιη εθνική χρεοκοπία.


Επίθεση στον Κ. Σημίτη
Μέσα στο ευρύτερο κλίμα ενοχοποίησης των εκσυγχρονιστών έπεσε θύμα εσχάτως μέχρι και ο ίδιος ο Κ. Σημίτης. Ξαφνικά εμφανίστηκαν σε μέσα ενημέρωσης που διατηρούν καλές σχέσεις με την κυβέρνηση ρεπορτάζ για μια αναφορά του 2005 ενός προφυλακιστέου τότε (εξέτισε ποινή 8 μηνών) στελέχους της γαλλικής Thales, του Μισέλ Ζοσεράν, κατά του πρώην πρωθυπουργού και του πρώην υπουργού Οικονομικών Ι. Παπαντωνίου. Μια υπόθεση που είχε απασχολήσει τον ελληνικό Τύπο το 2005 εμφανίστηκε ξανά σαν «αποκάλυψη».
Το 2005, όταν η γαλλική δικαιοσύνη ερευνούσε τις δραστηριότητες της Thales σε όλον τον κόσμο, ο κ. Ζοσεράν κατέθεσε αναφερόμενος στην Ελλάδα ότι η Thales έχασε το συμβόλαιο για το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 από την αμερικανική SAIC «γιατί οι Αμερικανοί είχαν στοχεύσει στον πρωθυπουργό και στον υπουργό Οικονομικών». Οι ισχυρισμοί (που περιορίζονται σε αυτή και μόνο τη δήλωση) μεταδόθηκαν από τη γαλλική εφημερίδα «Liberation».
Ο κ. Παπαντωνίου προσέφυγε στη γαλλική δικαιοσύνη κατά της «Liberation» και του κ. Ζοσεράν και δικαιώθηκε (του επιδικάστηκε μάλιστα αποζημίωση 7.500 ευρώ με απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου 2006) γιατί ο Γάλλος, πρώην στέλεχος της Thales, δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του. Και μέχρι σήμερα κανένα νέο στοιχείο δεν έχει παρουσιαστεί.

Ωστόσο, θεωρείται σκόπιμο να ανασύρεται μια «παρόλα» του 2005 και να διακινείται εκ νέου ως δήθεν «φρέσκια αποκάλυψη» δημιουργώντας ένα κλίμα καχυποψίας. Και είναι πολύ χρήσιμο να υπάρχει αυτό το κλίμα κατά αντιπάλων γιατί, όπως λένε με νόημα στελέχη της αντιπολίτευσης, η κατάρρευση των τραπεζών του καλοκαιριού του 2015 αλλά και οι ομολογίες Βαρουφάκη (που επιβεβαιώνουν όλες τις αποκαλύψεις του «Βήματος» για τα σχέδια αποχώρησης από το ευρώ από το καλοκαίρι του 2015) ισοδυναμούν με σκάνδαλα τέτοιας εμβέλειας που κάθε κυβέρνηση θα έκανε τα πάντα για να μη συζητιούνται και να μη διερευνηθούν ποτέ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ