Σε ηλικία 91 ετών έφυγε από τη ζωή ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος, ένας από τους σημαντικότερους έλληνες κινηματογραφιστές.

Διανοητής, ασυμβίβαστος, με εικαστικό ταλέντο και γνώσεις, με έντονη και εκρηκτική προσωπικότητα, εγκαινίασε ένα καινούργιο στυλ ποιότητας και πλαστικότητας στον ελληνικό κινηματογράφο.

Οι ταινίες του βρίσκονται σήμερα σε κινηματογραφικά μουσεία και ταινιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής, ενώ ο ίδιος εκτιμήθηκε διεθνώς από ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών.

Γεννήθηκε το 1926 στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης, σε μεγαλοαστική οικογένεια, και σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Ελαβε μέρος στη Μάχη της Αθήνας, Δεκέμβρης 1944, με τον ΕΛΑΣ. Κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο, όντας ενεργό μέλος του ΕΑΜ από τα χρόνια της κατοχής, εξορίστηκε για 4 χρόνια στην Μακρόνησο.

Στην Μακρόνησο ο Κούνδουρος γνώρισε τον Θανάση Βέγγο, ο οποίος δεν σταμάτησε ποτέ να μνημονεύει πόσο ο πρώτος τον είχε βοηθήσει. «Αν δεν συναντιόμασταν με τον Νίκο Κούνδουρο, δεν θα υπήρχε στο πανί ούτε Θανάσης ούτε Βέγγος» είχε πει ο ηθοποιός. «Μια μέρα μου λέει: “Θανάση, όταν απολυθούμε από τον Στρατό, θα παίξεις σε μια ταινία που θα φτιάξω”.»

Αμέσως μετά την Μακρόνησο ο Κούνδουρος άρχισε να ασχολείται με τον κινηματογράφο υπογράφοντας την πρώτη ταινία του «Μαγική πόλη» το 1955. Ένα χρόνο αργότερα καθιερώθηκε με τον «Δράκο» μια ταινία σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλη και μουσική Μάνου Χατζιδάκι η οποία συγκαταλέγεται στις δέκα σημαντικότερες δημιουργίες του ελληνικού κινηματογράφου όλων των εποχών.

Σε μια υποδειγματική ερμηνεία και πλαισιωμένος από ένα υπέροχο καστ (Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Γιάννης Αργύρης, Θανάσης Βέγγος, Μαρίκα Λεκάκη, Ανέστης Βλάχος κ.α.), ο Ντίνος Ηλιόπουλος υποδύεται τον ανθρωπάκο που λόγω φυσιογνωμικής ομοιότητας παρεξηγείται ως «Δράκος», που είναι το παρατσούκλι του φόβητρου της περιοχής.

Δώδεκα ήταν συνολικά οι ταινίες που γύρισε για τον κινηματογράφο, αν και καμία δεν κατάφερε να ξεπεράσει την δύναμη και την φήμη του «Δράκου», που ωστόσο στην εποχή του υπήρξε εμπορική αποτυχία για να επανεκτιμηθεί αργότερα.

Άλλες του ταινίες οι «Μικρές Αφροδίτες» (1963), «Vortex ή Το πρόσωπο της Μέδουσας» (1967), «1922» (1978), «Μπορντέλο« (1984), «Μπάυρον: Μπαλλάντα για ένα δαίμονα» (1992), «Φωτογράφοι» (1997) και το «Το πλοίο από την παλιστίνη» που είδαμε πριν από δύο χρόνια στις αίθουσες.

Συλληπητήρια μηνύματα

Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λυδία Κονιόρδου για τον θάνατο του Νίκου ΚούνδουρουΟ Νίκος Κούνδουρος υπήρξε ο σκηνοθέτης που μόλις με την δεύτερη ταινία του, τον θρυλικό «Δράκο» άλλαξε την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Ένας ακούραστος δημιουργός που ανανεωνόταν από ταινία σε ταινία. Από την λυρική απλότητα στις «Μικρές Αφροδίτες» μέχρι τον πειραματισμό του «Vortex» και από τον κινηματογράφο- ντοκουμέντο στα «Τραγούδια της φωτιάς» μέχρι το αισθητικό επίτευγμα του «Μπορντέλο», από την ιστορία ως πληγή στο «1922» και την ιστορία ως σπαρακτικό ποίημα στο «Μπάυρον: Μπαλλάντα για ένα δαίμονα», ο Νίκος Κούνδουρος υπήρξε ένας καλλιτέχνης που εφεύρισκε τον εαυτό του κάθε φορά από την αρχή. Περισσότερο όμως από οποιαδήποτε άλλη του ταινία, ο «Δράκος» στέκει μέχρι και σήμερα αγέραστος, γοητεύοντας με την ίδια ένταση, ως μια από τις σημαντικότερες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Ως τεκμήριο μιας εποχής, ως έργο –αναφορά για οποιαδήποτε μελλοντική γενιά.

Ο Νίκος Κούνδουρος εκπροσώπησε τον ελληνικό κινηματογράφο πολλές φορές στο εξωτερικό όπως στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας το 1953 και 1956, στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1958, 1963 και 1967, βραβεύτηκε σε πολλά ελληνικά και ξένα φεστιβάλ ενώ κόπιες των ταινιών του βρίσκονται στο Ευρωπαϊκό Μουσείο Κινηματογράφου, στη Γαλλική Ταινιοθήκη καθώς και στο Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης.

Υπήρξε μια ξεχωριστή προσωπικότητα που δεν φοβήθηκε ποτέ να παρέμβει στον δημόσιο λόγο εκφράζοντας με σθένος την προσωπική του άποψη. Ένα σθένος που μπορεί κανείς να συναντήσει με την ίδια αμείωτη ζωντάνια και στα βιβλία του, στην αυτοβιογραφία του όσο και στην αλληλογραφία και τα ημερολόγια του τα οποία πρόσφατα εξέδωσε.

Σήμερα αποχαιρετούμε τον Νίκο Κούνδουρο αλλά οι εικόνες μιας ολόκληρης εποχής θα μείνουν για πάντα διαφυλαγμένες στις ταινίες του. Θα ήθελα να εκφράσω τα πιο θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένεια του, τη σύζυγό του Σωτηρία Ματζίρη και τα παιδιά του Σήφη και Διαλεχτή καθώς και στους οικείους του.
————————————————–

Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης αποχαιρετά τον Νίκο Κούνδουρο
Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και οι άνθρωποί του, αποχαιρετούν τον Νίκο Κούνδουρο, τον φίλο Νίκο, τον σπουδαίο κινηματογραφιστή. Ένα μεγάλο κεφάλαιο στον ελληνικό κινηματογράφο κλείνει. Θα μας λείψει η αρχοντιά του, η τόλμη του, η πληθωρική του προσωπικότητα.

Πίσω του αφήνει ένα έργο πλούσιο που αγαπήθηκε: Τον ανεπανάληπτο «Δράκο» του, τη «Μαγική πόλη», το «Ποτάμι», τις «Μικρές Αφροδίτες». Και τόσες άλλες ταινίες, που ζυμώθηκαν με την ελληνική πραγματικότητα και την εξέφρασαν με ένταση και το πάθος που χαρακτήριζε τον Νίκο.

Κλέβουμε τα δικά του λόγια που αφιέρωσε στον φίλο του Μάνο Χατζιδάκι για να τον αποχαιρετήσουμε. «Αχόρταγος ο ίδιος, ακτινοβολούσε εκείνη τη λαιμαργία για τη ζωή που ήτανε κολλητική και για τους άλλους, τους πιο συμμαζεμένους».

Στη Σωτηρία και τα παιδιά του, εκφράζουμε τα ειλικρινή συλλυπητήριά μας.

————————————————–

Τελευταίο ατίο από την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών
Ο τελευταίος μεγάλος των πρωτεργατών του Ελληνικού Κινηματογράφου και του Ελληνικού Πολιτισμού έφυγε από κοντά μας σήμερα Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2017.
Άνοιξε δρόμους στο εξωτερικό για τον Ελληνικό Κινηματογράφο, στήριξε με πάθος τους νέους ανθρώπους και υπήρξε ο δημιουργός του σωματείου μας, Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών.
Ο Νίκος Κούνδουρος υπήρξε εγγύηση για την ταυτότητα της Ελλάδας.

Του Νίκου Α. Κωνσταντόπουλου για το Νίκο Κούνδουρο

Ο Κούνδουρος ήταν ένας κόσμος ολόκληρος –μια Ελλάδα πραγματική, καταπληγιασμένη και, με πολλούς τρόπους, από πολλούς προδομένη. Υπήρξε και θα είναι μια ανθρώπινη παρουσία περήφανη, αιρετική, σε διαρκή αγώνα με τα όριά της και με τα χαμαιγενή καθιερωμένα. Η φιλία του, με περιεχόμενο ζωής, ήταν υπαρξιακή ευεργεσία. Ένας-ένας, φεύγουν αυτοί που δώσανε νόημα σύγχρονο και δημιουργικό στην ελληνικότητά μας, αφήνοντας τον τόπο μας να βουλιάζει, στον ψευδολόγο αμοραλισμό και τον μασκαρεμένο πολιτευτισμό.