Τα όρια για τη μείωση του ελληνικού χρέους εντός ευρωζώνης με βάση τη διεθνή εμπειρία διερεύνησαν την Τετάρτη οι διακεκριμένοι ομιλητές της εκδήλωσης του Δικτύου της Αννας Διαμαντοπούλου σε συνεργασία με το Ιδρυμα Διεθνών Νομικών Μελετών.
Βασικό συμπέρασμα; Η υπόθεση παλεύεται. Οι κινήσεις της Ελλάδας δεσμεύονται μεν από το πλαίσιο της ΟΝΕ, αλλά από την άλλη πλευρά η συγκέντρωση του χρέους στα χέρια του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) δεν αφήνει τη χώρα εκτεθειμένη σε ισχυρές πιέσεις από τις αγορές. Αν βέβαια καταφέρει να επιστρέψει σε αυτές μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018.
Στην εκδήλωση μίλησαν ο πρώην υπουργός Οικονομικών Νίκος Χριστοδουλάκης, η οικονομολόγος και πρώην στέλεχος του ΔΝΤ Μιράντα Ξαφά και ο καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Χρήστος Γκόρτσος. Την εκδήλωση συντόνισε η δημοσιογράφος Μαρία Σαράφογλου. Οι ομιλητές συνέτειναν ότι η διαχείριση του χρέους απαιτεί συνδυασμό αναπτυξιακών δράσεων, δημοσίων επενδύσεων και ενίσχυσης του ιδιωτικού τομέα και των εξαγωγών.
Τον διττό χαρακτήρα του ελληνικού χρέους περιέγραψε παραστατικά ο κ. Χριστοδουλάκης λέγοντας ότι η χώρα μας μοιάζει με ένα «ιδιότυπο οικονομικό Κωσταλέξι», όχι όμως μόνο με την αρνητική πλευρά που είχε η πολύκροτη υπόθεση του 1978. Η σχετική απομόνωση από τις θύελλες των αγορών μέσω του ESM έχει και θετικές όψεις. Αυτή τη στιγμή μόνο το 7% του ελληνικού χρέους είναι στα χέρια ιδιωτών επενδυτών. Το υπόλοιπο ανήκει σε κράτη.
Ο πρώην υπουργός εξήγησε ότι όσο μένουμε στην ευρωζώνη η διαχείριση του χρέους εξαρτάται από τη βούληση και τις πολιτικές των κρατών στα οποία χρωστάμε. Αντιθέτως, αν η Ελλάδα αλλάξει νόμισμα, το χρέος θα υπερπολλαπλασιαστεί αυτόματα. «Οσα συζητούνται περί δραχμής είναι αυτοκτονικά. Η Ελλάδα έχει μεγάλο χρέος αλλά δεν την απειλεί δημοσιονομικά λόγω της κρατικής υπόστασης των πιστωτών. Η χώρα μας είναι ένα ιδιότυπο «οικονομικό Κωσταλέξι»: περιορισμένη δημοσιονομικά αλλά δεν κινδυνεύει από επιθέσεις» τόνισε.
Ο στόχος
Το κατάλληλο, κατά τον ίδιο, οικονομικό μείγμα είναι να διατηρηθεί ο στόχος εσόδων – πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ αλλά να μοιράζεται σε δημόσιες επενδύσεις οι οποίες θα προκαλέσουν αναπτυξιακό σοκ, θα επιστρέφουν το πλεόνασμα στην πραγματική οικονομία και θα απενεργοποιήσουν την «ωρολογιακή βόμβα» της φυγής των νέων από την Ελλάδα.
Από την πλευρά της η κυρία Διαμαντοπούλου τόνισε ότι το χρέος είναι ζήτημα τεχνοκρατικό. Ομως για να διευθετηθεί χρειάζεται το κατάλληλο πολιτικό περιβάλλον. «Η διπλωματία χρέους είναι αναγκαία, όχι μόνο για τη λογιστική διευθέτηση αλλά και για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας» τόνισε για να προσθέσει ότι πρέπει «να πάμε σε κάθε κοινοβούλιο ξεχωριστά και να διαπραγματευτούμε την αποπληρωμή του με ευνοϊκότερους όρους».
Ο κ. Γκόρτσος, ως ειδικός για τη διεθνή διάσταση του θέματος, ανέλυσε τα εργαλεία με τα οποία η ΟΝΕ αντιμετωπίζει το χρέος των κρατών-μελών αλλά και το συνολικό της χρέος, που είναι περίπου 91% του ΑΕΠ της. Τόνισε ότι το ελληνικό χρέος έχει τέσσερις διαστάσεις: την οικονομική, την ηθική, την πολιτική και τη νομική. Η παραβίαση του άρθρου 126 της Συνθήκης Μάαστριχτ περί διατήρησης του ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ μάς οδήγησε στην κρίση χρέους. Παράλληλα η ίδια συνθήκη δεν επιτρέπει την έκδοση ευρωομολόγου, εφόσον καμία χώρα δεν είναι υποχρεωμένη να χρεωθεί με το ζόρι. Κάπως έτσι η συζήτηση για ευρωπαϊκή λύση στο ζήτημα του χρέους εκκρεμεί εδώ και δεκαετίες και ακόμη δεν έχει επιλυθεί.

Η κυρία Ξαφά συνέδεσε το χρέος με την ανάπτυξη. Θύμισε ότι στις χώρες με χαμηλό εθνικό εισόδημα ακόμη και σε περιπτώσεις που διαγράφηκε χρέος, αμέσως μετά άρχισε να αυξάνεται και πάλι λόγω της ανάγκης για νέο δανεισμό. Στις αναπτυγμένες χώρες κατά την περίοδο 2008-2015 μεγάλο μέρος του ιδιωτικού χρέους μετατράπηκε σε δημόσιο. Στην Ελλάδα, συνέχισε η κυρία Ξαφά, χρειαζόμαστε πρωτογενές πλεόνασμα 1,8% του ΑΕΠ για να μείνει σταθερό το χρέος, όσος είναι περίπου ο φετινός στόχος του Προϋπολογισμού. Αλλωστε το χρέος δεν αυξάνεται μόνο σε χώρες με πρωτογενή ελλείμματα αλλά και σε αυτές με μικρά πλεονάσματα…
Την ίδια ώρα, η μη εξυπηρέτηση των «κόκκινων» δανείων σε συνδυασμό με την υποχώρηση του ΑΕΠ αύξησε ακόμα και μέσα στην κρίση το ιδιωτικό χρέος. Η λύση; Οι πολιτικές αύξησης της παραγωγικότητας, των επενδύσεων και της ανάπτυξης. Μόνο αυτές αντιμετωπίζουν ουσιαστικά το χρέος, σημείωσε η οικονομολόγος, τονίζοντας ότι η βελτίωση της δημοσιονομικής διαχείρισης χωρίς πολιτικές ανάπτυξης δεν λύνει από μόνη της το πρόβλημα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ