Με θετικές ενδείξεις αναμένεται να ξεκινήσει το 2017, έχοντας ωστόσο ως καθοριστικές προϋποθέσεις την ομαλή εξέλιξη του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος και της δεύτερης αξιολόγησης. Την εκτίμηση αυτή έκανε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Ανδρέας Ανδρεάδης, μιλώντας σε δημοσιογράφους με αφορμή τη Χριστουγεννιάτικη εκδήλωση του Συνδέσμου. Οπως σημείωσε οι προκρατήσεις από τη βρετανική αγορά παρουσιάζουν αύξηση 10%, με την Ελλάδα να φαίνεται ότι κερδίζει μερίδιο στη γενικότερη συρρίκνωση κατά 6% του εξερχόμενου τουρισμού από τη Μεγάλη Βρετανία.

Ο ίδιος αναφέρθηκε στο «νέο ιστορικό υψηλό» των αφίξεων, «όχι για να πανηγυρίσω, αλλά για να επιβεβαιώσω ότι η χώρα μας έχει εδραιώσει την εικόνα και την αντίληψη ότι πρόκειται για έναν τουριστικό προορισμό που είναι μοναδικός στον κόσμο και αξίζει να βρεθεί στο top δέκα παγκοσμίως». Από την άλλη πλευρά, επισήμανε ότι τα έσοδα θα είναι μειωμένα, λέγοντας ότι «είναι μάλλον βέβαιο ότι τα έσοδα, φέτος, δεν θα ακολουθήσουν παράλληλη πορεία με αυτή των αφίξεων. Αναμένουμε τα επίσημα στοιχεία ώστε να ξέρουμε το μέγεθος της απόκλισης από το 2015». Εξηγώντας δε τους λόγους της μείωσης υπογράμμισε ότι «οι πραγματικοί παράγοντες που επηρέασαν τα έσοδα φέτος είναι, η υπερφορολόγηση, η πανευρωπαϊκή τάση μείωσης της Μέσης Τουριστικής Δαπάνης, ο μειωμένος χρόνος παραμονής στη χώρα μας και οι εκπτώσεις στις οποίες προχώρησαν οι επιχειρήσεις ώστε να μπορέσουν να προσελκύσουν κομμάτι της ζήτησης των πελατών τελευταίας στιγμής». Αντίθετα τόνισε ότι «δεν ευσταθούν οι απόψεις που λένε ότι τα έσοδα είναι μειωμένα διότι οι επιχειρήσεις πληρώνονται στο εξωτερικό, ή γιατί δεν παρουσιάζουν όλα τα έσοδα».

Αναφερόμενος στο προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα, υποστήριξε ότι συνεχίζει «στη συνείδηση των τουριστών να συνδέεται με ζητήματα ασφάλειας, οπότε θα πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας όσον αφορά στην προετοιμασία και στη διαχείριση του ζητήματος. Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στους χώρους υποδοχής και φιλοξενίας των προσφύγων, χρήζει επείγουσας αντιμετώπισης και η ανάγκη να δημιουργηθούν κατάλληλοι χώροι με αξιοπρεπείς συνθήκες για τους ανθρώπους αυτούς είναι επιτακτική πρωτίστως για τους ίδιους και τις τοπικές κοινωνίες και δευτερεύοντος για τους τουριστικούς προορισμούς. Επίσης βοηθά πολύ το γεγονός ότι η ισοτιμία με το δολάριο – για όσο διαρκεί – μειώνει το κόστος στο καλάθι του τουρίστα και συμβάλει στο να είναι ανταγωνιστικός ο τουρισμός μας για τις χώρες εκτός ευρώ».

Την ίδια ώρα διαπιστώνει τη δημιουργία δύο ταχυτήτων στον ελληνικό τουρισμό και στην ανταγωνιστικότητα ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων και περιοχών. Η μια ταχύτητα είναι αυτή των περιοχών και των επιχειρήσεων που προωθούν και διαχειρίζονται ένα επώνυμο (branded) προϊόν, ενώ η άλλη είναι αυτή της άγνωστης Ελλάδας με τη χαμηλή τουριστική περίοδο και «τις χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις», οι οποίες «αποτελούν το πιο ευάλωτο κομμάτι που δεν έχει επαρκή διέξοδο στη διεθνή αγορά και υποφέρει ακόμα πιο πολύ από την πτώση της εσωτερικής κατανάλωσης στο 1/3, λόγω της οικονομικής κρίσης στη χώρα».Στο πλαίσιο αυτό υπογράμμισε ότι η υπερφορολόγηση, παρότι δυσκολεύει τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, σε σχέση με τους ξένους ανταγωνιστές τους και μειώνει το ποσοστό κέρδους τους, «κυριολεκτικά εξοντώνει την πιο αδύναμη πλευρά, που όμως είναι και το μεγαλύτερο ποσοστό του ελληνικού τουρισμού».

Με «ισοπεδωτικές οριζόντιες ρυθμίσεις, όπως το Τέλος Διανυκτέρευσης, οξύνεται το πρόβλημα, αφού το μέτρο επιβαρύνει δυσανάλογα τις χαμηλές τιμές, την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και τις άγνωστες περιοχές της Ελλάδας. Πολύ φοβούμαστε λοιπόν ότι αν συνεχίσουμε έτσι, οδηγούμε την δεύτερη ταχύτητα – τις περιοχές αυτές και την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα – σε ραγδαία συρρίκνωση. Κινδυνεύει να χαθεί η άγνωστη και πανέμορφη Ελλάδα, τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των κρυμμένων προορισμών, οι μοναδικές τουριστικές εμπειρίες αλλά και οι χιλιάδες επιχειρήσεις, οι θέσεις εργασίας και η κοινωνική συνοχή, ιδιαίτερα στις περιοχές που ζουν από τον τουρισμό», δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ.

Σχολιάζοντας δε τις πρόσφατες δηλώσεις της υπουργού Τουρισμού κυρίας Ελενας Κουντουρά για «επενδυτικό οργασμό» στη χώρα, τόνισε ότι αυτή τη στιγμή μιλάμε για «οργασμό επενδυτικών αιτημάτων» και ευχήθηκε ώστε αυτά να ευοδωθούν σε υλοποίηση. Αναφερόμενος τέλος στο θέμα των γκρίζων μισθώσεων, ο κ. Ανδρεάδης σημείωσε ότι η ρύθμιση της κυβέρνησης καθυστέρησε ενάμιση χρόνο και είναι ατελής, καθώς δεν κάνει διαχωρισμό μεταξύ φυσικών και νομικών προσώπων, ενώ δεν καταγράφει τη δραστηριότητα.

«Προκύπτει λοιπόν η απόλυτη ανάγκη να χαράξουμε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για την επόμενη μέρα της χώρας μας και του ελληνικού τουρισμού, που θα αναδείξει τις πραγματικές του δυνάμεις και θα τον απεγκλωβίσει από τις διάφορες συγκυρίες», κατέληξε.