Την περασμένη εβδομάδα οι έλληνες τραπεζίτες που συμμετείχαν στο road show της HSBC στο Λονδίνο αποκόμισαν την εντύπωση ότι η Ελλάδα έχει κουράσει τους επενδυτές, οι οποίοι έχουν αρχίσει να την ξεχνούν. Το ενδιαφέρον τους για τη χώρα έχει ατονήσει και επιλέγουν να τηρήσουν στάση αναμονής μέχρι να έχουν χειροπιαστά δείγματα ότι οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν. Οπερ σημαίνει ότι η ανάκαμψη μπορεί να περιμένει.
Διότι δεν θα πάρει το τρένο και θα έλθει, όπως ευελπιστεί η Ολγα Γεροβασίλη, η οποία δηλώνει ότι «πλησιάζει η έξοδος από την κρίση» επειδή σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις δεν αποκλείεται τελικά η χρονιά να κλείσει με ελαφρώς θετικό πρόσημο, αφού η σύγκριση γίνεται με το 2015, όταν η οικονομική δραστηριότητα υπέστη πλήγμα εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας που χτύπησε κόκκινο πέρυσι το καλοκαίρι.
Η ανάπτυξη θα έλθει όταν αρχίσουν να γίνονται επενδύσεις. Οταν θα πέσει φρέσκο χρήμα στην αγορά και στην οικονομία. Ομως κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Οι επενδυτές δεν βλέπουν κάποιον θετικό καταλύτη που θα μπορούσε να πυροδοτήσει επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα, αλλά ούτε και κάποιον αρνητικό που θα λειτουργούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση και επιλέγουν την αναμονή.
Θεωρούν ωστόσο ότι μια λύση για το χρέος, η οποία έχει σε μεγάλο βαθμό αποτυπωθεί στις σημερινές αποτιμήσεις, θα μπορούσε να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά για το QE. Οτι η Ελλάδα θα έμπαινε επιτέλους στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ που την περασμένη εβδομάδα ξεπέρασε το 1 τρισ. ευρώ, ενδεχόμενο που θα διευκόλυνε την επιστροφή της χώρας στις αγορές και στη δημιουργία ενός θετικού κλίματος για την ίδια, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για τόνωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Ομως για να συμβεί αυτό η κυβέρνηση πρέπει να κάνει αυτό που πρέπει να κάνει. Δηλαδή να υλοποιήσει όσα είχε συμφωνήσει με τους πιστωτές στο Eurogroup του περασμένου Μαΐου. Διότι το σχέδιο υπάρχει. Σύμφωνα με αυτό η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε ολοκληρώσει την πρώτη αξιολόγηση τον περασμένο Ιούνιο, να προχωρούσε τώρα στη δεύτερη με στόχο να την κλείσει τον Οκτώβριο και στο μεταξύ να είχε ανοίξει η συζήτηση για το χρέος, να είχαν αποφασιστεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνσή του και το ΔΝΤ να ήταν σε θέση τον Νοέμβριο να παρουσιάσει την ανάλυση βιωσιμότητας.
Και η τοποθέτηση του ΔΝΤ στο αν το χρέος είναι βιώσιμο ή όχι θα εξαρτηθεί από τη χειρονομία των Ευρωπαίων. Δηλαδή από το πόσο θα προχωρήσουν στην ελάφρυνση του χρέους. Το θέμα λοιπόν είναι αν θα δώσουν ή όχι οι Ευρωπαίοι κάτι που να επαρκεί στο ΔΝΤ για να βγάλει βιώσιμο το χρέος. Ομως η στάση των Ευρωπαίων θα καθοριστεί από την ελληνική πλευρά. Δηλαδή πόσο θα προχωρήσει στο θέμα του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων, στις αλλαγές διοικήσεων στις τράπεζες και στις ιδιωτικοποιήσεις. Και όπως φάνηκε από το Eurogroup της περασμένης Παρασκευής, η καταληκτική ημερομηνία είναι το τέλος Οκτωβρίου. Η μπάλα λοιπόν βρίσκεται στο γήπεδο της κυβέρνησης και αν πραγματικά επιθυμεί επιστροφή στην ανάπτυξη δεν έχει παρά να παίξει μπάλα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ