Τελικά το χοροπηδητό που (λέγεται ότι) έριξε πάνω σε μια καρέκλα ωρυόμενος κατά του Γιώργου Παπανδρέου στη σύνοδο κορυφής των Καννών τον Νοέμβριο του 2011 ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί είχε πολύ πρόσκαιρο αποτέλεσμα. Το δημοψήφισμα που ήθελε να κάνει ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας δεν έγινε και η κυβέρνησή του έπεσε. Ηταν στο πεπρωμένο της Ευρώπης ωστόσο να μπει στον αστερισμό των δημοψηφισμάτων. Με αποκορύφωμα, ασφαλώς, το δημοψήφισμα της 23ης του τρέχοντος μηνός, κατά το οποίο οι Βρετανοί θα αποφασίσουν αν θα παραμείνουν στην ΕΕ ή αν θα πυροδοτήσουν μια διαδικασία που ίσως αποδειχθεί η αρχή του τέλους της ενωμένης Ευρώπης, έτσι τουλάχιστον όπως τη γνωρίσαμε, την αγαπήσαμε και τη μισήσαμε μεταπολεμικά.
Αναμφίβολα ο ωρυόμενος Σαρκοζί είχε κατά νου την πικρή εμπειρία της απόρριψης του Ευρωσυντάγματος από τους συμπατριώτες του στο δημοψήφισμα του Μαΐου του 2005. Ανάλογο απορριπτικό δημοψήφισμα του Ευρωσυντάγματος (με το συντριπτικό ποσοστό 65% μάλιστα…) διενεργήθηκε τον Ιούνιο του 2005 στην Ολλανδία. Μιλάμε για έναν κόλαφο για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση που έδωσαν οι λαοί δύο ιδρυτικών χωρών της ΕΟΚ (1957) σε μια περίοδο παχιών αγελάδων για την Ευρώπη σε ό,τι αφορά την οικονομία της και τους θεσμούς και τα πρόσωπα –ο ανεκδιήγητος πρόεδρος της παρακμής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο μόλις είχε αναλάβει τα καθήκοντά του, η Κομισιόν ακόμη απέπνεε την αύρα του οξυδερκούς και άξιου ευρωπαϊστή Ρομάνο Πρόντι.
Η «επιδημία των δημοψηφισμάτων», όπως τη χαρακτηρίζει σε δημοσίευμά του ο ανταποκριτής της βρετανικής εφημερίδας «Telegraph» στις Βρυξέλλες Μάθιου Χόλχαουζ, ενέσκηψε τα χρόνια της κρίσης και κανένας Σαρκοζί –ούτε ακόμη και Σόιμπλε –δεν δείχνει ικανός να να την αντιμετωπίσει. Πρόκειται για μια επιδημία που απειλεί να χωρίσει την Ευρώπη εις τα εξ ων συνετέθη, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο βρετανός ανταποκριτής.
Κατά τον Χόλχαουζ το κύμα της έκτακτης προσφυγής στην άμεση έκφραση της βούλησης των πολιτών επί ενός συγκεκριμένου πολιτικού ή κοινωνικού θέματος, που για τους οπαδούς της θεωρείται το απαύγασμα της δημοκρατίας ενώ για τους πολεμίους της κορυφαία έκφανση του λαϊκισμού και έκφραση της διάθεσης μιας κυβέρνησης να εκβιάσει κάτι ή για κάτι, πήρε διαστάσεις τσουνάμι από το περασμένο καλοκαίρι, με το ελληνικό δημοψήφισμα του Μαΐου του 2015. Το «Οχι» του ελληνικού λαού στα τότε προτεινόμενα από τους πιστωτές και εταίρους μέτρα μετεξελίχθηκε σε νέα συμφωνία με… ακόμη επαχθέστερα μέτρα.
Τον Δεκέμβριο της περασμένης χρονιάς οι Δανοί (που δεν μετέχουν, ως γνωστόν, στο ευρώ) απέρριψαν τη συμμετοχή της χώρας τους στην αυξημένη συνεργασία των κρατών-μελών της ΕΕ στα πεδία της δικαιοσύνης και της αστυνόμευσης. «Περισσότερη Ευρώπη; Οχι, ευχαριστώ» ήταν το σύνθημα που κέρδισε στο δανέζικο δημοψήφισμα. Λίγους μήνες αργότερα, τον Απρίλιο που μας πέρασε, οι ολλανδοί ευρωσκεπτικιστές πανηγύρισαν άλλη μία νίκη (μια δεκαετία μετά την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος) καθώς ο ολλανδικός λαός καταψήφισε με ποσοστό 61% την επικύρωση της σύμβασης για τη σύνδεση της ΕΕ με την Ουκρανία βάζοντας τη μεγαλύτερη προσώρας τρικλοποδιά στην περίφημη περιφερειακή πολιτική που πασχίζουν να προωθήσουν οι Βρυξέλλες.
Ενδιαμέσως τον περασμένο Φεβρουάριο ο υπερεθνικιστής πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπάν προανήγγειλε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με το ερώτημα της έγκρισης ή της απόρριψης του ευρωπαϊκού σχεδίου μετεγκατάστασης των προσφύγων στις χώρες-μέλη που είχε εγκρίνει η ΕΕ με πρωτοβουλία του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ τον Σεπτέμβριο του 2015 (δεν ήταν μόνο η Ουγγαρία τότε που είχε εκφράσει τις αντιρρήσεις της στις ποσοστώσεις ανακατανομής των προσφύγων αλλά και άλλες χώρες με μακρά παράδοση ψυχροπολεμικών περιχαρακώσεων, όπως η Δημοκρατία της Τσεχίας, η Σλοβακία και η Ρουμανία).
Τα δημοψηφίσματα που… έρχονται
Πιθανότατα το προαναγγελθέν από τον Ορμπάν δημοφήψισμα να μη διενεργηθεί, αφού και ως εξαγγελία έχει ήδη αποφέρει καρπούς –εκβίασε με επιτυχία τις Βρυξέλλες και υπονόμευσε το σχέδιο Γιούνκερ για τους πρόσφυγες. Η «ανακάλυψη» της περιβόητης «άμεσης δημοκρατίας» από την ευρωπαϊκή Ακροδεξιά είναι ωστόσο αδιαμφισβήτητη. Στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν έχει ήδη προαναγγείλει, σε περίπτωση που οι πολιτικές εξελίξεις το επιτρέψουν (και δημοσκοπικά φαίνεται ότι δεν απέχουν πολύ από το να το επιτρέψουν), τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αποχώρηση της Γαλλίας από το ευρώ και τη ζώνη του Σένγκεν.
Εκτός από το επαπειλούμενο μετά τις προεδρικές εκλογές του 2017 «Frexit», που θα σημάνει ασφαλώς τον ξαφνικό θάνατο και του ευρώ και της ΕΕ, σε προχωρημένο στάδιο έχουν προχωρήσει οι συζητήσεις για το… «Fixit» μετά τη συγκέντρωση 50.000 υπογραφών στη Φινλανδία για να τεθεί στο Κοινοβούλιο το ερώτημα της παραμονής ή όχι της χώρας στη ζώνη του ευρώ. Η συζήτηση πρόκειται να διεξαχθεί εντός του 2016.
Ασφαλώς στην Πολωνία, μετά την πρόσφατη εκλογή της ευρωσκεπτικιστικής κυβέρνησης της Μπεάτα Σίντλο, η διεξαγωγή δημοψηφίσματος πριν από κάθε απόφαση για ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη έχει ανεπισήμως εξαγγελθεί από πολλά μέλη του Κοινοβουλίου. Αλλά και ο τσέχος πρωθυπουργός Μπόχουσλαβ Σομπότκα τσουγκρίζοντας ένα ποτήρι μπίρα με τον βρετανό ομόλογό του Ντέιβιντ Κάμερον τον περασμένο Ιανουάριο στην Πράγα εξέφρασε τον φόβο του ότι «ενδεχόμενο Brexit θα αναζωπυρώσει τον εθνικισμό και τον απομονωτισμό απ’ άκρη σ’ άκρη στην Ευρώπη» και θα εντείνει τις εσωτερικές πιέσεις που δέχεται για ένα… «Czexit»!
Το κουτί της Πανδώρας
Είναι προφανές ότι ο βρετανικός εκβιασμός για την υπογραφή συμφερότερων συμφωνιών με την ΕΕ που αποφάσισε να κάνει ο βρετανός πρωθυπουργός υποσχόμενος το 2015 μέσα σε ένα κρεσέντο προεκλογικού λαϊκισμού τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με το ερώτημα του Brexit άνοιξε το κουτί της Πανδώρας. Η «δημοψηφισματική επιδημία» μπορεί να φέρει στις κάλπες όχι μόνο ζητήματα που αφορούν την ευρωπαϊκή πολιτική των κυβερνήσεων της ΕΕ αλλά και ζητήματα που αφορούν εν γένει την εξωτερική πολιτική, τις διεθνείς σχέσεις και το διεθνές εμπόριο των ευρωπαϊκών κρατών, συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας, που δεν ανήκει στο… «Continent», όπως αρέσκονται να επαίρονται πολλοί Βρετανοί.
Γιατί, φέρ’ ειπείν, να μην τεθεί στην κρίση των λαών της ηπειρωτικής Ευρώπης αλλά και του βρετανικού το ζήτημα της Διατλαντικής Εταιρικής Σχέσης για το Εμπόριο και τις Επενδύσεις, της περίφημης ΤΤΙΡ, που τόσο φλέγονται να προωθήσουν η Ουάσιγκτον και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες; Γιατί να μη λύσουν κάλπες και άλλα ζητήματα διακρατικών εμπορικών σχέσεων, απελευθέρωσης των υπηρεσιών και εμβάθυνσης της παγκοσμιοποίησης και των ανοικτών αγορών;
Πρόκειται ασφαλώς για θέματα για τα οποία ο Ντέιβιντ Κάμερον και όλοι ανεξαιρέτως οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν θα υπόσχονταν ποτέ άμεση προσφυγή στη «γνήσια λαϊκή βούληση». Ουδείς ουδέποτε θα διακύβευε επιχειρηματικά συμφέροντα στα μικροπολιτικά του σχέδια. Τα ευρωπαϊκά θέματα στη συνείδηση ενός Τόρι είναι εκ προοιμίου πιο «χαλαρά». Προσφέρονται για πολιτικό τζόγο και για μπλόφες. Τώρα όμως κινδυνεύει και ο ίδιος ο Κάμερον και οι Βρετανοί που τον εξέλεξαν ή τον καταψήφισαν –αλλά, φευ, και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι… –να υποστούν τα επίχειρα του λαϊκισμού και των πολιτικών εκβιασμών του.
HeliosPlus