Μέσα στους καπνούς από τα δακρυγόνα και τις φωτιές από τα καμένα λάστιχα, νεαροί «casseurs» (αυτοί με τις κουκούλες που τα «σπάνε») κάνουν θρύψαλα τις βιτρίνες. Λίγες γωνίες παραπέρα, απεργοί του σκληρού αριστερού συνδικάτου CGT διαδηλώνουν από την Place de la Bastille, την περήφανη γενέτειρα της Γαλλικής Επανάστασης, φωνάζοντας «Οχι στον νόμο των αφεντικών!». Πιο πίσω, οι τοίχοι στη λεωφόρο Ντιντερό είναι γεμάτοι συνθήματα –«Ολάντ ίσον Θάτσερ» κ.λπ.
Διαδηλώσεις, απεργίες, συγκρούσεις με τα ΜΑΤ. Και μετά, νεροποντές και πλημμύρες στον Σηκουάνα. Τίποτα από αυτά δεν είναι καινούργιο στο Παρίσι την άνοιξη.
Από το 1968, φοιτητές, εργάτες και πλήθος κόσμου κατεβαίνει σε δρόμους και πλατείες όποτε θέλει να «τιμωρήσει» την κυβέρνηση, σε ένα θέαμα γνωστό όσο τα μπουμπούκια του Μάη. Το ίδιο προβλέψιμες είναι και οι σκοτεινές ανησυχίες για «καυτό καλοκαίρι δυσαρέσκειας» που θα φέρει τα πάνω κάτω στην πολιτική τον Σεπτέμβριο. Σπανίως επαληθεύονται. «Plus ça change», που λένε και οι Γάλλοι.
Και όμως, υπάρχει μια ιστορική ανατροπή εδώ. Αυτές είναι οι πρώτες πανεθνικές γενικές απεργίες εναντίον αριστερής κυβέρνησης από το μακρινό 1948.
Πολύς κόσμος, ιδίως ψηφοφόροι του PS, νιώθει προδομένος από μια σοσιαλιστική κυβέρνηση που ξηλώνει εργασιακά δικαιώματα δεκαετιών.
Αλλά παρά τη θύελλα αντιδράσεων και τις κατηγορίες για «νεοφιλελευθερισμό», ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ εμφανίζεται ανυποχώρητος. Θεωρεί ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για να γίνει πιο ευέλικτη και ανταγωνιστική η αγορά εργασίας, έτσι ώστε να μειωθεί επιτέλους η θηριώδης ανεργία.
«Δεν θα παραδεχθεί ότι κουμάντο κάνει ο δρόμος»


Δύο μήνες κρατάνε οι διαμαρτυρίες. Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι η αντιπαράθεση θα κλιμακωθεί εντός του Ιουνίου. «Δεν νομίζω ότι θα υποχωρήσει ο Ολάντ. Αυτό θα μπορούσε να υπονομεύσει εντελώς την αξιοπιστία του –θα σήμαινε ουσιαστικά ότι αποδέχεται πως κουμάντο κάνει ο δρόμος. Η κυβέρνηση έχει κάνει ήδη πολλούς συμβιβασμούς, δεν έχει άλλα περιθώρια» μας λέει ο Νικολά Τενζέρ, πρόεδρος του Centre d’étude et de réflexion pour l’action politique (CERAP) στο Παρίσι.
Ετσι η Γαλλία ετοιμάζεται να υποδεχθεί 2 εκατ. επισκέπτες για το ποδοσφαιρικό Euro 2016 αυτή την εβδομάδα, εν μέσω κοινωνικού αναβρασμού. Απεργίες και φόβοι για ελλείψεις καυσίμων, ενδεχόμενη παράλυση των μεταφορών, μόνιμη τρομοκρατική απειλή, με μέτρα έκτακτης ανάγκης σε ισχύ μετά τις πολύνεκρες επιθέσεις των τζιχαντιστών με τους 130 νεκρούς στο Παρίσι τον Νοέμβριο. Προσθέστε την πολιτική ένταση και τα επεισόδια μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας και «η Γαλλία βουλιάζει στην κοινωνική και πολιτική βία», όπως λέει στο «Βήμα» ο Ζαν-Μαρκ Ντανιέλ, καθηγητής Πολιτικής Οικονοµίας στο Πανεπιστήµιο ESPC Europe, στο Παρίσι, και τακτικός αρθρογράφος στον «Monde».

«Ο λόγος ή μάλλον η αφορμή: η νομοθεσία για τη μεταρρύθμιση του εργατικού κώδικα. Ο νόμος, ο οποίος κάνει πιο ευέλικτη την αγορά εργασίας ώστε να ενθαρρύνει τις προσλήψεις, πυροδότησε αρχικά τεταμένες συζητήσεις στους κόλπους της σοσιαλιστικής πλειοψηφίας. Στη συνέχεια, φτάσαμε σε μια φάση αντιπολίτευσης στον δρόμο, υπό την ηγεσία του CGT (Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας), ενός ιστορικά φιλοκομμουνιστικού συνδικάτου, που έχει υιοθετήσει μια συμπεριφορά την οποία ορισμένοι περιγράφουν ως νεοσταλινική. Ακτιβιστές του CGT είναι τώρα σε απεργία στις δημόσιες συγκοινωνίες και στον τομέα της διανομής καυσίμων, που απειλεί να παραλύσει την οικονομία»
τονίζει ο Ντανιέλ.
Το μεγάλο απεργιακό ραντεβού της 14ης Ιουνίου


Διαπραγματεύσεις βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη με την εθνική εταιρεία σιδηροδρόμων SNCF, την κρατική εταιρεία μεταφορών του Παρισιού RATP και την Air France. Εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους έχουν κηρύξει επαναλαμβανόμενες απεργίες διαρκείας που έχουν οδηγήσει σε σοβαρές περικοπές στις εθνικές σιδηροδρομικές υπηρεσίες από την περασμένη εβδομάδα. Στο Παρίσι, μετρό και προαστιακός κάνουν μειωμένα δρομολόγια από την Πέμπτη, λόγω απεργίας του CGT. Ενα άλλο αριστερό συνδικάτο, το SUD, έχει κηρύξει πανεθνική απεργία από τις 10 Ιουνίου, όταν ξεκινά το Euro. Ο απεργιακός πυρετός θα κορυφωθεί στις 14 Ιουνίου, όταν το νομοσχέδιο θα περάσει από τη Γερουσία.
Η αποτυχία της μεγαλύτερης μερίδας του Τύπου και των ΜΜΕ να στρέψουν την κοινή γνώμη εναντίον του γενικού γραμματέα του CGT, του σκληρού κομμουνιστή Φιλίπ Μαρτινέζ, σημαίνει πάντως ότι οι Γάλλοι αποδίδουν την ευθύνη για τα προβλήματα της καθημερινότητας πρωτίστως στην κυβέρνηση Ολάντ, με τη δημοτικότητα του προέδρου στο ιστορικό χαμηλό του 15% έναν χρόνο πριν από τις εκλογές.

Κλιμάκωση

Ανεργοι και «υποβαθμισμένοι»

Ρεκόρ 15ετίας έχει σπάσει η ανεργία φθάνοντας στο 10,5% στον γενικό πληθυσμό και στο 26% για τους νέους. Στους 3,8 εκατ. Γάλλους που δεν έχουν δουλειά προστίθενται οι 2,6 εκατ. εργαζόμενοι σε επισφαλείς θέσεις, μεταξύ των οποίων πολλοί «υποβαθμισμένοι», δηλαδή είτε νέοι με πολλά προσόντα είτε μεγαλύτεροι που δέχθηκαν δουλειές κατώτερες του επιπέδου τους για να μη μείνουν άνεργοι.
Αντιδημοφιλής πρόεδρος
Χαριστική βολή στο άλλοτε κραταιό κράτος πρόνοιας έδωσε η πολιτική της λιτότητας που εφαρμόζει από το 2012 η κυβέρνηση Ολάντ για να μειώσει το έλλειμμα. Η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 62 χρόνια και το ξήλωμα των εργασιακών έχουν γκρεμίσει τη δημοτικότητα του Ολάντ στο ιστορικό χαμηλό του 15%.

Οι πυλώνες που αντέχουν
Η οικονοµία βασίζεται ακόμη σε ισχυρούς πυλώνες, µε επιχειρήσεις-κολοσσούς σε αυτοκινητοβιοµηχανία, αεροναυτική, σιδηροδρόµους, καλλυντικά, πυρηνική ενέργεια, ασφαλιστικές και φαρµακοβιοµηχανία. Η Γαλλία είναι η δεύτερη οικονοµία της Ευρώπης, πέµπτη παγκοσµίως, και πρώτος τουριστικός προορισµός διεθνώς. Περί το 25% της εργατικής δύναµης, ένας στους τέσσερις Γάλλους, εργάζεται στο Δημόσιο και ως πολύ πρόσφατα ήταν καλά προστατευµένος από τις χειρότερες επιπτώσεις της οικονοµικής κρίσης.

Φόροι σε εταιρείες και νοικοκυριά
Αλλά το ισχυρό Δημόσιο, οι υποδοµές, το σύστηµα Υγείας και οι κοινωνικές υπηρεσίες έχουν ανοίξει µαύρες τρύπες στην οικονοµία. Για να τις χρηµατοδοτήσει η σοσιαλιστική κυβέρνηση επιβάλλει τον έναν φόρο πάνω στον άλλον σε εταιρείες και νοικοκυριά. Οι µεγάλες επιχειρήσεις απάντησαν εξάγοντας θέσεις εργασίας σε χώρες µε πολύ φθηνά χέρια, όπου εργατική νοµοθεσία σαν της Γαλλίας είναι ανήκουστη.
Συνδικαλισμός

Το CGT έχει στοιχηματίσει την επιβίωσή του σε αυτόν τον αγώνα, προσπαθώντας να ανακόψει μια διολίσθηση προς την ανυπαρξία. Η Γαλλία διαθέτει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ενεργού συνδικαλισμού στη Δυτική Ευρώπη, με λιγότερο από 8% του εργατικού δυναμικού να είναι ενταγμένο σε συνδικαλιστικά σωματεία. Αλλά ο ριζοσπαστικός λόγος του Μαρτινέζ έχει βγάλει το CGT από τη σταλινική «ναφθαλίνη», αναδεικνύοντάς το τώρα σε ουσιαστικό εκφραστή της αντιπολιτευτικής τάσης στους δρόμους και στην πολιτική σκηνή.

Ποια δικαιώματα καταργεί ο «Loi Travail» και τι ισχύει σε άλλες μεγάλες χώρες της ΕΕ
Γιατί διαδηλώνουν καθημερινά χιλιάδες Γάλλοι;
Με 35 ώρες δουλειάς, οι Γάλλοι έχουν τη μικρότερη εργάσιμη εβδομάδα στην Ευρώπη –σε σύγκριση με τις 40 ώρες στις περισσότερες χώρες (48 για τη Βρετανία). Και αντίθετα από ό,τι ισχύει στη Γερμανία, ας πούμε, δικαιούνται υπερωρίες για κάθε ώρα που εργάζονται παραπάνω από τις 35. Επιπλέον, έχουν γενναιόδωρες άδειες –κατά μέσο όρο 30 ημέρες μετ’ αποδοχών τον χρόνο, έναντι 28 στη Βρετανία, 25 στη Νορβηγία και στη Δανία και 20 στη Γερμανία. Και οι μέσες ετήσιες απολαβές ανέρχονται σε 42.808 ευρώ, έναντι 42.663 ευρώ στη Γερμανία.
Το νομοσχέδιο δεν καταργεί το 35ωρο, «ιερό και όσιο» ταμπού για την Αριστερά, από το 2000 όταν το θεσμοθέτησε η κυβέρνηση Ζοσπέν. ‘
Επιτρέπει όμως αλλαγές στα ωράρια και αύξηση ωρών εργασίας (ως και τις 46 ώρες το ανώτατο) ώστε να γίνουν πιο ανταγωνιστικές οι γαλλικές επιχειρήσεις. Οι υπερωρίες πέραν του 35ώρου θα συνεχίσουν να πληρώνονται, αλλά με 10% (αντί 25%) παραπάνω.
Κόκκινο πανί για τα συνδικάτα είναι οι προωθούμενες ατομικές συμβάσεις σε περίπτωση που εργοδότες και σωματεία δεν καταλήξουν σε κλαδικές συμφωνίες. Πέρυσι, για παράδειγμα, εργαζόμενοι σε αυτοκινητοβιομηχανίες ψήφισαν υπέρ της αύξησης του ωραρίου εργασίας δίχως ανάλογη αύξηση των μισθών τους με στόχο την αποφυγή απολύσεων. Η απόφασή τους όμως δεν αναγνωρίστηκε από τα συνδικάτα. Με τον νέο νόμο, ένας εργοδότης μπορεί να απολύει για οικονομικούς λόγους αν η εταιρεία του εμφανίζει μείωση κερδοφορίας επί τέσσερα συνεχόμενα τρίμηνα. Με τροπολογία ορίστηκε πάντως ότι το γαλλικό τμήμα μιας πολυεθνικής δεν μπορεί να επικαλεστεί οικονομικές δυσκολίες αν η μητρική εταιρεία ή ο όμιλος εμφανίζουν κέρδη.
Κύριος στόχος του νομοσχεδίου είναι να δώσει στις επιχειρήσεις περισσότερη ευελιξία όσον αφορά τις απολύσεις εργαζομένων. Οι γάλλοι εργοδότες διαμαρτύρονται για τους αυστηρούς κανόνες που προστατεύουν τους εργαζομένους. Ισχυρίζονται ότι μειώνουν την ανταγωνιστικότητα και αυξάνουν την ανεργία, επειδή δεν ενθαρρύνουν νέες προσλήψεις όταν είναι τόσο δύσκολες και ακριβές οι απολύσεις, σε περίπτωση που μειωθούν τα κέρδη τους.
Για τις καταχρηστικές απολύσεις ο νόμος ορίζει «ενδεικτικές» πολύ χαμηλότερες αποζημιώσεις, τις οποίες πάντως τα δικαστήρια δεν είναι υποχρεωμένα να αποδέχονται σε όλες τις περιπτώσεις (αρχικά ήταν δεσμευτικές, αλλά η κυβέρνηση έκανε πίσω σε αυτό).
Ακόμη και αυτοί οι νόμοι εξακολουθούν να είναι σημαντικά πιο φιλικοί προς τους εργαζομένους από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο κερδοφόρες εταιρείες μπορούν να κάνουν απολύσεις με λίγους περιορισμούς, όπως και στη Γερμανία. Η Ισπανία εφαρμόζει μια παρόμοια ρήτρα κερδοφορίας, αλλά ο εργοδότης μπορεί να απολύει αν έχει ζημιές επί τρία συνεχή τρίμηνα.
Ετσι, η Γαλλία έχει ακόμα, τουλάχιστον στα χαρτιά, μία από τις πιο προστατευτικές εργατικές νομοθεσίες στην Ευρώπη και μερικά από τα πιο ισχυρά εργατικά συνδικάτα. Αλλά το ποσοστό ανεργίας είναι πεισματικά στο 10,5%, σε σύγκριση με 5,4% στο Ηνωμένο Βασίλειο και 4,8% στη Γερμανία.
Ρόμπερτ Ζαρέτσκι, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον
«Αγώνας πυγμαχίας μεταξύ δύο ξοφλημένων μποξέρ»

«Η σύγκρουση μεταξύ Σοσιαλιστών και CGT μοιάζει με αγώνα πυγμαχίας μεταξύ δύο ξοφλημένων μποξέρ. Κακοποιούν ο ένας τον άλλον, αλλά δεν υπάρχει κανείς στο ακροατήριο» λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο Ρόμπερτ Ζαρέτσκι, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον, στο Τέξας, και συγγραφέας πολλών βιβλίων για τη σύγχρονη Γαλλία.
«Τόσο τα πολιτικά κόμματα όσο και τα συνδικάτα στη Γαλλία είναι απειλούμενα είδη: τα μέλη τους εξακολουθούν να μειώνονται και τα προγράμματά τους εμπνέουν όλο και λιγότερο κόσμο.
Στην πραγματικότητα, θεωρώ ότι τα ίδια τα θεσμικά όργανα της 5ης Δημοκρατίας είναι παρωχημένα, άνευ αντικειμένου πια. Ηταν μια δημοκρατία που γεννήθηκε στην κρίση του πολέμου της Αλγερίας και αργοπεθαίνει τώρα μέσα στην κρίση της εθνικής ταυτότητας, κάτω από το βάρος της οικονομικής πίεσης, της ανεργίας, της παγκοσμιοποίησης και υπερεθνικών θεσμών όπως η ΕΕ» τονίζει.
«Ως προς τις απεργίες, οι δύο πλευρές περιμένουν ποιος θα κάνει πίσω πρώτος –κάτι που χρειάζεται να συμβεί σύντομα, αφού το Euro ξεκινάει στις 10 Ιουνίου. Εικασία μου είναι ότι θα μισο-κάνουν πίσω όλοι –δηλαδή Ολάντ / Βαλς και Μαρτινέζ θα δώσουν κάτι και θα πάρουν κάτι ώστε να δηλώνουν ότι νίκησαν.
Οσο για τις πιθανότητες του Ολάντ το 2017, αν και δεν πρέπει ποτέ να λες ποτέ στην πολιτική –σκεφτείτε την άνοδο του Τραμπ -, νομίζω ότι οι προοπτικές του να εκλεγεί ξανά πρόεδρος είναι όσες, ας πούμε, της Ρουμανίας να κερδίσει το εφετινό Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου» προσθέτει ο Ζαρέτσκι.

Πού οφείλεται αυτή η ιστορική πτώση του PS;
«Οι Σοσιαλιστές φαίνονται ανίσχυροι να αντιδράσουν στις καταστροφές που προκαλούνται από την οικονομική κρίση. Μοιάζουν να έχουν παραλύσει από την παγκοσμιοποίηση, ανίκανοι να επαναπροσδιορίσουν μια οικονομική πολιτική που να ανταποκρίνεται στις αξίες αλλά και στις πρακτικές ανάγκες. Η γαλλική Αριστερά εμφανίζεται είτε αναποτελεσματική ή παρωχημένη μετά την κρίση του 2008.
Οι επιδόσεις του Ολάντ στην προεδρία ήταν θλιβερές. Στα τέλη του 2014, όταν η υπόσχεση της εκστρατείας του να «αντιστρέψει την άνοδο της ανεργίας» αποδείχθηκε κούφια, έκανε ανασχηματισμό, πετώντας έξω εκείνους που υποστήριζαν τις πολιτικές κατά της λιτότητας. Διόρισε τον Μανουέλ Βαλς πρωθυπουργό και τον 38χρονο τεχνοκράτη και πρώην τραπεζίτη Εμανουέλ Μακρόν στο υπουργείο Οικονομίας, για να προχωρήσουν στην απελευθέρωση των εργασιακών νόμων της χώρας.
Αλλά η ανεργία συνέχισε να αυξάνεται. Σήμερα βρίσκεται κάπου στο 10,2% – στο 26% για τους νέους. Το ίδιο αυξάνονται η δυσαρέσκεια στο εσωτερικό του κόμματος και οι διαδηλώσεις στους δρόμους, με τις προοπτικές του PS να φαίνoνται θολές εν όψει προεδρικών το 2017.
Στο πολιτικό μέτωπο, με την άνοδο του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου (FN), το τοπίο της Πέμπτης Δημοκρατίας έχει αλλάξει δραματικά: ενώ είχε ένα δικομματικό σύστημα από τη γέννησή της το 1958, έχει χωριστεί πλέον σε τρία πολιτικά μπλοκ. Η Μαρίν Λεπέν μπορεί κάλλιστα να περάσει στον β’ γύρο των προεδρικών το 2017.
Ετσι, δεν είναι μόνο η Αριστερά, αλλά και η Γαλλική Δημοκρατία που φτάνει σε ένα σημείο καμπής. Στους κύκλους των Σοσιαλιστών έχει γίνει πάλι της μόδας η διάσημη παρατήρηση του Αντόνιο Γκράμσι: «Η κρίση συνίσταται ακριβώς στο γεγονός ότι το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί». Αλλά ο Γκράμσι προειδοποίησε επίσης κατά της ανόδου χαρισματικών ηγετών που ανεβαίνουν στην εξουσία από απελπισμένους ψηφοφόρους. Το γεγονός ότι οι Γάλλοι Σοσιαλιστές είναι όλο και λιγότερο ικανοί να ανταγωνιστούν το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο θα πρέπει να προκαλεί ανατριχίλα σε όσους ενδιαφέρονται για το μέλλον της Γαλλικής Δημοκρατίας» καταλήγει ο συνομιλητής μας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ