Ο απολογισμός από τις έντονες, πολύμερες απεργίες, αποχές και κινητοποιήσεις όλων σχεδόν των κοινωνικών στρωμάτων απέναντι στις νομοθετικές ρυθμίσεις στα πλαίσια του τρίτου Μνημονίου είναι φτωχός αλλά χρήσιμος για ορισμένα συμπεράσματα.
Φτωχός διότι τα αποτελέσματα των κοινωνικών διαμαρτυριών ήταν πενιχρά, περιθωριακά και ουδόλως επηρέασαν την ουσία των οδυνηρών ασφαλιστικο –φορολογικών ρυθμίσεων.
Χρήσιμος για να βγάλουμε κρίσιμα συμπεράσματα για την κατάσταση που ζούμε και τις εξελίξεις:
α. Η κυβέρνηση έχει απολύτως προσαρμοστεί στη μνημονιακή νομιμότητα και ο μόνος πραγματικός συνομιλητής της για το που πάει η χώρα και πως είναι οι δανειστές. Η φιλοσοφία εξάλλου των Μνημονίων είναι απλή και καθαρή:
* Επαναπροσδιορισμός του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία, τα κοινωνικά αγαθά και τις υπηρεσίες
* Ο περιορισμός του κόστους εργασίας των συλλογικών δικαιωμάτων, καθώς και η ακύρωση του κοινωνικού κράτους.
* Η κατάργηση και υποβάθμιση των θεσμών του κοινωνικού διαλόγου.
β. Η ως άνω παραδοχή δημιούργησε μια καθολική αμφισβήτηση των πολιτών απέναντι στην κρατική εξουσία και το πολύτιμο στοιχείο της
εμπιστοσύνης πολιτών –κυβέρνησης εξαντλήθηκε με γοργούς ρυθμούς. Οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν αυτή την κατάσταση με δραματικούς αριθμούς απογοήτευσης για τους κυβερνητικούς χειρισμούς.
γ. Άμεση συνέπεια των ως άνω πραγματικών γεγονότων είναι η διπλή βαριά ήττα της κυβέρνησης.
Στο ιδεολογικό επίπεδο οι ιδέες του ΣΥΡΙΖΑ και οι υποσχέσεις κατέρρευσαν. Ο κ. Πρωθυπουργός μίλησε ότι επρόκειτο για αυταπάτες, σημασία όμως δεν έχουν οι δικαιολογίες αλλά οι πράξεις.
Στο πολιτικό επίπεδο ο ΣΥΡΙΖΑ, από κινηματικό κίνημα με σεβασμό στον κοινωνικό διάλογο μεταμορφώθηκε σε «αριστερή» διακυβέρνηση που γράφει στα παλιά του τα παπούτσια τον κοινωνικό διάλογο και τους φορείς.
Ο πολιτικός λόγος των κυβερνόντων για να δικαιολογήσει την απόλυτη μεταμόρφωση και προσαρμογή στη νομιμότητα των Μνημονίων επιστράτευσε τη διγλωσσία. Από τη μια να ψηφίζει τα οδυνηρά μέτρα και από την άλλη να τα καταγγέλλει, θαρρείς και έτσι θα πάρει «συγχωροχάρτι». Αυτός ο διπλός δεσμός της κυβέρνησης γκρεμίζει τις γέφυρες εμπιστοσύνης με την κοινωνία και τους φορείς της.
Η μείζονα αντιπολίτευση Ν.Δ., εκμεταλλευόμενη αυτή την κατάσταση χωρίς μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης του τόπου ζητάει απλά την Απαλλαγή από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας την ως τη χειρότερη των τελευταίων χρόνων.
Τα μικρότερα κόμματα του δημοκρατικού τόξου κινούνται στη ζώνη του λυκόφωτος, να περάσουν τον εκλογικό πήχη του 3%. Αδυνατούν οι σκόρπιες δυνάμεις της λεγόμενης κεντροαριστεράς να συσπειρωθούν και να παρουσιάσουν ένα εναλλακτικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση. Οι κινήσεις κορυφής ΠΑΣΟΚ –ΠΟΤΑΜΙ –δεν φαίνεται να καρποφορούν, διότι ο καθένας ταμπουρώνεται στα
κομματικά του τείχη. Αλλά και οι συνεχείς οβιδιακές μεταμορφώσεις του πολιτικού προσωπικού δεν βοηθάει το εγχείρημα της ενότητας.
Γινόμαστε έτσι μάρτυρες μιας συγκρουσιακής τακτικής, ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη μείζονα αντιπολίτευση με σκιαμαχίες που δεν αφορούν τις σημερινές ανάγκες της χώρας και των πολιτών. Η κοινωνία παρακολουθεί σαστισμένη μια βαρετή παράσταση για το ποιος είναι ο χειρότερος.
Γεννάται το ερώτημα τι μέλει γενέσθαι; Υπάρχει δυνατότητα ανάδειξης ενός νέου ενωτικού, σύγχρονου πολιτικού κινήματος που θα εκφράσει ένα νέο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης της χώρας, με καθαρές προτάσεις και σοβαρό πολιτικό λόγο;
Πιστεύω ναι, αλλά με τρεις βασικές προϋποθέσεις:
α. Τη διαμόρφωση ενός κοινού Παραγωγικού και Κοινωνικού Προγράμματος με ορίζοντα το 2021, από τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που έχουν συνείδηση για την κατάσταση των πραγμάτων.
β. Τον σχηματισμό μιας πολιτικής, συλλογικής ηγεσίας έμπειρων και νέων στελεχών με γνώση για τις εξελίξεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
γ. Την άρθρωση ενός νέου πολιτικού λόγου που θα επικεντρώνεται σε τέσσερεις βασικούς στόχους.
* Την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και τη διανομή για την κάλυψη των αναγκών των πολιτών.
* Τη συμφιλίωση του κράτους με τους πολίτες και την επικοινωνιακή οργάνωση των θεσμών, κατά τρόπο που οι πολίτες να θέλουν να συμμετέχουν στα κοινά.
* Την αναγέννηση της εικόνας της Ελλάδας, στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο.
* Τη διάχυση και την ανάπτυξη της γνώσης μέσα από ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα, συνδεδεμένο με τις ανάγκες της
παραγωγής. Η γνώση αποτελεί το σημαντικότερο εργαλείο για τη συμμετοχή μας στο μέλλον.
Με δεδομένο ότι το 3ο Μνημόνιο, καθώς και η κυβέρνηση που προσαρμόστηκε και ενσωματώθηκε στη φιλοσοφία του, δεν επιτρέπουν την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, οι φορείς επιβάλλεται να περάσουν από το συντεχνιακό και τις επιμέρους διεκδικήσεις στο πολιτικό και από το πολιτικό στη δημιουργία ενός νέου πολιτικού κινήματος.
Το κίνημα των επιστημόνων και των ελεύθερων επαγγελματιών, οι αγρότες και ο κόσμος της εργασίας οφείλουν να αναδείξουν, να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός νέου κινήματος. Να συνθέσουν τα επιμέρους αιτήματά τους σε ένα πολιτικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Να ανταμώσουν με τους φορείς της Τ.Α. ειδικότερα των Περιφερειών, που και θεσμικά ο ρόλος τους επικεντρώνεται στην ανάπτυξη των Περιφερειών.
Οι πολιτικές πρωτοβουλίες έμπειρων και νέων στελεχών που θα συμβάλλουν στο ξεκίνημα και την ανάπτυξη σοβαρών πολιτικών συζητήσεων και ζυμώσεων, μαζί με τους επιστημονικούς φορείς, τις επαγγελματικές οργανώσεις και την Τ.Α. θα καρποφορήσουν και θα δημιουργήσουν ένα νέο Κίνημα Αναγέννησης της χώρας συσπειρώνοντας όλες τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου.
Συζητάμε, Ανταλλάσουμε απόψεις και Κτίζουμε μαζί με όλες τις ενεργητικές, δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις του τόπου.
Πιστεύω πραγματικά ότι πρέπει να γκρεμιστούν τα κομματικά τείχη ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΔΗΜΑΡ, ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ.
Τα πολιτικά προγράμματα γίνονται ελκυστικά και συσπειρώνουν τους πολίτες, όταν ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους και όταν κερδίζουν την εμπιστοσύνη τους.
Έχει ανάγκη ο τόπος από θετικές προτάσεις. Να ενώσουμε δυνάμεις και να κτίσουμε μαζί τη νέα Ελλάδα με ορίζοντα το 2021, για να γιορτάσουμε ελεύθεροι τα 200 χρόνια από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.