Δυτικές δυνάμεις κάνουν τα πρώτα βήματα προς νέα στρατιωτική εμπλοκή στη Λιβύη με προτάσεις για εξοπλισμό και εκπαίδευση των δυνάμεων της κυβέρνησης εθνικής ενότητας στην πολύπαθη αυτή χώρα.
Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους δηλώνουν έτοιμοι να εξοπλίσουν τις κυβερνητικές δυνάμεις για να επιχειρήσουν να ανακτήσουν τον έλεγχο όλων των εδαφών της Λιβύης, η οποία σπαράσσεται από σειρά εσωτερικών συγκρούσεων, με πρωταγωνιστές και εκεί τους βάρβαρους τζιχαντιστές του ISIS.
Ο εκτελών χρέη προέδρου της Λιβύης Φαγέζ αλ Σαράτζ τόνισε από την πλευρά του ότι θα παράσχει κατάλογο με τα οπλικά συστήματα τα οποία έχει ανάγκη ο στρατός της χώρας του. Τα όπλα θα παραδοθούν παρά το διεθνές εμπάργκο όπλων στις διάφορες ομάδες και παρατάξεις που δρουν στο έδαφος της Λιβύης.

Θα εξοπλίσουν τη φιλοδυτική κυβέρνηση

Στη διεθνή διάσκεψη κορυφής στη Βιέννη αποφασίστηκε ότι το τρέχον εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ θα τροποποιηθεί, ώστε να επιτραπεί η αποστολή όπλων στην Κυβέρνηση Εθνικής Συνεννόησης (GNA), η οποία επιδιώκει να εδραιωθεί στην Τρίπολη, μετά την άφιξή της πρόσφατα από τη γειτονική Τυνησία. Τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και άλλες 15 χώρες που συμμετέχουν στη συνεδρίαση συμφώνησαν σε ανακοινωθέν που αναφέρει ότι είναι «έτοιμοι να ανταποκριθούν στα αιτήματα της λιβυκής κυβέρνησης για την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό δυνάμεων» για την αντιμετώπιση του ΙSIS και άλλων εξτρεμιστικών ομάδων.

Το εμπάργκο θα παραμείνει για τις ομάδες που δεν στηρίζουν την GNA. Ανάμεσά τους είναι τμήματα της ως σήμερα διεθνώς αναγνωρισμένης διοίκησης που εδρεύει στο Τομπρούκ και μιας ισλαμικής αδελφής οργάνωσης στην Τρίπολη, οι οποίες μέχρι στιγμής έχουν απορρίψει την κυβέρνηση Αλ Σαράτζ, η οποία στηρίζεται από τον ΟΗΕ.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι, ο οποίος συν-προήδρευσε της συνόδου κορυφής με τον ιταλό υπουργό Εξωτερικών Πάολο Τζεντιλόνι, δήλωσε: «Η GNA είναι ο μόνος φορέας που μπορεί να ενοποιήσει τη χώρα. Είναι ο μόνος τρόπος για να δημιουργηθεί η απαραίτητη συνοχή για να νικήσουμε το ISIS».

Τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και άλλες εξτρεμιστικές ομάδες έχουν εγκατασταθεί στη Λιβύη εκμεταλλευόμενες το χάος μετά την ανατροπή του καθεστώτος του Μοαμάρ Καντάφι ύστερα από αεροπορική εκστρατεία του ΝΑΤΟ, επικεφαλής της οποίας ήταν η Βρετανία και η Γαλλία. Ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ εξέφρασε επιφυλάξεις. «Το βασικό ερώτημα είναι κατά πόσον η Λιβύη παραμένει ένα μέρος όπου η τρομοκρατία, η εγκληματική διακίνηση ανθρώπων και η αστάθεια συνεχίζουν να επεκτείνονται ή αν είμαστε σε θέση, από κοινού με την κυβέρνηση εθνικής ενότητας, να ανακτήσουμε τη σταθερότητα. Αυτό προς το παρόν είναι ένα ανοιχτό ερώτημα» είπε.


Φοβούνται την ανάπτυξη 6.000 ευρωπαίων στρατιωτών

Παρά το γεγονός ότι ειδικές δυνάμεις από διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας, δρουν στη Λιβύη, λαμβάνοντας μέρος σε μια αποστολή κατά του ISIS, τα σχέδια για την ανάπτυξη 6.000 στρατιωτών από την Ευρώπη, υπό την ηγεσία της Ιταλίας, δεν προωθούνται επί του παρόντος.
Μια τέτοια κίνηση σε τόσο ρευστό περιβάλλον μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες ζωών Ευρωπαίων και σε υψηλό πολιτικό κόστος για τις κυβερνήσεις της Δύσης.

Η διαδικασία εκπαίδευσης των λιβυκών δυνάμεων μπορεί να είναι προβληματική. Ενα πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου Λίβυοι είχαν εκπαιδευθεί από τις βρετανικές δυνάμεις στην Αγγλία πριν από δύο χρόνια απέτυχε ύστερα από κατάρρευση στην πειθαρχία και όταν κάποιοι από τους νεοσυλλέκτους κατηγορήθηκαν για ποινικά αδικήματα, συμπεριλαμβανομένων σεξουαλικών επιθέσεων.

Επιφυλακτικός για την επιτυχία των σχεδίων της Δύσης εμφανίζεται ο Ματία Τοάλντο, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), ο οποίος τονίζει ότι οι προσπάθειες δεν θα πρέπει να επικεντρωθούν σε στρατιωτικές λύσεις. «Οι Ευρωπαίοι έχουν τώρα αυτό που ζήτησαν, δηλαδή μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας που διοικεί από την πρωτεύουσα. Θα πρέπει να φροντίσουν να μην την επιβαρύνουν με μη ρεαλιστικές απαιτήσεις, από τον τερματισμό της προσφυγικής κρίσης ως τη νίκη επί του ISIS. Αντ’ αυτού η Δύση θα πρέπει να εργαστεί για να ενισχύσει τον πολιτικό έλεγχο της κυβέρνησης της χώρας» γράφει ο αναλυτής. Και τονίζει:

«Πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, η οποία απειλεί να επιδεινώσει την κατάσταση με τη μετανάστευση και με το ISIS, και να πιεστεί η κυβέρνηση Αλ Σαράτζ να συμφιλιωθεί με τη διοίκηση στο Τομπρούκ».

HeliosPlus