Η επεισοδιακή συνέντευξη του Νίκου Παππά στην Deutche Welle φανέρωσε αυτά που κανονικά θα ήθελε να κρύψει ο υπουργός Επικρατείας. Εκνευρισμό, ψυχολογική πίεση, απονευρωμένη επιχειρηματολογία. Μια άχαρη συζήτηση που έθεσε με ωμό τρόπο τα όρια του νέου success story μιας ακόμη ελληνικής κυβέρνησης στον απροετοίμαστο για την ψυχρολουσία υπουργό. «Θεέ μου! Τι κάνω εδώ… Μπορούμε να κόψουμε;» ρώτησε απελπισμένος ο κ. Παππάς το τριμελές τηλεοπτικό συνεργείο όταν ο Μίχελ Φρίντμαν, ένας βετεράνος των προκλητικών συνεντεύξεων, κατέρριψε όλες τις άμυνες του συνομιλητή του με τις επίμονες ερωτήσεις και το σαρδόνιο χαμόγελό του.
Το στοίχημα και το τέλος του εφιάλτη


Αυτή δεν είναι η ψυχολογία ενός υπουργού. Είναι η κατάσταση ολόκληρης της κυβέρνησης, η οποία βρήκε τρόπο να «συνομιλεί» μόνο με τα πιο αποκαρδιωτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού λαού, παραμένοντας αποξενωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Η οποία πιστεύει ότι με το να παραδεχθεί τις αυταπάτες της ξεμπερδεύει με τα λάθη της και ξεκινάει μια άγραφη πολιτική σελίδα. Και ελπίζει ότι εφαρμόζοντας μια σκληρή πολιτική λιτότητας, στη διαμόρφωση της οποίας ελάχιστα συμμετέχει, θα πετύχει ευρωπαϊκή στήριξη και ανάσταση της οικονομίας.
Οι αποφάσεις του Eurogroup και η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, παρά τις εκκρεμότητες για τη διευθέτηση του χρέους και τον ρόλο του ΔΝΤ, διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο στην εσωτερική πολιτική ζωή. Αμεσες εξελίξεις δύσκολα θα υπάρξουν, αντιθέτως προδιαγράφεται πολύμηνο σύρσιμο που θα δοκιμάσει τις αντοχές κομμάτων, οικονομίας και κοινωνίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρότι είχε προβλέψει ορθά τις εξελίξεις, εμφανίστηκε αιφνιδιασμένος, γεγονός που δείχνει ότι η στρατηγική της ΝΔ δεν έχει βάθος. Η Φώφη Γεννηματά και ο Σταύρος Θεοδωράκης μπορούν πλέον να χρησιμοποιήσουν τον χρόνο ως άλλοθι για να μην πάρουν αποφάσεις συμπόρευσης.
Το μεγάλο στοίχημα όμως δεν το έχει η αντιπολίτευση αλλά η κυβέρνηση. Αν ο Αλέξης Τσίπρας θέλει να βλέπει το ποτήρι του μισογεμάτο, όταν όλες οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, θα χρειαστεί να αποδείξει ότι τα σκληρά μέτρα που ψήφισαν οι κυβερνητικοί βουλευτές θα οδηγήσουν στο τέλος της αβεβαιότητας. Θα χρειαστεί δηλαδή να απαντήσει με πειστικό τρόπο στο ερώτημα που βασανίζει τους πολίτες: «Θα τελειώσει ποτέ αυτό που ζούμε;».
Χωρίς πολιτική σταθερότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί ούτε η στοιχειώδης οικονομική ανάκαμψη, αλλά για να το πετύχει αυτό ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να αλλάξει το αφήγημά του. Ως τώρα ο κ. Τσίπρας φρόντιζε να έχει το ένα πόδι του στη διπλανή βάρκα. Και μέλος της ευρωζώνης και αγκαλιά με το Grexit. Και με το αντιμνημονιακό μέτωπο και με το τρίτο Μνημόνιο. Και μέλος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και φλερτ με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες. Από την 9η Μαΐου ο κ. Τσίπρας φαίνεται ότι διάλεξε στρατόπεδο και ότι αναγνώρισε πως μαζί με τις αυταπάτες τελείωσαν και οι εναλλακτικές λύσεις. Τα δύσκολα τελείωσαν, έρχονται τα χειρότερα, όπως θα έλεγε ο Τρύφων Αλεξιάδης.
Ο κ. Τσίπρας βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με την κατηγορία ότι είπε ψέματα στον λαό για να ανεβεί στην εξουσία, με τη διακριτική αποστασιοποίηση των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών που βλέπουν τα ποσοστά του να υποχωρούν και με τη δυσφορία της Ευρωπαϊκής Αριστεράς επειδή εφαρμόζει μέτρα σκληρής λιτότητας ο υποψήφιός της για τη θέση του προέδρου της Κομισιόν, ο οποίος τον Μάιο του 2014 διακήρυττε ότι τα μνημόνια στην Ελλάδα «δεν είναι ιστορία επιτυχίας αλλά τραγωδία». Πώς θα καταφέρει να τετραγωνίσει τον κύκλο; Να εφαρμόσει την πιο σκληρή λιτότητα από την αρχή των μνημονίων και ταυτόχρονα να δημιουργήσει κλίμα σταθερότητας με κοινωνική συναίνεση;
Ο κ. Τσίπρας έχει δείξει ότι είναι οπαδός της θεωρίας «αν δεν μπορείς να λύσεις ένα πρόβλημα, μεγέθυνέ το». Τώρα όμως είναι αμφίβολο αν η διχαστική λογική που τον έφερε στην εξουσία θα εξακολουθήσει να λειτουργεί υπέρ του ή αν, αντιθέτως, χρειαστεί εκτός από την κυβέρνηση να διευρύνει και την κοινωνική βάση στην οποία θα στηριχθεί, καθώς ήδη το 1/3 της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις αποστασιοποιημένο, παρότι δεν έχει μετακινηθεί προς άλλα κόμματα.
Θα μπορέσει ο κ. Τσίπρας να κάνει τη στροφή; Στη Βουλή πάντως έχει ρίξει αισθητά τους τόνους. Θα τον ακολουθήσει το κόμμα του; Η ενδοχώρα του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί terra incognita για το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα και ο πολιτικός χαμαιλεοντισμός του Πρωθυπουργού δεν επιτρέπει στα κόμματα της αντιπολίτευσης ούτε προβλέψεις να κάνουν ούτε μακροπρόθεσμη στρατηγική να εκπονήσουν.
Οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Σοσιαλδημοκρατία


Επιπλέον το ευρωπαϊκό και το διεθνές περιβάλλον αποτελούν πεδία συνεχών κρίσεων. Πριν από 15 ημέρες βρισκόταν στις ΗΠΑ ο Ευάγγελος Βενιζέλος, όπου έδωσε σειρά διαλέξεων σε πανεπιστήμια και είχε φανερές και μυστικές συναντήσεις με διάφορους παράγοντες, όπως με τον Μάθιου Νίμιτς. Η εντύπωση που αποκόμισε ήταν ότι οι Αμερικανοί δεν μπορούν να καταλάβουν τι κάνουν οι Ευρωπαίοι και γιατί δεν λύνουν πιο γρήγορα και αποτελεσματικά τα προβλήματά τους. «Η Αμερική παρεμβαίνει σε όλα τα εσωτερικά θέματα της Ευρώπης, αλλά η Ευρώπη δεν παρεμβαίνει στα εσωτερικά θέματα των ΗΠΑ, η οποία μπορεί ξαφνικά να επανέλθει στον απομονωτισμό» διαπιστώνει. «Οι ΗΠΑ είναι πολύ φιλικές με το ελληνικό δράμα αλλά ρητορικά, διότι τα λεφτά τα έχουν δώσει οι Ευρωπαίοι, το ΔΝΤ διασφαλίζει την επιστροφή των δικών του δανείων και από ‘κεί και πέρα η Αμερική θέλει την ύπαρξη του ευρώ γιατί αναδεικνύει τον παγκόσμιο αποθεματικό ρόλο του δολαρίου. Αλλά δεν αναλαμβάνει κανένα κόστος».
Η αδυναμία της Ευρώπης να πάρει σοβαρές πρωτοβουλίες προβληματίζει τον κ. Βενιζέλο. «Ενα μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης είναι ότι δεν υπάρχει δυνατότητα πολιτικής εναλλαγής. Οι 28 εθνικοί εκλογικοί κύκλοι διαπλέκονται και το αποτέλεσμα είναι ένας μεγάλος κυλιόμενος συνασπισμός μεταξύ συντηρητικών και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων, ο οποίος συσκοτίζει τα πράγματα, δεν επιτρέπει να τεθούν τα πολιτικά διλήμματα με καθαρό τρόπο ενώπιον των κοινωνιών, και ξεσπάει ένας ευρωσκεπτικισμός, ο οποίος αυτή τη στιγμή γίνεται αποδεκτός θεσμικά στην ΕΕ με το Brexit, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου» παρατηρεί.
Επίσης, πιστεύει ότι η Ευρώπη ως ιστορικό κεκτημένο είναι μια ήπειρος σοσιαλδημοκρατική, άρα η κρίση της Ευρώπης είναι κρίση της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας. «Η Σοσιαλδημοκρατία είναι πάντα μια επιπλέον επεξεργασία, ιδεολογική, θεσμική, αξιακή, πολιτιστική, ενώ το Λαϊκό Κόμμα, η ευρωπαϊκή Δεξιά, διέπεται από μια πιο εμπειρική αντίληψη περί πολιτικής και η κρίση της δεν είναι τόσο εμφανής».

Εμείς και οι εταίροι
«Κάναμε μεταστροφή με τον πλέον άγαρμπο και επικίνδυνο τρόπο»

Ο Ευ. Βενιζέλος διαφωνεί με την επισήμανση ότι οι εταίροι και ειδικά οι Σοσιαλδημοκράτες στηρίζουν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. «Οι εταίροι δεν στηρίζουν την κυβέρνηση. Στηρίζουν την πολιτική τους. Η άποψη των ευρωπαίων εταίρων μακροσκοπικά είναι πολύ απλή και πολύ πραγματιστική έως κυνική. Ηθελαν να αντιστρέψουν τη δυναμική που ανέπτυσσε ένα ετερόκλητο συνονθύλευμα ριζοσπαστικό, ευρωσκεπτικιστικό, αντιμνημονιακό, από την άκρα Δεξιά ως την άκρα Αριστερά. Εμείς, ως χώρα, κάναμε τη μεταστροφή με τον πλέον άγαρμπο και επικίνδυνο τρόπο πληρώνοντας το μεγαλύτερο δυνατό κόστος. Και τώρα έχουμε μια υποστήριξη της μνημονιακής πολιτικής που ξεπερνά το 70% Κοινοβουλίου και εκλογικού σώματος, και έχει απομείνει το 30% να είναι αντιμνημονιακό και αντιευρωπαϊκό. Αλλά αυτό το 70% δεν είναι ενιαίο, δεν είναι ένα ευρωπαϊκό μέτωπο το οποίο εφαρμόζει με συνέπεια μια πολιτική υπέρβασης της κρίσης, διότι υπάρχουν μέσα του το ψέμα, η αμφιθυμία και η παλινωδία του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ. Και φυσικά υπάρχει πάντα ο τρίτος αφανής εταίρος, ο οποίος λειτουργεί στα θέματα που είναι πιο ευαίσθητα, των θεσμών, της Δικαιοσύνης, του σκληρού πυρήνα του κράτους, όπου φαίνεται να υπάρχει μια συνεργασία με τον χώρο της πρώην αντιμνημονιακής Δεξιάς».

ΝΕΟ ΣΚΗΝΙΚΟ
Οι αποφάσεις του Eurogroup και η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, παρά τις εκκρεμότητες για τη διευθέτηση του χρέους και τον ρόλο του ΔΝΤ, διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο στην εσωτερική πολιτική ζωή.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης, παρότι είχε προβλέψει ορθά τις εξελίξεις, εμφανίστηκε αιφνιδιασμένος, ενώ η Φώφη Γεννηματά και ο Σταύρος Θεοδωράκης μπορούν πλέον να χρησιμοποιήσουν τον χρόνο ως άλλοθι για να μην πάρουν αποφάσεις συμπόρευσης.

Η αδυναμία της Ευρώπης να αναλάβει σοβαρές πρωτοβουλίες προβληματίζει τον κ. Βενιζέλο. «Ενα μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης είναι ότι δεν υπάρχει δυνατότητα πολιτικής εναλλαγής» εκτιμά

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ