Ανακουφισμένες από τη διαφαινόμενη συμφωνία και το κλείσιμο της αξιολόγησης είναι οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. «Αποφύγαμε ένα νέο 2015, με παράταση της αγωνίας ως την τελευταία στιγμή» επισημαίνει μιλώντας στο «Βήμα» κορυφαία τραπεζική πηγή. Προσθέτει ωστόσο πως αν και πρόκειται για μια θετική είδηση, «δεν αρκεί από μόνη της για την επιστροφή στην ανάπτυξη». Για να υπάρξει σαφής βελτίωση των μακροοικονομικών προοπτικών και κατ’ επέκταση των μεγεθών των τραπεζών, εκτιμά ότι είναι απαραίτητη η εφαρμογή «μιας συστηματικής πολιτικής προσέλκυσης επενδύσεων και ενός καλού επικοινωνιακού χειρισμού της τρέχουσας συγκυρίας από την κυβέρνηση στο εξωτερικό».
Αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος συστημικού ομίλου εκτιμά ότι «τα επόμενα τρίμηνα θα καταγραφεί μια σταθεροποίηση στην αγορά». Θεωρεί ότι η εμπιστοσύνη προς το τραπεζικό σύστημα θα συμβάλει θετικά προς την κατεύθυνση επιτάχυνσης των αναδιαρθρώσεων στα «κόκκινα» δάνεια και βελτίωσης των συνθηκών ρευστότητας.
Στο πλαίσιο αυτό, αναμένει αργή αλλά σταθερή αύξηση των καταθέσεων. Σε δεύτερο χρόνο, και εφόσον παγιωθεί ένα θετικό κλίμα στην οικονομία, εκτιμά ότι μπορεί να υπάρξει και εισροή ενός μικρού ποσοστού των αποθησαυρισμένων χαρτονομισμάτων.
Στήριξη στη ρευστότητα των τραπεζών θα υπάρξει και από την αποδοχή των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (waiver) από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για την εξασφάλιση φθηνής χρηματοδότησης, αλλά και από την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Μέσω των δύο αυτών διευκολύνσεων οι ελληνικές τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα είτε να καταθέσουν στην ΕΚΤ τους τίτλους αυτούς, μειώνοντας αντίστοιχα την εξάρτησή τους από τον ακριβότερο μηχανισμό δανεισμού ELA, ή να τους πουλήσουν μέσω του QE. Με την κατάθεσή τους στην ΕΚΤ για άντληση ρευστότητας εξασφαλίζεται ένα ετήσιο κέρδος της τάξεως των 75 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη, με την πώλησή τους στην ΕΚΤ, στο πλαίσιο του QE, διασφαλίζεται άμεσα ρευστότητα μέσω της οποίας θα μειωθεί ο δανεισμός από το Ευρωσύστημα, ωστόσο λόγω των χαμηλών τους αποτιμήσεων οι τράπεζες θα καταγράψουν ζημιές. Η πολιτική την οποία θα ακολουθήσει τελικώς κάθε όμιλος θα εξαρτηθεί από τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου του.
Από την άλλη πλευρά, η διαχείριση των επισφαλειών θα γίνεται όλο και πιο αποτελεσματική όσο θα βελτιώνεται το κλίμα στην οικονομία. Σε πρώτο χρόνο εκτιμάται ότι θα υπάρξει επαναπροσέγγιση των στρατηγικών κακοπληρωτών, υπό την απειλή των κατασχέσεων ή της πώλησης των δανείων τους σε funds. Υπολογίζεται ότι οι τράπεζες έχουν άνοιγμα της τάξης των 20 δισ. ευρώ στους συγκεκριμένους δανειολήπτες.
Από ‘κεί και πέρα, οι τράπεζες ετοιμάζονται για μια πιο επιθετική πολιτική ρυθμίσεων, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε ως τώρα, όπου προκρίνονταν κυρίως λύσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα. Η στοχοθεσία μείωσης των επισφαλειών που θα οριστικοποιηθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, σε συνδυασμό με τις «ποινές» από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) για ταχύτερη αντιμετώπιση του προβλήματος, αναμένεται να επιταχύνει τους ρυθμούς αναδιάρθρωσης των προβληματικών χορηγήσεων από τις αρχές του 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ