Μία πρόσθεση φίλου στο Facebook αποτέλεσε καταλυτικό στοιχείο στην εξέλιξη της δίκης-στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων – της απαγωγής 27χρονης φοιτήτριας- συγγενούς αθλητικού παράγοντα του Αστέρα Τρίπολης, τον Οκτώβριο του 2014 στην Κυψέλη.

Οι δύο αρχικά συλληφθέντες για την υπόθεση, ένας 48χρονος που ήταν εργαζόμενος σε μεταφορική εταιρεία όπου έδινε παρόν ο πατέρας της 27χρονης και ένας 53χρονος που διατηρούσε μάντρα αυτοκινήτων στο Μενίδι (εκπροσωπήθηκαν νομικά από τους δικηγόρους κ.κ. Ιωάννη ΓλύκακαιΙωάννη Λάγκα)καταδικάσθηκαν σε φυλάκιση 18χρόνων, αφού τους αναγνωρίσθηκαν ελαφρυντικά (μεταμέλειας και προτέρου εντίμου βίου). Ωστόσο σε ποινή φυλάκισης έξι ετών καταδικάσθηκε και ο 49χρονος ιδιοκτήτης της μεταφορικής εταιρείας-εργοδότης του 48χρονου- ο οποίος κατηγορήθηκε σε δεύτερη φάση γιαεμπλοκή στην αρπαγή της 27χρονης.

Η 27χρονη έπεσε θύμα αρπαγής στις 31 Οκτωβρίου 2014 από την Κυψέλη και αφέθηκε ελεύθερη ύστερα από δέκα ημέρες ομηρίας σε κατοικία στη Λούτσα. Οι συγγενείς της κατέβαλαν τελικώς 82.500 ευρώ ενώ οι αρχικές απαιτήσεις των δραστών ήταν της τάξης των 10 εκατ. ευρώ. Ύστερα από πολυήμερη έρευνα της ΕΛ.ΑΣ και από στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από καταγραφές καμερών και κινητά τηλέφωνα συνελήφθησαν σχεδόν αμέσως ως δράστες ο 48χρονος και ο 53χρονος. Στην αρπαγή φέρεται να είχε εμπλακεί και ένας 25χρονος Αλβανός που γνώριζε τον ιδιοκτήτη μάντρας αυτοκινήτων και ο οποίος αναζητείται.

Αρχικά οι δύο συλληφθέντες δεν είχαν εμπλέξει άλλο άτομο στην υπόθεση. Όμως σε νεότερο απολογητικό υπόμνημά του ο 48χρονος ανέφερε ότι «ο 49χρονος εργοδότης μουήταν αυτός που είχε την ιδέα για την οργάνωση της απαγωγής της 27χρονης φοιτήτριας και είχε τελικώς συμφωνήσει να πάρει το 15% των λύτρων. Αυτός επέλεξε τον στόχο και μας υπέδειξε το σπίτι της φοιτήτριας στην Κυψέλη. Αρχικά ήθελε να απαγάγουμε ένα από τα παιδιά του ίδιου του συνιδιοκτήτη της επαρχιακής ΠΑΕ αφού είχε επαφή και με τη γυναίκα του μέσω facebook. Είχαμε σειρά συναντήσεων μαζί του σε καφετέρια στο Μενίδι όπου κανονίσαμε για την αρπαγή αλλά και τον ενημερώναμε για την εξέλιξη της απαγωγής».

Στο βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου αποφασίστηκε και η παραπομπή του ιδιοκτήτη της μεταφορικής εταιρείας. Κι αυτό γιατί αρχικά συνεκτιμήθηκεη αναφορά της 27χρονης ομήρου ότι όταν την είχε πιάσει κρίση πανικού στην διάρκεια της αρπαγής της, ο 48χρονος της είπε:«Τι να σου λέω τώρα, άστα. Δεν είμαστε μόνο εμείς οι τρεις(σ.σ. οι δύο ήδη κατηγορούμενοι και ο Αλβανός που δεν εντοπίστηκε),υπάρχει και άλλο άτομο».Επιπλέον είχαν θεωρηθεί βασικό κριτήριο οι «σχέσεις» και οι φιλίες του Facebook. Όπως σημειώνεται,«ο πατέρας της απαχθείσης στην κατάθεσή του στις 3 Ιουλίου 2015, ανέφερε ότι η κόρη του έβαζε σε λογαριασμό της στη σελίδα κοινωνικής δικτύωσης Facebook πληροφορίες σχετικά με τη δουλειά και τις συνήθειές της, και ότι ο ιδιοκτήτης της μεταφορικής εταιρείας είχε και αυτός λογαριασμό στο Facebook, έχοντας προσθέσει δε ως «φίλη» την όμηρο είχε πρόσβαση και στον δικό της λογαριασμό, από τον οποίο μπορούσε να αντλήσει ευχερώς πληροφορίες για εκείνη. Κάτι που αντίθετα δεν θα μπορούσε να κάνει ένας οποιοσδήποτε χρήστης του Facebook, όπως ο 48χρονος ήδη κατηγορούμενος, ο οποίος δεν ήταν στη λίστα των «φίλων» της 27χρονης».

Στην διάρκεια λοιπόν της δικαστικής διαδικασίας ο 49χρονος ιδιοκτήτης της μεταφορικής εταιρείας μίλησε για «σκευωρία» σε βάρος του και διατύπωσε τον ισχυρισμό ότι η απαχθείσα 27χρονη τον είχε «προσθέσει» σαν φίλο στο Facebook κι όχι αυτός. Ομως αυτό το «add» φιλίας στο Facebook αποτέλεσε τελικά σημαντική παράμετρο της υπόθεσης. Κι αυτό λόγωτων συνεχών αντεγκλήσεων, με την 27χρονη να επιμένει ότι εκείνος την «προσκάλεσε», ότι είχε ζητήσει πληροφορίες από τους συγγενείς της για να αντιληφθεί για ποιόν πρόκειται, προτού αποδεχθεί το αίτημα του. Στην συνέχεια μάλιστα άφησε αιχμές για εμπλοκή και του 49χρονου στην απαγωγή. Σημειώνοντας ότι στο Facebook έδινε συνεχώς στίγμα των κινήσεων της. Μία αντιδικία για τις ηλεκτρονικές φιλίες που φέρεται να συνεκτιμήθηκε στην απόφαση του δικαστηρίου.