Το τρίτο κεφάλαιο της δίκης για τη χειραγώγηση του βρετανικού διατραπεζικού επιτοκίου Libor ξεκίνησε την περασμένη Δευτέρα στη Βρετανία, μια υπόθεση που έχει οδηγήσει σε πρόστιμα δισεκατομμυρίων δολαρίων και συγκλόνισε τη φήμη ορισμένων από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων της Royal Bank of Scotland, της UBS, της Deutsche Bank, της Société Générale καθώς και της Barclays.
Στη δίκη που άνοιξε τις πύλες της την περασμένη Δευτέρα κατηγορούμενοι είναι πέντε υπάλληλοι της Barclays, οι Τζέι Μέρτσαντ, Αλεξ Πέιμπον, Ράιαν Ράιχ, Τζόναθαν Μάθιους και ο ελληνικής καταγωγής Στέλιος Κοντογούλας.
«Το κίνητρό τους ήταν απλό: να αυξήσουν τα κέρδη που οι χρηματιστές είχαν από τα συμβόλαια διατραπεζικών επιτοκίων και άλλα παράγωγα με τους αντισυμβαλλομένους της Barclays, οι οποίοι θα μπορούσαν να ήταν τράπεζες, κυβερνήσεις και συνταξιοδοτικά ταμεία» δήλωσε ο κατήγορος της δίκης στην εναρκτήρια αγόρευσή του.
Για να ρυθιστεί το Libor και άλλα επιτόκια οι τράπεζες υποβάλλουν τις τιμές στις οποίες θα ήταν διατεθειμένες να δανείσουν χρήματα σε μιαν άλλη, χωρίς εγγυήσεις, σε διάφορα νομίσματα και σε ποικίλα χρονικά διαστήματα. Το επιτόκιο Libor δημοσιεύεται σε καθημερινή βάση και χρησιμοποιείται για την αποτίμηση τίτλων αξίας άνω των 300 τρισ. δολαρίων. Στο παρελθόν βρισκόταν υπό την εποπτεία της Ενωσης Βρετανών Τραπεζιτών (BBA), αλλά στον απόηχο του σκανδάλου η πρωταρχική οικονομική ρυθμιστική αρχή της Βρετανίας, η Αρχή Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών (FCA), μετατόπισε την εποπτεία του Libor σε μια νέα οντότητα, την ΙΒΑ.
Θέμα εμπιστοσύνης


Οπως περιγράφουν οι «New York Times», η δίκη έρχεται σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά τον συμβιβασμό της Barclays με τις αμερικανικές και τις βρετανικές Αρχές. Η τράπεζα ήταν το πρώτο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που έσπευσε να διευθετήσει το θέμα καταβάλλοντας περί τα 450 εκατ. δολάρια σε κυρώσεις και δέχθηκε ένα σοβαρό πλήγμα για τη φήμη της. Εκτοτε οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Ευρωπαϊκή Ενωση έχουν επιβάλει πρόστιμα συνολικού ύψους 9 δισ. δολαρίων στις εμπλεκόμενες τράπεζες.
Οι αναλυτές εκφράζουν την άποψη ότι το σκάνδαλο Libor έχει διαβρώσει την εμπιστοσύνη του κοινού στην αγορά. Οπως σημείωνε η «Wall Street Journal», η χειραγώγηση του βρετανικού διατραπεζικού επιτοκίου από τα μεγαλύτερα ονόματα του χρηματοπιστωτικού τομέα έχει υπονομεύσει την αξιοπιστία και το αίσθημα ασφάλειας των επενδυτών παγκοσμίως. Παράλληλα εκτιμάται ότι οι τράπεζες που ερευνώνται για το σκάνδαλο θα μπορούσαν να καταλήξουν να πληρώσουν ως και 35 δισ. δολάρια σε ιδιωτικούς νομικούς συμβιβασμούς, πέραν αυτών που τους έχουν επιβληθεί από τις ρυθμιστικές αρχές.
Συμφωνα με το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (CFR), ένα ανεξάρτητο αμερικανικό think tank, τα ποσά αυτά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν νέες προκλήσεις για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που καλούνται όλο και περισσότερο να διατηρούν υψηλότερα αποθεματικά για να προφυλαχθούν από μιαν άλλη συστημική κρίση.
Πολλοί εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου έχουν εκφράσει την άποψη για την ανάγκη επιβολής αυστηρότερων κυρώσεων, εκτός από τις τράπεζες, στους χρηματιστές και σε κάθε άλλον εμπλεκόμενο. Το 2013 ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας Τζορτζ Οσμπορν είχε δηλώσει ότι το πρόστιμο που επιβλήθηκε στη Royal Bank of Scotland από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε καταβληθεί από τα μπόνους των τραπεζιτών.
Στυλιανός Κοντογούλας
Ο έλληνας υπόδικος έταζε ελεύθερη είσοδο στο μπαρ του σε ελληνικό νησί!
Αρωμα Ελλάδας έχει το σκάνδαλο Libor καθώς μετά τον επονομαζόμενο «Pete The Greek» (κατά κόσμον Παναγιώτη Κουτσογιάννη), τώρα άλλος ένας Ελληνας καλείται να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες για την προσπάθεια χειραγώγησης της βρετανικής διατραπεζικής αγοράς επιτοκίων.
Σύμφωνα με το Bloomberg, ο Στυλιανός Κοντογούλας, ένας από τους υπόδικους εργαζομένους της Barclays, φέρεται να είχε στείλει κατ’ επανάληψη ηλεκτρονικά μηνύματα στον Πίτερ Τζόνσον, έναν από τους ανθρώπους που ρύθμιζαν το τελικό ύψος των επιτοκίων, παρακινώντας τον να διατηρεί το ποσοστό στο σημείο που τον συνέφερε κάθε φορά. Ως αντάλλαγμα, μάλιστα, ο Κοντογούλας προσέφερε στον Τζόνσον μια θέση στα απομνημονεύματά του αλλά και ελεύθερη είσοδο στο μπαρ που διατηρεί σε ελληνικό νησί!
Οπως αποκαλύπτει η δικογραφία, ο Κοντογούλας έγραφε στο email του προς τον Τζόνσον: «Να θυμάσαι, όταν συνταξιοδοτηθώ και γράψω ένα βιβλίο, το όνομά σου θα γραφτεί με χρυσά γράμματα» και πρόσθετε ότι «θα έχεις μια ανοιχτή πρόσκληση για το μπαρ μου στα ελληνικά νησιά».
Ο Τζόνσον με τη σειρά του απάντησε με μια δόση χιούμορ ότι θα προτιμούσε «να μην υπάρχει τίποτε γραπτό σχετικά με την όλη υπόθεση». Ο κυνισμός και η διάθεση αστεϊσμού στις συνομιλίες αποδεικνύουν, σύμφωνα με τους κατηγόρους, ότι οι συμμετέχοντες δρούσαν με μόνο κίνητρο το προσωπικό κέρδος. Το περασμένο καλοκαίρι ο Παναγιώτης Κουτσογιάννης, υπάλληλος της UBS που επίσης εμπλέκεται στο σκάνδαλο Libor, απέφυγε τη δίωξη καθώς, αν και υπήρχαν ενδείξεις για την εμπλοκή του, οι διωκτικές αρχές δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν αδιάσειστες αποδείξεις ώστε να στοιχειοθετηθούν κατηγορίες.

Τo κόλπο πέντε υπαλλήλων της City
Θησαύρισαν με εκμετάλλευση εσωτερικής πληροφόρησης

Δεν είναι μόνο η δίκη για την προσπάθεια χειραγώγησης του βρετανικού διατραπεζικού επιτοκίου Libor που απασχόλησε τις δικαστικές αρχές της Βρετανίας την περασμένη εβδομάδα. Σε μια άλλη αίθουσα έλαβε χώρα η μεγαλύτερη υπόθεση εκμετάλλευσης εσωτερικής πληροφόρησης που έχει συμβεί ποτέ στη Βρετανία.
Σύμφωνα με τους «Financial Times», πέντε υπάλληλοι της City επεξεργάστηκαν «μια προσεκτικά σχεδιασμένη συνωμοσία» που τους απέφερε εκατομμύρια στερλίνες σε παράνομα κέρδη. Οι Μάρτιν Ντόντγκσον, Αντριου Χιντ, Μπέντζαμιν Αντερσον, Ιράι Παρβίζι και Αντριου Χάρισον εκμεταλλεύθηκαν την πρόσβασή τους σε μη δημόσιες πληροφορίες τις οποίες στη συνέχεια αξιοποιούσαν για να πραγματοποιούν κερδοφόρες χρηματιστηριακές συναλλαγές.
Ηταν μάλιστα τόσο αποφασισμένοι να μην αφήσουν κανένα ίχνος της παράνομης δραστηριότητάς τους ώστε χρησιμοποιούσαν κρυπτογραφημένους σκληρούς δίσκους και καρτοκινητά τηλέφωνα μιας χρήσης για την επικοινωνία τους.
Ο Παρβίζι μάλιστα δήλωσε στην κατάθεσή του στο δικαστήριο ότι η πιο επιτυχημένη τεχνική που ακολουθούσε για την επίτευξη του σχεδίου ήταν να επικοινωνεί με βρετανούς δημοσιογράφους και να προσπαθεί να τους αποσπάσει πληροφορίες πάνω στα θέματα που δημοσίευαν τις επόμενες ημέρες. «Αν εγώ αγόραζα (μετοχές) σήμερα και η «Mail» έγραφε κάτι την επόμενη μέρα, η τιμή της μετοχής ανέβαινε από 2% ως 5%» δήλωσε ο Παρβίζι. Σε ερώτηση μάλιστα του δικαστηρίου αν ηθελημένα μετέφερε παραπλανητικές πληροφορίες στους δημοσιογράφους, ο ηλικίας 50 ετών χρηματιστής απάντησε ευθαρσώς: «Φυσικά ναι, ήμουν εκεί για να βοηθήσω τον εαυτό μου».
Οι πέντε κατηγορούμενοι φέρεται να αποκόμισαν παράνομα κέρδη ύψους 3 εκατ. στερλινών από το 2006 ως το 2010.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ