Καλή και εντυπωσιακή όλη αυτή η ιστορία με τα wikileaks και τις «αποκαλύψεις» για τις συνομιλίες του «μισητού» Πόουλ Τόσμον με την Ντάλια Βελκουλέσκου, όμως το ερώτημα είναι που οδηγείται η χώρα μετά από όλα αυτά;
Δυστυχώς, με την κοντόφθαλμη, επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην διαχείριση της αξιολόγησης, η οικονομία έχασε ακόμα μια ευκαιρία να ξεκολλήσει από τον πάτο και η χώρα να βγει από τέλμα.
Διότι αν είχε περάσει εγκαίρως από τη Βουλή αυτά που προέβλεπε το τρίτο μνημόνιο, το οποίο υπέγραψε ο Αλέξης Τσίπρας και ενέκρινε ο ελληνικός λαός _όπως ο ίδιος υποστηρίζει_ στις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου, τώρα η οικονομία θα είχε πάρει μπροστά και η Ελλάδα θα βρισκόταν σε ιδιαίτερα πλεονεκτική θέση για να διεκδικήσει την πολυπόθητη ελάφρυνση του χρέους.
Θα είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και με το προσφυγικό και Brexit να ανησυχούν τους Ευρωπαίους, θα πίεζε για κλείσιμο της αξιολόγησης και ρύθμιση του χρέους. Ο κ. Τσίπρας θα είχε κάθε λόγο να ζητεί εδώ και τώρα λύση. Και θα είχε στο πλευρό του το ΔΝΤ, το οποίο πιέζει για ελάφρυνση δημοσιονομικών στόχων και χρέους.
Αντ΄αυτού, η ανικανότητα της κυβέρνησής του τον οδήγησε τώρα απέναντι σε ένα βουνό υποχρεώσεων, το οποίο αδυνατεί να ανεβεί. Ασφαλιστικό, φορολογικό, δημοσιονομικό, χρέος και συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα έχουν έλθει όλα μαζί.
Υστερα δε από την πρόσφατη αντιπαράθεσή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αντιλήφθηκε ότι πλέον δεν υπάρχει δυνατότητα ευρείας συμμαχίας στη Βουλή, που είναι απαραίτητη για να περάσουν όλα αυτά τα μέτρα.
Αυτό έγινε αντιληπτό και στους ευρωπαίους, οι οποίοι υπό την πίεση του προσφυγικού (Νο 1 ζήτημα για την Ανγκελα Μέρκελ) και του δημοψηφίσματος στην Βρετανία, επιθυμούν στην παρούσα φάση να κλείσουν όπως – όπως την αξιολόγηση και σε δεύτερη, αφού οι πιστωτές καταλήξουν μεταξύ τους για το χρέος, να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να ακολουθήσει ένα νέο πακέτο μέτρων – μνημόνιο, με αντάλλαγμα τη ρύθμιση του χρέους.
Βεβαίως αυτό προσφέρει μεγάλη ανάσα και πολιτικό χρόνο στον κ. Τσίπρα, ο οποίος έσπευσε να συνταχθεί με τη γραμμή Μέρκελ – Σόιμπλε.
Ομως η light αξιολόγηση που θα του προσφέρουν μαζί με τα όποια χρήματα δεν θα συνοδεύεται από την πολυπόθητη ρύθμιση χρέους. Μοιραία κάποιος πρέπει να φορτωθεί το βάρος ότι το αποτέλεσμα της μακράς διαπραγμάτευσης και της συμφωνίας με τα νέα μέτρα δεν είναι αυτό που υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό.
Και τι πιο εύκολος στόχος από το μισητό ΔΝΤ.
Δεν ξέρουμε κατά πόσο η ιστορία με της διαρροή των συνομιλιών μπορεί να γίνει πιστευτή. Ομως το ερώτημα είναι που μας οδηγούν όλα αυτά; Δυστυχώς, η χώρα θα συνεχίσει να πορεύεται κούτσα – κούτσα και η οικονομία θα φυτοζωεί. Μέχρι να ολοκληρωθεί η ημιτελής αξιολόγηση, αφού θα έχει διεξαχθεί το δημοψήφισμα στη Βρετανία και θα έχει διαφανεί πως λειτουργεί η συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία για τον έλεγχο των προσφυγικών ροών, η αβεβαιότητα θα κυριαρχεί και δρα ανασταλτικά για οποιαδήποτε επιχειρηματική – επενδυτική απόφαση.
Οι ευρωπαίοι δεν έχουν κανένα λόγο να βιάζονται. Αλλωστε από την αρχή της κρίσης έχουν πορευτεί ακολουθώντας τη στρατηγική extend and pretend. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα επαναφέρουν τα ίδια ζητήματα για το ασφαλιστικό, το φορολογικό, το δημοσιονομικό και τις μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με τη λύση για το χρέος. Και τότε η κυβέρνηση θα τους έχει όλους απέναντί της.