Βασίλης Κολώνας
Εκατό χρόνια φιλοξενίας.
Τα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης (1914-2014)
(δίγλωσση έκδοση, ελληνικά και αγγλικά)
University Studio Press, 2015,
σελ. 288, τιμή 40 ευρώ

Από όλα τα αρχιτεκτονικά προγράμματα το ξενοδοχείο απέχει πολύ από το να βρίσκεται ανάμεσα σε αυτά που προκαλούν το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των ιστορικών, οι οποίοι εν γένει προτιμούν τις μεγάλες δημόσιες ή ιδιωτικές αναθέσεις, βρίσκοντας έτσι την ευκαιρία να παρουσιάσουν κτίρια κύρους ή να αναφερθούν σε διακεκριμένες προσωπικότητες.

Το βιβλίο του Βασίλη Κολώνα δείχνει ότι αυτό δεν ισχύει: συνδέοντας με έναν πολύ προσωπικό τρόπο τη θεματική του ξενοδοχείου με εκείνη της «συμπρωτεύουσας» του ελληνικού κόσμου, αποκαλύπτει τον πλούτο ενός αιώνα με ταραγμένη ιστορία, όπου αυτός ο απλός κτιριακός τύπος αποκαλύπτει ως τις παραμικρές λεπτομέρειες το πεπρωμένο μιας πόλης και του πολιτισμού της μέσα από ένα πλήθος μαρτυριών, η ποικιλία των οποίων εκπλήσσει.
Είναι κατ’ αρχάς η οθωμανική παράδοση των πανδοχείων, από τα οπoία ξεχωρίζει το χάνι Κορυτσά: έχοντας επιβιώσει ως τη δεκαετία του 1970 ως μαρτυρία της πόλης που έχει πια χαθεί, ανέδειξε μια τυπολογία που συνδύαζε χώρους αποθήκευσης με χώρους φιλοξενίας καταλαμβάνοντας μια ολόκληρη οικοδομική νησίδα, όπου γύρω από μια μεγάλη εσωτερική αυλή διαμορφώνονταν τα διάφορα καταλύματα. Η ευημερία της Θεσσαλονίκης, στην έξοδο της βαλκανικής ενδοχώρας, διακρινόταν στο μέγεθος και στον αριθμό αυτών των «πανδοχείων» που κάλυπταν τεράστιες οικοπεδικές εκτάσεις.
Η άφιξη του σιδηροδρόμου το 1875, η ανάπτυξη του λιμανιού και η κατασκευή της προκυμαίας σηματοδοτούν τη μετάλλαξη της πόλης δίνοντάς της σημαντικές προοπτικές για ένα νέο βιομηχανικό και εμπορικό μέλλον. Στην πλατεία Ελευθερίας κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα ξενοδοχεία δυτικού τύπου και μαζί τους τα καφέ όπου συναντάται η πνευματική και καλλιτεχνική ελίτ –σε ένα πολιτικό κλίμα που καθίσταται ολοένα και πιο τεταμένο καθώς αυξάνονται οι εθνοτικές αντιπαλότητες στην καρδιά αυτής της πολυπολιτισμικής πόλης, όπου κυριαρχεί η μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα της Ευρώπης. Τα πολυώροφα κτίρια του Grand Hôtel d’Angleterre και στη συνέχεια του Splendid Palace διαθέτουν πλούσια διακοσμημένες προσόψεις ακολουθώντας τα πρότυπα της ευρωπαϊκής αστικής αρχιτεκτονικής.
Η πυρκαγιά του 1917
Ακρως συμβολική, η πυρκαγιά του 1917 αφήνει την πόλη σε ερείπια σβήνοντας ένα μέρος της ιστορίας της. Μια νέα πρωτεύουσα αναδύεται μέσα από την ανοικοδόμηση της πόλης. Εξετάζοντας αυτή την περίοδο ο Βασίλης Κολώνας δεν στέκεται τόσο στις αρετές του νέου σχεδίου, όπου κυριαρχούν το τραμ και η αρχιτεκτονική των επιβεβλημένων όψεων, όσο στην παρουσία ενός νέου τοπόσημου στην παραλιακή λεωφόρο: του ξενοδοχείου Mediterranean Palace, που χτίστηκε το 1922 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Μαρίνου Δελλαδέτσιμα, αποφοίτου της Ecole Spécialeτου Παρισιού. Αριστούργημα ενός μεσογειακού νεο-μαυριτανικού αποικιακού στυλ, με μακρινές αναφορές στο βυζαντινό παρελθόν της πόλης, το κτίριο αυτό επρόκειτο να συνοδεύσει την ιστορία της Θεσσαλονίκης για περισσότερο από μισό αιώνα, ως την κατεδάφισή του μετά τον σεισμό του 1978. Ανάμεσα στα τόσα άλλα ξενοδοχεία που αναλυτικά παρουσιάζει το βιβλίο του Β. Κολώνα, το «Mediterranean Palace» υπήρξε ο κατ’ εξοχήν χώρος κοσμικών εκδηλώσεων, με σημαντικότερη από αυτές τον Χορό των Ανεμώνων, όπου από το 1952, στον απόηχο του εμφυλίου πολέμου, συγκεντρωνόταν η κοινωνική ελίτ της πόλης.
Νέο avatar μιας ιστορίας πυκνής σε μεταμορφώσεις, το πρώτο Ξενοδοχείο Τουρισμού και Συνεδρίων στην πόλη γεννιέται το 1962 με την ανέγερση του Makedonia Palace, μιας μεγάλης κλίμακας εφαρμογής του μοντέρνου κινήματος, σε σχέδια του Γραφείου Δοξιάδη και χρηματοδότηση του Ασφαλιστικού Ταμείου των υπαλλήλων του ΟΤΕ. Στην άκρη της πόλης, σε μια τεράστια έκταση κατά μήκος της νέας παραλίας, ο ορθογωνικός κάναβος στις ομοιόμορφες όψεις του αναδεικνύει την εν σειρά παράθεση των δωματίων-κυττάρων, καθένα από τα οποία διαθέτει τον δικό του κλειστό εξώστη (loggia).
Στο κτίριο αυτό, ως ένα τελευταίο δείγμα νοσταλγίας στην αρχιτεκτονική παράδοση της πόλης, αντιπαρατίθεται το Electra Palace: στην πλατεία Αριστοτέλους, με θέα στη θάλασσα, υποτάσσεται στο νεο-μαυριτανικό στυλ των επιβεβλημένων όψεων του σχεδίου Εμπράρ. Το τρίτο τέταρτο του 20ού αιώνα θα διατηρήσει μια επίμονη δυαδικότητα ανάμεσα στα τουριστικά ξενοδοχεία και στα ξενοδοχεία-συνεδριακά κέντρα που απευθύνονται σε μια πελατεία που αναζητεί την αναψυχή αλλά και σε επιχειρηματίες που προσελκύει ένα πρότυπο αστικό κέντρο.
Η παράδοση του κοσμοπολιτισμού
Στη διάρκεια της δικτατορίας η κερδοσκοπία της γης οδήγησε σε κορεσμό τον επιχειρηματικό αυτόν κλάδο μετά την εκρηκτική αύξηση της προσφοράς στους κύριους εμπορικούς δρόμους. Για 20 χρόνια δεν χτίστηκε κανένα ξενοδοχείο, ενώ πολλά από τα παλαιότεροι άρχισαν σταδιακά να κατεδαφίζονται δημιουργώντας ανεπανόρθωτα κενά στην αρχιτεκτονική ιστορία της πόλης. Εν τω μεταξύ οι συνθήκες έχουν αλλάξει: με την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος και την εξαφάνιση του Σιδηρού Παραπετάσματος, η Θεσσαλονίκη ξαναβρίσκει τον διεθνή της προσανοτολισμό στην άκρη αυτή των Βαλκανίων, στη διασταύρωση μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής. Τα ξενοδοχεία του 21ου αιώνα, όπως παρουσιάζονται στα συμπεράσματα του βιβλίου, επιβεβαιώνουν τον πολιτιστικό τους προορισμό –όχι τόσο στον τομέα της αρχιτεκτονικής καινοτομίας όσο στον τομέα της επανάχρησης διατηρητέων κτιρίων και των επιμελημένων ανακαινίσεων των παλαιότερων από αυτά. Με αυτή την αισιόδοξη προοπτική ο Βασίλης Κολώνας μάς καλεί να ατενίσουμε το μέλλον της πρωτεύουσας του Βορρά αναβιώνοντας την παράδοση του κοσμοπολιτισμού που υπήρξε το κύριο χαρακτηριστικό της.
Στο σημείο αυτό ας μου επιτραπεί να δηλώσω ότι η ανάγνωση ενός βιβλίου που παρέχει τόσο πολλά κίνητρα, λόγω της πυκνότητάς του και της πρωτοπυπίας προσέγγισης του αντικειμένου του, αποτελεί σπάνια απόλαυση.
Ο κ. François Loyer είναι επίτιμος διευθυντής Ερευνών στο Πανεπιστήμιο Paris-Sorbonne. Το καλοκαίρι του 2016 θα κυκλοφορήσει από την École Française d’Athènes το βιβλίο του «L’architecture de la Grèce au XIXe siècle» στη σειρά «Mondes méditerranéens et balkaniques».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ