Όλα είχαν ειπωθεί, όλα είχαν προαποφασιστεί. Όταν το βράδυ της Τρίτης συνήλθε η κοινοβουλευτική ομάδα των Χριστιανοδημοκρατών στο Βερολίνο για να αποφασίσει τι θέση θα κρατήσει στη συνεδρίαση της επόμενης ημέρας στη γερμανική Βουλή για το τρίτο πρόγραμμα βοήθειας για την Ελλάδα, οι παριστάμενοι είχαν την αίσθηση του dejá vu, της ξαναθέασης ενός πολυπαιγμένου έργου. Για αυτό και παραιτήθηκαν από μια καινούρια επανάληψή του. Μια ώρα αργότερα το έργο είχε λήξει. Η «μεγάλη νύχτα», που προέβλεπαν οι πολιτικές Κασσάνδρες, περιορίστηκε σε σύντομο βραδινό ραντεβού.
Οι μόνοι που πήραν το λόγο ήταν έτσι η Άνγκελα Μέρκελ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, οι οποίοι υπερασπίστηκαν την παροχή της βοηθείας, καθώς και ο αιωνίως αντιφρονών Κλάους Πέτερ Βιλς, ο οποίος την απέρριψε κατηγορηματικά. Άλλος βουλευτής δεν μίλησε – παρά την επανειλημμένη παράκληση του προέδρου της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος Φόλκερ Κάουντερ, «να πουν ότι έχουν στο νου και την καρδιά τους».
Η σιωπή δεν ήταν τυχαία. Εδώ και εβδομάδες, ο κ.Κάουντερ απειλούσε τους «εξωμότες» βουλευτές – πραγματικούς και δυνητικούς – με αποκλεισμό από τις σημαντικές Επιτροπές της Βουλής αν ψηφίσουν εναντίον της πρότασης των Μέρκελ-Σόιμπλε. Η απειλή δεν φάνηκε να «συνετίζει» τους 60 αντιπάλους της παροχής βοήθειας, τους έκανε όμως να καταλάβουν, ότι δεν πρέπει να χύσουν άλλο λάδι στη φωτιά. Η σιωπή τους ήταν μια σπονδή στην ενότητα του κόμματος. Στο τέλος μάλιστα ο αριθμός των αντιφρονούντων ήταν κατά τέσσερις μικρότερος από ότι τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν αποφασίστηκε η τετράμηνη παράταση του δεύτερου προγράμματος βοήθειας.
Στη συνεδρίαση σήμανε η «μεγάλη ώρα» του υπουργού οικονομικών. Παρά την φαινομενική τουλάχιστον ήττα του στις αρχές Ιουλίου, όπου δεν κατόρθωσε να περάσει τη γραμμή του grexit, της εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, οι σύντροφοί του τον υποδέχθηκαν σαν θριαμβευτή – χάρη στην συνθηκολόγηση που επέβαλε στον Αλέξη Τσίπρα.
Ετσι, επόμενο ήταν, στο λόγο του να εμφανιστεί ως ο μεγαλόθυμος ηγεμών, που αναγνωρίζει στον έλληνα πρωθυπουργό το δικαίωμα στην πλάνη και στην μεταμέλεια. Ταυτόχρονα υπερασπίσθηκε το αποτέλεσμα της συνόδου του Eurogroup στις 11 Ιουλίου. «Θα ήταν ανεύθυνο, αν οι υπουργοί οικονομικών της ευρωζώνης δεν έδιναν την ευκαιρία του τρίτου πακέτου στην Ελλάδα» είπε. Αν η Γερμανία έβαζε εμπόδιο σε αυτό, πρόσθεσε, «θα είχε μείνει εντελώς μόνη».
Πιο αδιάλλακτη εμφανίστηκε η κ.Μέρκελ. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, τόνισε σύμφωνα με παριστάμενους, «προσπάθησε να παρακάμψει ουσιώδεις κανόνες της ευρωπαϊκής πολιτικής της διάσωσης του ευρώ». Γι αυτό και ήταν απαραίτητο για την κυβέρνησή της «να μείνει σκληρή και να επιδείξει συγκρουσιακή συμπεριφορά». Το τρίτο πρόγραμμα, πρόσθεσε, διαθέτει αυστηρούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, που κάνουν αδύνατη κάθε ελληνική κωλυσιεργία.
Η ίδια, όπως και ο κ.Σόιμπλε, φάνηκαν πεπεισμένοι, ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που θέτει τελευταία εν αμφιβόλω την περαιτέρω συμμετοχή του στη «σωτηρία» της Ελλάδας, θα αλλάξει τελικά στάση υπέρ της σύμπραξης. Οι βουλευτές, σύμφωνα πάντα με τους παριστάμενους, την χειροκρότησαν λιγότερο από ότι τον κ.Σόιμπλε.
Ίσως επηρεασμένος από αυτή την επιτυχία, ο τελευταίος συμπεριφέρεται τώρα περισσότερο σαν «πρόβατο» παρά σαν «λύκος». Ήδη την Δευτέρα δεν απέκλεισε και ένα τέταρτο πρόγραμμα για την Ελλάδα, χωρίς να διευκρινίσει που θα οφείλεται αυτό – στην αδυναμία λύσης του προβλήματος, ή στην «ανικανότητα» του ΣΥΡΙΖΑ.
Το σίγουρο είναι τώρα ότι την Τετάρτη η γερμανική Βουλή θα εγκρίνει και με τις ψήφους των – περισσότερων – χριστιανοδημοκρατών βουλευτών το τρίτο πρόγραμμα βοήθειας (μόνο η Linke – Αριστερά – και εν μέρει οι Πράσινοι), αλλά και ότι η Ελλάδα θα μείνει και μελλοντικά το βασικό θέμα στην ατζέντα του κ.Σόιμπλε.