Στις 4 Ιανουαρίου του 1900, ούτε δύο χρόνια μετά την αποχώρηση των ισπανών αποικιοκρατών από την Κούβα, 200 άνδρες και γυναίκες από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής κατέφτασαν με το ατμόπλοιο Yarmouth στο λιμάνι της Νουεβίτας, στις βόρειες ακτές του νησιού.
Στόχος τους ήταν να ιδρύσουν μια αμερικανική αποικία, ευελπιστώντας πως εάν ακολουθούσαν και άλλοι το παράδειγμά τους, στο τέλος οι ΗΠΑ θα προσαρτούσαν το μεγαλύτερο νησί της Καραϊβικής. Η τοπική παράδοση αναφέρει πως έπειτα από πολλές ημέρες περιπλάνησης σε βαλτότοπους, οι πρώτοι άποικοι ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ όταν εντόπισαν μία περιοχή όπου η λάσπη δεν έφτανε μέχρι το γόνατο και δεν υπήρχαν σμήνη κουνουπιών, που αποφάσισαν, δίχως δεύτερη σκέψη, να παραμείνουν εκεί και να ιδρύσουν την Gloria City, την «Πόλη της Δόξας».
Στην πραγματικότητα, όμως, οι επίδοξοι άποικοι είχαν εξαπατηθεί καθώς είχαν αγοράσει εκτάσεις γης σε μια πόλη η οποία υπήρχε μόνο στα σχέδια της Εταιρείας Κουβανέζικών Γαιών και Ατμοπλοίων της Νέας Υόρκης. Ολοι όσοι δεν εγκατέλειψαν απογοητευμένοι το νησί, ασχολήθηκαν κυρίως με τη γεωργία –καλλιεργώντας ζαχαρότευτλα και εσπεριδοειδή – και την κτηνοτροφία.
Ομως το 1932, ένας ισχυρότατος τυφώνας που έπληξε την επαρχία Καμαγουέι, κατέστρεψε τις φυτείες, διαλύοντας τα όνειρα των περίπου χιλίων αποίκων, οι περισσότεροι από τους οποίους αναγκάστηκαν να πουλήσουν τις περιουσίες και να φύγουν. Οι σημερινοί κάτοικοι της Γκλόρια εξακολουθούν να απασχολούνται στους ίδιους τομείς αλλά το μοναδικόπου απομένει από αυτούς τους αμερικανούς πρωτοπόρους των αρχών του 20ού αιώνα είναι οι ταφόπλακες στο τοπικό νεκροταφείο. Σήμερα, μετά την ιστορική επαναπροσέγγιση ΗΠΑ – Κούβας, οι κάτοικοι της αμερικανικής αποικίας περιμένουν τη νέα εποχή, μετά την επικείμενη άρση του οικονομικού εμπάργκο που επέβαλε η Ουάσιγκτον στη χώρα του Φιντέλ Κάστρο.

Ο τελευταίος «γιάνκης» της Κούβας

Μεταξύ των Αμερικανών που άφησαν την τελευταία τους πνοή στην «Πόλη της Δόξας» περιλαμβάνεται και ο Ουίλιαμ Στόουκς, ο οποίος έφτασε στο νησί σε βρεφική ηλικία μαζί με τους γονείς του. Παντρεύτηκε, έκανε οικογένεια και επέλεξε να παραμείνει στην κοινότητα όπου μεγάλωσε έως το τέλος της ζωής του, αρνούμενος να την εγκαταλείψει ακόμη και όταν χρεοκόπησε η επιχείρησή του και έφυγαν τα παιδιά του. Το 1974, χρονιά κατά την οποία εγκατέλειψε τα εγκόσμια, είχε ήδη κερδίσει τον τίτλο του «τελευταίου Βορειοαμερικανού της Κούβας» καθώς ήταν ο μοναδικός από τους πρώτους αμερικανούς αποίκους που παρέμενε στη ζωή. «Είναι σημαντικό να διατηρήσω αυτόν το χώρο» αναφέρει στο BBC o επιστάτης του νεκροταφείου. «Πρόκειται για την αιώνια κατοικία μας –δική μου και των παιδιών μου και των βορειοαμερικανών ιδρυτών της κοινότητάς μας» δηλώνει χαρακτηριστικά.
Μία από τις γηραιότερες κατοίκους της κοινότητας θυμάται ακόμη την περίοδο κατά την οποία η Γκλόρια ήταν μια πόλη περισσότερο αμερικανική παρά κουβανέζικη. Σήμερα, ολοκληρώνοντας την όγδοη δεκαετία της ζωής της, η Γένι Μαρτινέθ εξακολουθεί να μιλάει άπταιστα αγγλικά. «Η Γκλόρια ήταν αμιγώς αμερικανική. Με όμορφα αμερικανικά σπίτια» αναπολεί και ανακαλεί στη μνήμη της τη νεότητά της, πριν από την επανάσταση του 1959, με ένα μείγμα ρομαντισμού και νοσταλγίας. «Οφείλω να υπερασπιστώ τους Αμερικανούς γιατί παρά πολλοί άνθρωποι πεινούσαν και εκείνοι τους έδωσαν δουλειά και τρόφιμα στους πορτοκαλεώνες και στις φυτείες μανταρινιών. Σήμερα, ωστόσο, η Γκλόρια δεν είναι καλή για τίποτα» δηλώνει απογοητευμένη.


Κουβανέζικα εσπεριδοειδή για αμερικανικά τρακτέρ

Ολοι όσοι, όμως, εργάζονται στον τοπικό γεωργικό συνεταιρισμό έχουν διαφορετική άποψη. Επειτα από τη χαλάρωση των νόμων που διέπουν τη γεωργική παραγωγή, τα μέλη του συνεταιρισμού άρχισαν να καλλιεργούν και άλλα προϊόντα – ντομάτες, μπανάνες, αβοκάντο, κολοκυθάκια –σε εκτάσεις που μέχρι πρότινος παρέμεναν ανεκμετάλλευτες. «Οταν έφτασα εδώ στην ηλικία των 20 ετών δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα, δεν υπήρχε τίποτα. Σήμερα έχουμε δημόσια συγκοινωνία, ανήκουμε στο ηλεκτρικό δίκτυο, έχουμε ψυγεία. Σημειώθηκε τεράστια αλλαγή» υποστηρίζει η Ελίντα Ντίαζ. Παρότι παραμένει πίστη στις αρχές της Επανάστασης, η κουβανέζα αγρότισσα παραδέχεται πως για να μπορέσει να αναπτυχθεί ουσιαστικά η Γκλόρια και να περάσει, έστω και με καθυστέρηση, στον 21ο αιώνα, χρειάζονται πολλά. «Ενα καινούργιο τρακτέρ, εργαλεία και μπότες για τους εργάτες, ελαστικά αυτοκινήτων, ανταλλακτικά, καύσιμα» εξηγεί η Ντίαζ, επισημαίνοντας ταυτόχρονα πως το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουν οι Αμερικανοί, έπειτα από την πλήρη αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων, τα μεσάνυχτα της Κυριακής προς Δευτέρα μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Αβάνας, είναι η άρση του εμπάργκο. «Τότε εμείς θα μπορούσαμε να τους προμηθεύουμε με τα εσπεριδοειδή μας και εκείνοι να μας αποστέλλουν ό,τι χρειαζόμαστε. Αυτό θα ήταν υπέροχο».

HeliosPlus