Είχαν περάσει σχεδόν 48 ώρες από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου όταν ο Αλέξης Τσίπρας κάθησε μαζί με τους υπόλοιπους ηγέτες της ευρωζώνης στο τραπέζι της Συνόδου Κορυφής, την περασμένη Τρίτη. «Οπλισμένος» με το 61% του «Οχι», ο έλληνας πρωθυπουργός δεν περίμενε, προσερχόμενος στο κτίριο Justus Lipsius, ότι θα έβρισκε απέναντί του ένα μέτωπο τόσο σκληρό και τόσο συμπαγές. «Η ώρα είναι τώρα» είπε στον κ. Τσίπρα ένας εκ των παρισταμένων ηγετών, αναφερόμενος στην επιτακτική ανάγκη να λάβει τις κρίσιμες, δύσκολες αποφάσεις. «Το δημοψήφισμα μπορεί να ήταν καλό για σένα. Σε εμάς όμως δημιούργησε σοβαρά εσωτερικά προβλήματα» ήταν το λεκτικό βέλος που του εκτόξευσε έτερος εκ των συμμετεχόντων στη Σύνοδο.
Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν ήταν ακόμη απολύτως σαφές αν θα είχε επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών της στο Eurogroup του Σαββάτου. Το «φάντασμα» του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πλανιόταν στην ατμόσφαιρα, όπως πάντα άλλωστε. Οι ενδείξεις την Παρασκευή ήταν σχετικά καλές. Δεν είχε κριθεί ακόμη τίποτε. Αυτό που είναι βέβαιο, όμως, είναι ότι τα 24ωρα που προηγήθηκαν έλαβε χώρα ένας μαραθώνιος επαφών, διαβουλεύσεων και τηλεφωνημάτων για την εξεύρεση λύσης στο ελληνικό πρόβλημα. Σε αυτόν τον μαραθώνιο, καίριος ήταν ο ρόλος δύο χωρών: της Γαλλίας, αλλά ιδιαιτέρως των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το πολιτικό ρίσκο


Η παρέμβαση της Ουάσιγκτον, στο παρασκήνιο, υπήρξε αποφασιστική και αυτό το επιβεβαιώνουν τόσο ξένοι διπλωμάτες όσο και άτομα που γνωρίζουν άριστα το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Εχει επανειλημμένως επισημανθεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν υπό διαφορετικό πρίσμα τις γεωπολιτικές επιπτώσεις από μια ελληνική κατάρρευση. Η αστάθεια στη Μέση Ανατολή, η συμμετοχή της χώρας μας στο ΝΑΤΟ, η βάση της Σούδας, η «μαύρη τρύπα» που θα δημιουργούσαν οι αυξημένες μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη και η «σκιά της Ρωσίας» συνιστούν μερικούς από τους λόγους που έχουν ενεργοποιήσει τα αμερικανικά αντανακλαστικά.
Ενημερωμένη πηγή από τις Βρυξέλλες υπογράμμιζε, μιλώντας στο «Βήμα», πως η αποστροφή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Πολωνού Ντόναλντ Τουσκ, μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής της Τρίτης ότι ένα Grexit «θα επηρέαζε και γεωπολιτικά την Ευρώπη. Αν έχει κάποιος την οποιαδήποτε αυταπάτη ότι δεν θα είναι έτσι, είναι αφελής» απηχούσε ακριβώς αυτούς τους προβληματισμούς. Οι Αμερικανοί, με πνεύμα πρακτικό, κινήθηκαν μέσω δύο αξόνων. Σε επίπεδο κορυφής, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα ανέλαβε να συνομιλήσει με την Ανγκελα Μέρκελ και με τον Φρανσουά Ολάντ. Η γερμανίδα καγκελάριος έχει προσχωρήσει στην άποψη ότι εγκυμονούν σοβαροί γεωπολιτικοί κίνδυνοι, αλλά έχει τόσο σφόδρα ενοχληθεί από τη στάση του έλληνα πρωθυπουργού που, σε συνδυασμό με τις δύσκολες ισορροπίες στον κυβερνητικό της συνασπισμό, εμφανίζεται αμφίθυμη. Ο γάλλος πρόεδρος, όμως, βεβαιώνουν ξένες διπλωματικές πηγές, ήταν σε κοινή γραμμή με τον Λευκό Οίκο. Πιστεύει ότι το Grexit θα μπορούσε να είναι καταστρεπτικό, αλλά επίσης ότι μια λύση πρέπει να συμπεριλαμβάνει ρύθμιση για το ελληνικό χρέος.
Κομβικός όμως ήταν ο ρόλος του Τζακ Λιου. Ο επικεφαλής του αμερικανικού Treasury έχει αναδειχθεί σε άνθρωπο-κλειδί. Αποτέλεσε τον δίαυλο επικοινωνίας με την ελληνική πλευρά και με τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά, πείθοντας την Αθήνα ότι χωρίς τη δέσμευσή της για βαθιές μεταρρυθμίσεις δεν θα μπορέσει να αποσπάσει κάποια ρύθμιση για το χρέος. Ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών φέρεται επίσης να άσκησε έντονη επιρροή στο ΔΝΤ ώστε αυτό να εμφανιστεί εποικοδομητικό σε μια λύση, αλλά και να συμβάλει στη ρύθμιση για το χρέος. Αναμφίβολα, το γεγονός ότι η Κριστίν Λαγκάρντ είναι Γαλλίδα βοήθησε και το Παρίσι να ασκήσει την επιρροή του.
Ενα παγωμένο 48ωρο


Αν από το βράδυ της Πέμπτης είχε αρχίσει να διαμορφώνεται ένα πιο ενθαρρυντικό σκηνικό, η ατμόσφαιρα τη Δευτέρα και την Τρίτη υπήρξε πολύ κακή. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος εξέπληξε πολλούς, καθώς το τελικό ποσοστό του «Οχι» ξεπέρασε ακόμη και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις που είχαν συμπεριληφθεί στα τηλεγραφήματα τα οποία είχαν φύγει από τις πρεσβείες των Αθηνών.
Το βαρύ κλίμα αποτυπώθηκε στην κοινή συνέντευξη Τύπου Ολάντ – Μέρκελ στο Παρίσι, το απόγευμα της Δευτέρας. Η γερμανίδα καγκελάριος υπήρξε πιο παγερή, επιμένοντας ότι δεν υπήρχε βάση για διαπραγμάτευση. Ο κ. Ολάντ επιχείρησε να εμφανιστεί πιο διαλλακτικός, χωρίς όμως να απομακρυνθεί πολύ από τις θέσεις του Βερολίνου. Παράλληλα, στη Βαρσοβία ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πραγματοποιούσε συνάντηση με τον Μισέλ Σαπέν. Ο γάλλος υπουργός Οικονομικών είχε πάντως δώσει το στίγμα του νωρίτερα. Αν και το δημοψήφισμα «δεν λύνει τίποτα», ο κ. Σαπέν είχε επαναλάβει ότι το Παρίσι θα υποστήριζε μια ελάφρυνση του χρέους αν ο κ. Τσίπρας κατέθετε μια «σοβαρή» πρόταση για ένα νέο δανειακό πρόγραμμα. Σε ανάλογο κλίμα κινήθηκε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόφσκις: «Αν όλες οι πλευρές εργαστούν με σοβαρότητα, είναι πιθανό να βρεθεί συμφωνία, ακόμη και μέσα σε αυτή την περίπλοκη κατάσταση».
Αυτή η σοβαρότητα δυστυχώς ήταν απούσα την επόμενη ημέρα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παρουσία του Ευκλείδη Τσακαλώτου ηρέμησε τα πνεύματα στο Eurogroup της Τρίτης. Ο κ. Τσακαλώτος εμφανώς «κολλούσε» καλύτερα με τον Γιώργο Χουλιαράκη, που ποτέ δεν μπόρεσε να συνεργαστεί αρμονικά με τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος είχε υποχρεωθεί σε παραίτηση την προηγουμένη. Ο κ. Χουλιαράκης είχε άλλωστε προειδοποιήσει εγκαίρως ότι η στρατηγική της ρήξης έπρεπε να σταματήσει.
Η έλλειψη όμως σαφούς και εμπεριστατωμένης γραπτής πρότασης από την Αθήνα εξόργισε τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης. Το αποτέλεσμα ήταν να συγκεντρωθούν ακόμη πιο «βαριά σύννεφα» δυσπιστίας και δυσαρέσκειας στους κόλπους των ηγετών της ευρωζώνης, κάτι που αντικατοπτρίστηκε στις δηλώσεις τους όταν προσέρχονταν στη Σύνοδο Κορυφής.
Ο έλληνας πρωθυπουργός έπεσε σε τοίχο. Και αυτός ο τοίχος δεν ήταν μόνο γερμανικός. Ο κ. Τσίπρας, ο οποίος σύμφωνα με πηγές που έχουν γνώση των συνομιλιών περιορίστηκε στην εισαγωγική του εισήγηση, είχε να αντιμετωπίσει ένα σκληρότατο μέτωπο κεντροευρωπαϊκών και ανατολικοευρωπαϊκών χωρών. «Δεν μπορούμε να σου δώσουμε τώρα τις παραχωρήσεις που σου προσφέραμε πριν από λίγες ημέρες» σχολίασε ένας εξ αυτών σύμφωνα με πηγή που μίλησε στο «Βήμα» υπό την κάλυψη της ανωνυμίας.
Αλλος ηγέτης σημείωσε ότι «έχουμε ακραίους που δεν θέλουν να ξαναβοηθήσουμε την Ελλάδα», ενώ κεντροδεξιός πρωθυπουργός τόνισε ότι αν φανεί υπερβολικά διαλλακτικός προς την ελληνική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει «πρόβλημα με την αριστερή αντιπολίτευση» στη χώρα του. Αξιωματούχος μεσογειακής χώρας επεσήμαινε ότι «ουδείς μπορεί να κατανοήσει για ποιον λόγο η ελληνική πλευρά αφήνει όλες τις αποφάσεις για την τελευταία στιγμή, διακινδυνεύοντας το ατύχημα». Τέλος, πρωθυπουργός άλλου κράτους-μέλους που συμπαρατάσσεται με τη Γερμανία τόνισε ότι «βρίσκομαι εδώ σήμερα ώστε να διασφαλίσω την ακεραιότητα, τη συνοχή και τις αρχές του ενιαίου νομίσματος. Το αν η Ελλάδα θα παραμείνει ή όχι μέρος της ευρωζώνης είναι δική της επιλογή».
Η ψυχρολουσία όμως συνεχίστηκε αμέσως μετά, στις δηλώσεις των ηγετών. Καυστικότερος όλων ήταν ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ ο οποίος μίλησε δημοσίως, για πρώτη φορά, για σχέδιο Grexit που είναι έτοιμο να ενεργοποιηθεί αν ως την Κυριακή 12 Ιουλίου δεν υπάρξει συμφωνία. Κοινοτικοί κύκλοι ανέφεραν πάντως ότι ο πρόεδρος της Κομισιόν δεν παρουσίασε στον κ. Τσίπρα μέσα στη Σύνοδο Κορυφής κάποιο σχέδιο για Grexit. Η δήλωσή του όμως ήταν ένδειξη του τρομερού εκνευρισμού του από την αποχώρηση της ελληνικής κυβέρνησης από τις διαπραγματεύσεις, το δημοψήφισμα και τους χαρακτηρισμούς περί «τρομοκρατών».
Η συμμαχία των «σκληρών»


Κατόπιν πιέσεων, κυρίως της Ανγκελα Μέρκελ, διαμορφώθηκε ένα πολύ σκληρό πλαίσιο. Η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε ως το βράδυ της Πέμπτης να καταθέσει αναλυτικές προτάσεις, αφού πρώτα υποβάλει επίσημο αίτημα για νέο Μνημόνιο στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Το αίτημα για πρόγραμμα-γέφυρα που θα μπορούσε να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για το καλοκαίρι απερρίφθη. Θα εξεταζόταν μόνο στο πλαίσιο ενός ευρύτερου Μνημονίου. Οι ελληνικές προτάσεις έπρεπε να αξιολογηθούν από την τρόικα και να περάσουν από το Eurogroup. Την Κυριακή 12 Ιουλίου θα πραγματοποιούνταν δύο Σύνοδοι Κορυφής: μία των κρατών-μελών της ευρωζώνης και μία των «28» κρατών-μελών της ΕΕ. Ο κύβος είχε ριφθεί και το τελεσίγραφο σαφές: συμφωνία ή Grexit.

Παζάρι για το χρέος
Το χαρτί της γεωπολιτικής και ο καταλυτικός ρόλος των Γάλλων
Παρά τις αρχικές δημόσιες διαψεύσεις, η εμπλοκή του Παρισιού στη διαμόρφωση των προτάσεων της ελληνικής πλευράς υπήρξε καταλυτική. Παρά τα όσα κυκλοφόρησαν, ο ρόλος της Ιταλίας υπήρξε πάρα πολύ περιορισμένος, σχεδόν ανύπαρκτος. Ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι θέλει όσο τίποτε άλλο μια λύση ώστε να μη διακινδυνεύσει τη διάχυση της ελληνικής κρίσης στην Ιταλία. «Η Ρώμη όμως», σημειώνει κοινοτική πηγή, «δεν πρόκειται να βγει μπροστά απέναντι στο Βερολίνο».
Στελέχη του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών καθώς και γάλλοι εμπειρογνώμονες «χτένισαν» τις προτάσεις, ώστε να περάσουν τη… βάσανο των θεσμών που θα τις αξιολογούσαν. Αυτό το βεβαιώνουν τόσο ελληνικές όσο και ξένες πηγές. Οι δημόσιες δηλώσεις της γαλλικής κυβέρνησης υπήρξαν άλλωστε τόσο ξεκάθαρες που δεν άφηναν αμφιβολίες. Η πιο χαρακτηριστική ίσως δήλωση ήταν αυτή του πρωθυπουργού Μανουέλ Βαλς, ο οποίος δήλωσε πως «ό,τι αποδυναμώνει την Ελλάδα μάς αποδυναμώνει όλους συλλογικά. Εμείς, η Γαλλία, θέλουμε η Ελλάδα να παραμείνει στην καρδιά της Ευρώπης και θα κάνουμε τα πάντα για αυτό».
Ο Φρανσουά Ολάντ μοιράζεται με τον Μπαράκ Ομπάμα την άποψη ότι το γεωπολιτικό κόστος από μια έξοδο της Ελλάδας είναι ανυπολόγιστο. Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι που εξηγούν τη στάση του Παρισιού.
Σύμφωνα με ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές, ο γάλλος πρόεδρος θεωρεί ότι το Grexit θα έπληττε σοβαρότατα τις προοπτικές του για επανεκλογή το 2017. θα δεχόταν σοβαρή κριτική από την αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλιστών που ήδη τον κατηγορεί ότι έχει υιοθετήσει την ατζέντα της λιτότητας που προωθεί το Βερολίνο. Η γαλλική κοινή γνώμη είναι επίσης φιλική προς την Ελλάδα και την κρίση που περνάει. Ενα σημείο στο οποίο ο κ. Ολάντ δαπάνησε σοβαρό πολιτικό κεφάλαιο ήταν αυτό της αναδιάρθρωσης του χρέους. Σε αυτό συμφωνούσε με την Ουάσιγκτον. Το Παρίσι απέφυγε όμως προσεκτικά να αναφερθεί σε κούρεμα του χρέους, μιλώντας κυρίως για αλλαγή του προφίλ του (reprofiling). Τόσο η Ανγκελα Μέρκελ όσο και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επεσήμαναν ότι η κλασική έννοια του κουρέματος του χρέους δεν μπορεί να δικαιολογηθεί νομικά με βάση τις κοινοτικές συνθήκες, διότι θα συνιστά απευθείας κρατική χρηματοδότηση.

Αξιοπιστία και εμπιστοσύνη στο ναδίρ
Η οργή των Γερμανών και η επιμονή της Ουάσιγκτον

Η δυσπιστία της γερμανικής ελίτ απέναντι στην Ελλάδα και προσωπικά έναντι του Αλέξη Τσίπρα έχει πλέον χτυπήσει… κόκκινο. Δεν είναι τυχαίο ότι την Παρασκευή το πρωί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ υπήρξε πολύ συγκρατημένος. Ξεκαθάρισε δε ότι το Βερολίνο θέλει να διεξαχθούν οι Σύνοδοι Κορυφής της Κυριακής, δηλώνοντας παράλληλα ότι η κυρία Μέρκελ σκοπεύει να μεταβεί στις Βρυξέλλες μαζί με τον υπουργό της των Οικονομικών, τον κ. Σόιμπλε.
Ολη την εβδομάδα που πέρασε κατέστη σαφές ότι ελάχιστες είναι οι φωνές που διάκεινται φιλικά προς την Αθήνα. Ακόμη και ο αντικαγκελάριος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ο ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών, ξεσπάθωσε εναντίον του Αλέξη Τσίπρα, κατηγορώντας τον ότι «έκαψε τις γέφυρες» προς έναν συμβιβασμό. Ουσιαστικά ο ηγέτης του SPD κινήθηκε σε σχεδόν αντίθετη πορεία από τον γάλλο πρόεδρο Ολάντ. Η δε πολύ επιθετική ομιλία του Χριστιανοκοινωνιστή και επικεφαλής της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ την Τετάρτη στο Στρασβούργο, παρουσία του Αλέξη Τσίπρα, περιείχε βαριές εκφράσεις όπως «δεν σας αρέσει η Ευρώπη, εμείς αγαπάμε την Ευρώπη» και «λέτε ψέματα στον λαό σας».
Διπλωματικές πηγές από το Βερολίνο σημείωναν ότι «ο Σόιμπλε αισθάνεται δικαιωμένος», βλέποντας και τη δημοτικότητά του στα ύψη. Αλλες πηγές από τις Βρυξέλλες τόνιζαν ότι «οι Γερμανοί κινούνται ήδη στη γραμμή εισαγωγής παράλληλου νομίσματος στην Ελλάδα» και προετοιμάζονται για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας (σ.σ.: ο συντονισμός γίνεται από το υπουργείο Εξωτερικών). Ηδη οι πληροφορίες μιλούν για περισσότερους από 100 βουλευτές του στρατοπέδου Χριστιανοδημοκρατών – Χριστιανοκοινωνιστών που ίσως να μην ψηφίσουν μια συμφωνία. Αυτό που είναι όμως σίγουρο είναι ότι η Ανγκελα Μέρκελ θα πρέπει να δαπανήσει σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο για να περάσει ένα τρίτο πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα. Τούτο θα απαιτήσει την παραμονή του ΔΝΤ που πλέον όμως, ζητώντας ακόμη πιο επίμονα αναδιάρθρωση του χρέους, φέρνει το Βερολίνο σε άβολη θέση.
Το Βερολίνο δεν είναι βέβαια το μόνο εμπόδιο. Μια σειρά χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όπως τα κράτη της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία) και η Σλοβακία ή ακόμη και η Σλοβενία, θεωρούν ότι εφόσον οι ίδιες πέρασαν «διά πυρός και σιδήρου» δεν κατανοούν για ποιον λόγο πρέπει να συνεισφέρουν γενναιόδωρα στην ελληνική διάσωση. Αρκετές κοινοτικές πηγές μάλιστα αναρωτιούνταν μιλώντας στο «Βήμα»: «Οταν η Αθήνα προσέγγιζε τη Μόσχα, καταλάβαινε την ενόχληση που προκαλούσε στις πρώην κομμουνιστικές χώρες;».
Η παρέμβαση Ομπάμα

Ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Τρίτης τηλεφώνησε στην Ανγκελα Μέρκελ. Αυτό είπε και ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος την Παρασκευή. Για τους Αμερικανούς, το πρόβλημα εντοπίζεται πλέον στην εμπιστοσύνη. Και μπορεί οι άμεσοι κίνδυνοι για την αμερικανική οικονομία να μην κρίνονται μεγάλοι, πρέπει όμως να αποφευχθούν.
Ο κ. Λιου επέμενε όλη αυτή την εβδομάδα για την ανάγκη αναδιάρθρωσης του χρέους. «Φυσικά και έχω ιδέες για το πώς μπορεί να γίνει αυτό» είπε χαρακτηριστικά μιλώντας σε εκδήλωση του Ινστιτούτου Brookings. Είναι επίσης γνωστό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πίεσαν ώστε να δημοσιοποιηθεί η πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, παρά τις αντιδράσεις των Ευρωπαίων.
Η εκτελεστική διευθύντρια του ΔΝΤ, η Κριστίν Λαγκάρντ, έχει συνταχθεί με αυτή τη γραμμή, κάτι που σύμφωνα με γερμανικές πηγές έχει δημιουργήσει ένταση στη σχέση της με την Ανγκελα Μέρκελ. Ως γνωστόν, ιδέες υπάρχουν πολλές και μία που θα μπορούσε γρήγορα να υλοποιηθεί είναι, μετά την αποπληρωμή από την Αθήνα των δύο ομολόγων προς την ΕΚΤ τον Ιούλιο και τον Αύγουστο (συνολικού ύψους 6,7 δισ. ευρώ), τα υπόλοιπα ελληνικά ομόλογα που έχει η ευρωτράπεζα στο χαρτοφυλάκιό της να περάσουν στον ESM και ενδεχομένως να παρουσιαστούν ως τμήμα της χρηματοδότησης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ