Από τους πλέον εργατικούς λαούς είναι οι Έλληνες αφού εργάζονται 2.042 ώρες ετησίως καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση στη σχετική λίστα που καταρτίζει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπυξης (ΟΟΣΑ).
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έδωσε ο Οργανισμός στην δημοσιότητα για το 2014 την κούρσα οδηγεί το Μεξικό με 2.228 εργατοώρες το χρόνο, ενώ την τελευταία θέση καταλαμβάνει η Γερμανία με 1.371 ώρες.
Η Ελλάδα είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που εμφανίζεται στον κατάλογο του ΟΟΣΑ, ενώ ταυτόχρονα είναι και η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας (26,6% το 2014 σύμφωνα με τα εναρμονισμένα στοιχεία του διεθνούς οργανισμού). Μόνο το 11% του πληθυσμού είναι μερικώς απασχολούμενο (λιγότερες από 30 ώρες την εβδομάδα), γράφει η El Pais, γεγονός που συμβάλλει στην αύξηση του μέσου αριθμού των ωρών ετησίως ανά εργαζόμενο. Από αυτούς, άλλωστε, περισσότερο από τα δύο τρίτα εργάζονται με μερική απασχόληση επειδή δεν μπορεί να βρει πλήρη απασχόληση.
Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία αυτά δεν απεικονίζουν με αδιαμφισβήτητη αντικειμενικότητα την πραγματικότητα, αφού ακόμα και ο ίδιος ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι οι πηγές και οι μέθοδοι υπολογισμού είναι διαφορετικές και έτσι ο τελικός αριθμός χρησιμεύει περισσότερο για να μετρήσει κανείς τη διαχρονική εξέλιξη των μεγεθών παρά για να συγκρίνει διαφορετικές χώρες για ένα δεδομένο έτος. Κατά κύριο λόγο, το τελικό αποτέλεσμα προκύπτει από τη διαίρεση των συνολικών ωρών εργασίας σε ένα χρόνο, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέχονται από τους αντίστοιχους εθνικούς οργανισμούς, με το μέσο αριθμό των απασχολούμενων ατόμων.
Επιπλέον, υπάρχει ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο που πρέπει να λάβει κανείς υπόψη: στη μέτρηση συνυπολογίζονται τόσο οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης όσο οι εποχικοί και οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης. Έτσι, χώρες όπως η Ολλανδία ή Γερμανία, όπου τα επίπεδα της μερικής απασχόλησης είναι υψηλά εμφανίζονται να έχουν μικρότερο αριθμό ωρών ανά εργαζόμενο σε σχέση με άλλες, όπου η μερική απασχόληση δεν είναι ευρέως διαδεδομένη, κάτι που ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας.