Εκείνο που ενοχλεί στην ανησυχητική αποξένωση μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι ο ηθικολογικός τόνος: ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιούνκερ και ο πρόεδρος της Ευρωβουλής Σουλτς αισθάνονται «προδομένοι», ο πρωθυπουργός Τσίπρας μιλάει για «υποταγή».

Δεν γίνεται πιο ώριμα, πιο νηφάλια, πιο στραμμένα προς το μέλλον; Είναι σωστό να αποκρούει η ελληνική κυβέρνηση περαιτέρω περικοπές και δάνεια, από αυτά που είχαν οδηγήσει την τελευταία πενταετία τη χώρα όλο και βαθύτερα στην κρίση. Αυτό εξαναγκάζει την Ευρωπαϊκή Ενωση να αλλάξει το σύστημα «αυστηρότητα/austeritas» (ίσον αιματηρές οικονομίες) με εκείνο της «ανάπτυξης» (= αειφόρος εξέλιξη). Πέντε χρόνια χάθηκαν με τη στάθμιση των δυνατοτήτων για το πώς μπορεί η Ελλάδα να εξελιχθεί στο μέλλον.

«Ανάπτυξη» δεν μπορεί όμως να σημαίνει: ακόμη περισσότερα περιφερειακά αεροδρόμια για την τουριστική βιομηχανία, η οποία μεταφέρει τα κέρδη της εκτός χώρας, ή μια δεύτερη εθνική οδό από την Αθήνα στο Σούνιο. Ως οπαδός της Ενωμένης Ευρώπης και φίλος της Ελλάδας θέλω να παρακαλέσω να αναπτυχθεί επιτέλους εκείνο το δυναμικό που έχει η χώρα: ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κοινωνία της γνώσης, οικολογική γεωργία, καθαρές βιομηχανίες.

Οι πληροφορίες λένε ότι προσφέρθηκε στην ελληνική κυβέρνηση ένα επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 35 δισ. ευρώ ως το 2020. Αυτό θα μπορούσε υπό ορισμένες προϋποθέσεις να ωφελήσει την Ελλάδα. Ως τώρα δεν έχει ειπωθεί σαφώς για το πώς θέλει να διαθέσει η Ευρωπαϊκή Ενωση αυτά τα χρήματα. Γεγονός είναι ωστόσο ότι υπάρχουν ήδη έτοιμες μεταρρυθμιστικές ιδέες στο τραπέζι για το πώς η ελληνική οικονομία όχι απλώς θα «αναπτυχθεί» αλλά και πώς θα υπερβεί τις χτυπητές δομικές αδυναμίες της.

Η πρωταρχική τροφοδοσία με ενέργεια και τα εξαγωγικά πρότυπα της νότιας περιφέρειας της Ευρώπης δεν αντανακλούν καθόλου το δυναμικό που έχουν οι εναλλακτικές ενέργειες σε αυτή την από τον ήλιο και τον άνεμο ευνοημένη ζώνη. Τα χρήματα των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ πρέπει λοιπόν να διατεθούν για την εκμετάλλευση της ηλιακής, αιολικής και υδάτινης ενέργειας στην Ελλάδα και στις γειτονικές της χώρες στα Νότια και Δυτικά Βαλκάνια.
Η Ελλάδα εξαρτάται πάνω από τον μέσο όρο από τις ακριβές εισαγωγές πετρελαίου και κάρβουνου. Οι Ελληνες ανήκουν στους μεγαλύτερους κακοποιούς του κλίματος στην ΕΕ. Ταυτόχρονα υπάρχει σχεδόν διπλός αριθμός ημερών με ηλιοφάνεια στις ελληνικές ακτές από ό,τι στη Βορειοδυτική Ευρώπη. Ακόμη και αν η συνείδηση για το πρόβλημα της αλλαγής κλίματος και για την ενεργειακή αποδοτικότητα στην Ελλάδα δεν είναι πολύ αναπτυγμένη στον πολύ πληθυσμό και στις οικονομικές ελίτ, τι θα ήταν φυσικότερο από το να γίνει το αυτονόητο και να ξεκινήσει μια ανάλογη βιομηχανική και ενεργειακή πρωτοβουλία;

Το ότι αυτό δεν είναι κάποια γερμανική λόξα αποδεικνύει η πρόταση του Διεθνούς Ενεργειακού Πρακτορείου (όχι ακριβώς η πρωτοπορία στο θέμα της στροφής στην ενεργειακή πολιτική) που έγινε ήδη τον Οκτώβριο του 2011 και ένας οδικός χάρτης της ελληνικής κυβέρνησης από το 2012 που εκπονήθηκε στη χειρότερη περίοδο της κρίσης και των προεκλογικών αγώνων, όταν η Ελλάδα μόλις που μπορούσε να πληρώσει τους λογαριασμούς πετρελαίου και οι πυκνοκατοικημένες περιοχές απειλούνταν με διακοπή ρεύματος. Το Διεθνές Πρακτορείο υπενθύμιζε πολύ σωστά ότι πρέπει να γίνει μεταρρύθμιση της αγοράς ενέργειας, η οποία κυριαρχείται από δύο αντιοικονομικούς ομίλους, και επιπλέον να γίνουν προσπάθειες στον τομέα της ενεργειακής αποδοτικότητας, καθώς και μια συνεπής μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην παραγωγή ενέργειας και στον τομέα μεταφορών ως το 2050. Αυτό είναι η βάση για τη συμφωνία προστασίας του κλίματος στην οποία πρέπει να προσχωρήσει και η Ελλάδα.

Προς το παρόν οι κλιματικοί στόχοι της ΕΕ δεν λαμβάνονται στα σοβαρά από την Ελλάδα (σύμφωνα με το μότο: Προτεραιότητα έχει η κρίση…) και θεωρούνται συχνά σε κύκλους της Ακρας Αριστεράς και των εθνικιστών έκφραση ενός «πράσινου ιμπεριαλισμού» (από κυρίως γερμανούς σωτήρες του κόσμου). Αλλά ακριβώς οι πρωτοβουλίες στον τομέα της ενεργειακής στροφής θα μπορούσαν να δώσουν φτερά στην παραλυμένη οικονομία. Και αυτή η παρόρμηση θα επεκτεινόταν στην τουριστική βιομηχανία, στη γεωργία, στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά ιδρύματα της Ελλάδας.

Πού είναι οι νεαροί μηχανικοί, επιχειρηματίες, ερευνητές που θα αφιερώνονταν σε ένα τέτοιο πρόγραμμα της ελπίδας; Είμαστε πρόθυμοι για συνεργασία!

Ο κ. Κλάους Λέγκεβι είναι καθηγητής των Πολιτικών Επιστημών, διευθυντής του Ινστιτούτου Πολιτισμικών Επιστημών και σύμβουλος της γερμανικής κυβέρνησης σε κλιματικά και ενεργειακά θέματα