Συνήθως η παράδοση το έχει να λέμε ότι ξημερώνει μια καλύτερη μέρα. Την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές, ο ουρανός είναι ακόμη συννεφιασμένος, χωρίς οι μετεωρολόγοι να μπορούν να προβλέψουν αν και πότε θα βγει ο ήλιος. Είμαι πεπεισμένος ότι θα έχουμε συμφωνία στο τέλος. Αυτό που μένει να δούμε είναι πώς θα εξελιχθεί το πολιτικό σκέλος (ποια πλειοψηφία στη Βουλή θα εφαρμόσει τη συμφωνία και τι είδους πολιτικές αναταράξεις θα προκληθούν) αλλά και το οικονομικό σκέλος (τι είδους προσαρμογή θα προβλέπει η συμφωνία, με τι χρηματοδότηση, σε τι χρονικό ορίζοντα και με τι επιπτώσεις στην οικονομία). Είναι προφανές ότι η αβεβαιότητα θα συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά την οικονομία για κάποιο διάστημα. Η συμφωνία πάνω στις βασικές παραμέτρους των προτάσεων της κυβέρνησης θα συνιστούσε για πρώτη φορά προσαρμογή σχεδόν αποκλειστικά με αύξηση των φορολογικών εσόδων κοντά στα €8 δισ. στη διετία 2015-2016. Η συνολική προσαρμογή με βάση τις προτάσεις των θεσμών ανέρχεται σε €12 δισ., όχι αποκλειστικά, αλλά σε μεγάλο βαθμό, επίσης από τη φορολογία. Μια τέτοια δραματική αύξηση κατά 10% περίπου της φορολογικής επιβάρυνσης, όταν το κράτος μαζεύει σε φόρους €44 δισ. τον χρόνο, είναι επόμενο να προκαλέσει μια σημαντική συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Το δεύτερο σχόλιο που θέλω να κάνω είναι ότι η εξάρτηση της προσαρμογής από τη φορολογία των επιχειρήσεων (μέσω έκτακτης εισφοράς στα κέρδη, αύξησης του συντελεστή φόρου νομικών προσώπων και αύξησης των εργοδοτικών εισφορών) και των περισσότερο οικονομικά εύρωστων νοικοκυριών (μέσω έκτακτης εισφοράς με προοδευτική κλίμακα) χρησιμοποιείται ως επικοινωνιακό εργαλείο για να πείσει ότι τα βάρη τα πληρώνουν οι πλούσιοι. Δυστυχώς, η αλήθεια είναι ότι η φορολόγηση των επιχειρήσεων, αργά ή γρήγορα, θα μετακυληθεί προς τους καταναλωτές ή τους εργαζομένους, η δε φορολόγηση των οικονομικώς ισχυροτέρων αφορά μόνον τους συνεπείς φορολογουμένους, που είναι κυρίως οι καλύτερα αμειβόμενοι μισθωτοί, δημιουργώντας δυσμενείς επιδράσεις στην έφεση για εργασία και αποταμίευση και, σε τελευταία ανάλυση, και κίνητρα για φυγή στο εξωτερικό. Η φορολόγηση των επιχειρήσεων δεν είναι φορολογία του πλούτου αλλά της εργασίας. Η πολιτική αναδιανομής του εισοδήματος προάγει τη συνοχή της κοινωνίας, αλλά υπάρχουν κάποια όρια όταν αποθαρρύνει την ανάπτυξη και οδηγεί σε συρρίκνωση των πόρων που είναι απαραίτητοι για την υλοποίησή της.
Η χώρα μας φαίνεται να εισέρχεται σε μια περίοδο, όχι μόνο μεγαλύτερης αβεβαιότητας, αλλά και σε μια περίοδο όπου ο ορθολογισμός εξοστρακίζεται στο όνομα οργανωμένων συμφερόντων και ανεξαρτήτως κόστους για τη γενικότερη ευημερία των πολιτών αυτής της χώρας. Ετσι, εξαγγέλλονται μέτρα και ρυθμίσεις χωρίς να υπάρχουν τα χρηματοδοτικά μέσα για την υλοποίησή τους ή/και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι δυσμενείς παρενέργειες στη λειτουργία της οικονομίας ή/και χωρίς να γίνονται οι απαραίτητες προβλέψεις για να ληφθούν υπόψη και οι ανάγκες των επόμενων γενεών. Κλασικό παράδειγμα τα εργασιακά και το Ασφαλιστικό, όπου υπάρχει η απαίτηση να βρεθούν λεφτά από κάπου (από πού;) για να αυξηθούν οι μισθοί (ακόμη και χωρίς αύξηση της παραγωγικότητας) ή για να συνεχίσουν οι σημερινοί φορολογούμενοι να συνεισφέρουν για να καλύψουν τις υποσχέσεις για συντάξεις που έχουν δοθεί από τις πολιτικές ηγεσίες των τελευταίων τριάντα ετών, χωρίς να έχει μπει δεκάρα στην άκρη για το μέλλον ή χωρίς να έχει παταχθεί η τεράστια φοροδιαφυγή που επιτείνει τα αδιέξοδα. Στη ζωή όλα αρχίζουν από κάπου και αυτό το κάπου είναι δυστυχώς σήμερα. Οταν περάσει η μπόρα, ελπίζω η κοινωνία να παραμερίσει τους μύθους με τους οποίους μεγαλώσαμε και να περάσουμε επιτέλους από τον Μεσαίωνα στον Διαφωτισμό.
Θέλω να κλείσω επισημαίνοντας ότι, μέσα στο παραλήρημα του αντιμνημονιακού πυρετού, το μεγαλύτερο δυστύχημα θα ήταν να διατηρηθεί το status quo της μιζέριας του παραδοσιακού αντιπαραγωγικού προτύπου και να είμαστε έτσι για πάντα στο έλεος των δανειστών. Καλώς ή κακώς, η εθνική αξιοπρέπεια δεν κερδίζεται στις διαπραγματεύσεις. Κερδίζεται στα εργοστάσια, στα χωράφια, στα γραφεία, στην παραγωγή και στην αποταμίευση. Ας μη γελιόμαστε, λοιπόν. Κανείς Ελληνας δεν πρόκειται να αισθάνεται αξιοπρεπής όταν, εκτός ευρώ, θα έχει χάσει τις λιγοστές αποταμιεύσεις του, την πενιχρή του σύνταξη και την όποια δουλειά ή επιχείρηση έχει ακόμη. Η ομαλοποίηση των σχέσεων με τους εταίρους μας στην ευρωζώνη είναι, συνεπώς, μονόδρομος καθώς τυχόν πορεία σύγκρουσης οδηγεί στον όλεθρο και την καταστροφή. Η αξιοπρέπεια της δουλειάς και της παραγωγικότητας δεν είναι ρετσινιά.
Ο κ. Μιχάλης Μασουράκης είναι επικεφαλής οικονομολόγος του ΣΕΒ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ