Μπορεί μια παγκόσμια τάση που αναπτύσσεται διαρκώς και προκύπτει από την ανάγκη των τουριστών να ελέγξουν το κόστος των διακοπών τους να συνδυάσει οφέλη και για την τοπική οικονομία; Η συζήτηση για το all inclusive ως προϊόν, με ζητούμενο όμως τη συμμετοχή της γύρω περιοχής, εντείνεται καθώς οι τοπικές κοινωνίες δηλώνουν μη ικανοποιημένες από αυτό το τουριστικό προϊόν. Η υποστήριξη όμως των τουριστικών επιχειρήσεων και η ανάπτυξη κινήτρων και εμπειριών, όπως η δημιουργία πακέτων all inclusive που θα περιλαμβάνουν και υπηρεσίες εστίασης ή επίσκεψη σε αξιοθέατα εκτός ξενοδοχείου, μπορούν να δημιουργήσουν πλεονέκτημα σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Στην κατεύθυνση αυτή βαδίζει η πρόταση για «ελληνικό all inclusive που θα αγκαλιάζει τις ταβέρνες, τα καταστήματα και τα μπαρ των τοπικών κοινωνιών», όπως τόνισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Ανδρέας Ανδρεάδης στην ανοιχτή συνεδρίαση της ετήσιας γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου στις 28 Μαΐου, υπογραμμίζοντας ότι «θα πετάξουμε από πάνω μας τη ρετσινιά με το βραχιολάκι».
Προκρατήσεις
«Η εμπειρία μου είναι ότι σήμερα υπάρχει ένα είδος ταξιδιώτη που πρέπει να έχει έναν σταθερό προϋπολογισμό για τις διακοπές του. Το all inclusive είναι σίγουρα μία από τις λύσεις, γι’ αυτό και θα υπάρχει πάντα μια μεγάλη ζήτηση για αυτό. Το dine around είναι ένας εναλλακτικός τρόπος κατά το ήμισυ ο οποίος δίνει το πλεονέκτημα της τοπικής επιλογής» λέει ο εμπνευστής της ιδέας dine around κ. Beppe Bugeja, επικεφαλής ενός ομίλου που δραστηριοποιείται στη δημιουργία λύσεων λογισμικού ξενοδοχείων, που περιλαμβάνει έναν κορυφαίο Channel Manager, CRS και μηχανή online κρατήσεων με το όνομα του Busy Rooms.
Ο ίδιος εξηγεί ότι πρόκειται για «μια μακροπρόθεσμη λύση για ταξιδιώτες που θέλουν να προκρατήσουν ένα σταθερής τιμής πακέτο δείπνου που να καλύπτει όλες τις διακοπές τους αλλά να μην τους περιορίζει στο ξενοδοχείο όπου διαμένουν. Με άλλα λόγια, θα είναι σε θέση να απολαύσουν την ημιδιατροφή τους με μια μεγάλη ποικιλία από ξενοδοχεία και εστιατόρια». Με άξονα την παραδοσιακή ημιδιατροφή, δίνει περισσότερες επιλογές για το πού να φάει κανείς, στο ξενοδοχείο ή σε ένα a la carte εστιατόριο. Στη δεύτερη περίπτωση ένα συγκεκριμένο ποσό αφαιρείται από τον λογαριασμό του πελάτη την ώρα της πληρωμής.
Στόχος είναι εξάλλου να ενισχυθεί η περιοχή γύρω από το ξενοδοχείο. «Είναι μια μεγάλη λύση» υποστηρίζει «χάρη στο γεγονός ότι αυτό προσφέρει τη δυνατότητα στους επισκέπτες να βγουν από το ξενοδοχείο και να γνωρίσουν την τοπική περιοχή, χωρίς να παραμένουν προσκολλημένοι σε ξενοδοχεία όταν κάνουν κράτηση με all inclusive πακέτα». Τα εστιατόρια επιλέγονται ένα-ένα και προσεκτικά από την υπηρεσία «με βάση τα είδη κουζίνας και τις αντίστοιχες γεωγραφικές περιοχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα τα a la carte εστιατόρια του ξενοδοχείου είναι μέρος της υπηρεσίας».
Και σε άλλες χώρες
Το dine around ξεκίνησε το 2007 στη Μάλτα και εξυπηρετούσε τη σκανδιναβική αγορά. Εναν χρόνο αργότερα διεύρυνε το πεδίο του στο δεύτερο σε μέγεθος νησί της Μάλτας, το Γκόζο, και στην Κύπρο. Το 2013 επεκτάθηκε στο Αμπου Ντάμπι και το 2014 ακολούθησε το Εϊλάτ (Ισραήλ). Σήμερα προσφέρεται σε πελάτες σε διάφορες χώρες, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Σουηδία, η Δανία, η Νορβηγία, η Ελβετία και η Αυστρία. Παράλληλα η υπηρεσία είναι σε διαδικασία εισόδου στην ελληνική αγορά.
Μεγαλύτερη επιτυχία
«Μας έχουν καλέσει και έχουν έρθει σε επαφή μαζί μας μια σειρά ξενοδοχειακά συγκροτήματα, καθώς και μεμονωμένοι ιδιοκτήτες, και τώρα είμαστε σε διαδικασία αναζήτησης ενός τοπικού εταίρου που θα είναι σε θέση να λειτουργεί με την ίδια επιτυχία όπως κάναμε και σε άλλες χώρες» λέει ο κ. Bugeja. «Στην Ελλάδα, όπου υπάρχουν τόσο πολλά ξενοδοχεία χωρίς σύστημα all inclusive, σίγουρα το πρόγραμμα αυτό θα έχει ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία από ό,τι στους περισσότερους άλλους προορισμούς της Μεσογείου». Οπως τονίζει, άλλωστε, «το all inclusive έχει έρθει για να μείνει και να αναπτυχθεί στην Ελλάδα κατά τον ίδιο τρόπο που το έκανε και σε άλλους ανταγωνιστικούς προορισμούς. «Ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από την προσφορά και η ζήτηση απλά θα κάνει τη ρύθμιση» εκτιμά.
Ποιοι τουρίστες το επιλέγουν; «Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια ευρεία ποικιλία πελατών που χρησιμοποιούν αυτή την υπηρεσία, ξεκινώντας από ένα απλό δωμάτιο ως και την πλήρη διατροφή, οι οποίοι διαμένουν σε ένα ευρύ φάσμα καταλυμάτων, από διαμερίσματα ως ξενοδοχεία πέντε αστέρων» λέει. Το dine around όμως «δεν περιορίζεται στα μέλη αλλά είναι ανοιχτό στον καθένα, για να αγοράσει οποιονδήποτε αριθμό γευμάτων επιθυμεί σε διάφορες κατηγορίες εγκαταστάσεων, αλλά και να αναβαθμίσει επί τόπου την εμπειρία του καταβάλλοντας ένα συμπληρωματικό ποσό στο εστιατόριο μετά το γεύμα. Αυτό λειτουργεί καλά τώρα στη Μάλτα, στο Ισραήλ, στο Αμπου Ντάμπι και στην Κύπρο» καταλήγει.
Παγκόσμια τάση
Oι «σφιχτοί» προϋπολογισμοί αύξησαν τη ζήτηση
Στη χώρα μας το all Inclusive δεν είναι κυρίαρχο, παρότι μετά το 2008 η οικονομική κρίση ανάγκασε τους ταξιδιώτες σε πιο «σφιχτούς» προϋπολογισμούς, αυξάνοντας τη ζήτηση για πακέτα διακοπών που περιλαμβάνουν υπηρεσίες όπως μετακίνηση, διαμονή και εστίαση. Ετσι ενισχύθηκε σημαντικά η προσφορά ξενοδοχείων που λειτουργούν με το συγκεκριμένο μοντέλο σε παραδοσιακούς παραθεριστικούς προορισμούς, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα.
Τα έσοδα που παράγονται από τα all inclusive ξενοδοχεία στη χώρα ανέρχονται σε 2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με μελέτη του SETE Intelligence. Από αυτά, υπολογίζεται ότι 250 εκατ. ευρώ είναι η δαπάνη για φαγητό και ποτό μέσα στις μονάδες. Το καλοκαίρι του 2014 λειτουργούσαν με σύστημαall inclusive περίπου 210 μονάδες τεσσάρων και πέντε αστέρων, με 54.705 δωμάτια, αντιπροσωπεύοντας το 2,2% του συνόλου των ξενοδοχειακών μονάδων της χώρας και το 13,6% της συνολικής δυναμικότητας σε δωμάτια. Η δαπάνη των πελατών all inclusive στα εμπορικά καταστήματα είναι η δεύτερη υψηλότερη ύστερα από αυτήν των πελατών ξενοδοχείων πέντε αστέρων (144 ευρώ από 177 ευρώ), με βάση την έρευνα «Εμπόριο και Τουρισμός στην Κρήτη» (ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ), ενώ στην εστίαση είναι χαμηλότερη (97 ευρώ), αφού έχουν ήδη πληρώσει τη διατροφή εντός ξενοδοχείου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ