Σύμφωνα με το πρόσφατο αφιέρωμα του περιοδικού «The Economist» στο «νέο ασθενές φύλο», οι άνδρες έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες από τις γυναίκες να μπουν στη φυλακή, να παραγκωνιστούν από τα παιδιά τους, ακόμη και να αυτοκτονήσουν.«Οι άνδρες στις ανεπτυγμένες χώρες την έχουν άσχημα. Πρέπει να μάθουν να προσαρμόζονται». Με αυτή τη διαπίστωση αρχίζει το πρόσφατο πολυσέλιδο αφιέρωμα του περιοδικού «The Economist» στο «νέο ασθενές φύλο», όπως βαπτίζει το αλλοτινό ισχυρό. Εκ πρώτης όψεως, η πατριαρχία καλά κρατεί. Οι άνδρες πρόεδροι και πρωθυπουργοί παγκοσμίως καλύπτουν ποσοστό μεγαλύτερο του 90%, όπως άνδρες είναι και τα περισσότερα αφεντικά στις περισσότερες εταιρείες, οι άνδρες κυριαρχούν στην οικονομία, στην τεχνολογία, στο σινεμά, ακόμη και στο stand-up comedy –για κάποιον λόγο θεωρείται αντιερωτικό για μια γυναίκα να σηκώνεται μπροστά από ένα μικρόφωνο και να αφηγείται τις δικές της ιστορίες καθημερινής ερωτικής τρέλας.
Κι όμως. Οπως όλα δείχνουν, συνεχίζει να επιχειρηματολογεί το «Economist», οι άνδρες έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες από τις γυναίκες να μπουν στη φυλακή, να παραγκωνιστούν από τα παιδιά τους, ακόμη και να αυτοκτονήσουν. Επιπλέον, οι άνδρες που χάνουν τη δουλειά τους είναι πολύ πιθανό να μην ξαναδουλέψουν ή να μην ξαναδουλέψουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε αντίθεση με τις γυναίκες, οι οποίες αποδεικνύονται πιο ευέλικτες και με προφανέστερες αρετές επιβίωσης. Το τρίπτυχο χωρίς δουλειά-χωρίς οικογένεια-χωρίς προοπτικές γίνεται ολοένα και πιο σύνηθες στην ανδρική κοινότητα: όταν ένας άνδρας δεν έχει δουλειά αυτοευνουχίζεται ή, ακόμη χειρότερα, κατηγορεί μια γυναίκα για τον ευνουχισμό του, μόνο και μόνο επειδή εκείνη έχει το θράσος να δουλεύει. Οι ερωτικές σχέσεις παύουν να είναι υγιείς, οι συρρικνωμένες εργασιακές ευκαιρίες για τους άνδρες έχουν σαν αποτέλεσμα να καταστρέφουν οικογένειες ή να τις σαμποτάρουν προτού καν σχηματιστούν.
Το φαινόμενο της αποδυνάμωσης του ισχυρού φύλου δεν είναι αποκλειστικά αμερικανικό, είναι παγκόσμιο. Και σίγουρα είναι και ελληνικό. Στη δική μας περίπτωση, η κρίση έχει τεράστιο μερίδιο ευθύνης στην αναδιανομή της δύναμης των φύλων.
Η Ελενα Σκαρπαθιώτη, μάνατζερ και σύμβουλος καριέρας στο Τμήμα Επιλογής Στελεχών της ICAP Advisory, μίλησε εκτενώς στο BHMAgazino για την εικόνα των ελλήνων εργαζομένων, ή επίδοξων εργαζομένων, και για το πώς αυτή έχει επηρεαστεί από το γενικότερο καθεστώς ανασφάλειας και αβεβαιότητας. «Είναι σαφέστατα διάχυτη η ανησυχία μεταξύ των εργαζομένων, για την «επόμενη ημέρα», μιας και το εργασιακό πλαίσιο παραμένει ρευστό. Η διεκδίκηση δεν έχει φύλο. Οι άνδρες όμως υποψήφιοι εξετάζουν πιο εύκολα τις εναλλακτικές που τους θέλουν να μετακινούνται στο εξωτερικό, κάτι που για τις περισσότερες γυναίκες εργαζόμενες δεν αποτελεί προοπτική. Από την άλλη, οι άνδρες υποψήφιοι δείχνουν λιγότερο προσαρμοστικοί στην αλλαγή των συνθηκών και πιο δύσκολοι στις διαπραγματεύσεις για μια επόμενη θέση, καταλήγοντας συχνά σε μεγαλύτερες περιόδους ανεργίας απ’ ό,τι οι γυναίκες, που εμφανίζονται πιο διαλλακτικές σε θέματα θέσεων, τίτλων ή/και αποδοχών» τονίζει.
Και συνεχίζει: «Μεγάλα έργα των τελευταίων δύο ετών που ανέλαβε η εταιρεία μας, με υποβολή περίπου 9.000 βιογραφικών από νεαρούς υποψηφίους, αποδεικνύουν ότι στην Ελλάδα οι κάτοχοι περισσότερων του ενός τίτλου, όπως και οι αριστούχοι, κατανέμονται περίπου ίδια μεταξύ των δύο φύλων. Αυτό που διαφοροποιεί ουσιαστικά τους υποψηφίους μεταξύ τους είναι η αφύπνιση που φαίνεται να έχουν σε θέματα επικαιρότητας και αγοράς, όπως και η ξεκάθαρη εικόνα ως προς την επαγγελματική τους πορεία –ανεξαρτήτως φύλου. Στη χώρα μας, η έλλειψη ουσιαστικής διασύνδεσης των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με την αγορά μεταφέρει αυτή την ευθύνη στον υποψήφιο και στο προσωπικό ενδιαφέρον και χρόνο που θα επενδύσει, καθώς και στις ικανότητές του για διερεύνηση. Αυτό φαίνεται να διαφοροποιείται ουσιαστικά μεταξύ των ηλικιών και όχι τόσο μεταξύ των δύο φύλων».
Σε έναν κόσμο και σε μια κοινωνία που το 90% του ανδρικού πρεστίζ εξαρτάται από τη δουλειά του, το ότι πλέον την έχει χάσει ή κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να τη χάσει λειτουργεί λοιπόν ευνουχιστικά; «Αυτό ισχύει κυρίως για άνδρες-υποψηφίους «καριέρας». Επαγγελματίες δηλαδή που ταυτίζουν την πραγμάτωσή τους με την εξέλιξή τους στην ιεραρχία είναι πολύ πιθανό να ανησυχούν περισσότερο ή να απογοητεύονται όταν, χάνοντας τη δουλειά τους, διαπιστώνουν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρουν κάτι αντίστοιχο με αυτό που είχαν. Είναι συχνό φαινόμενο τέτοιοι υποψήφιοι να επιδιώκουν θέσεις κύρους και να διεκδικούν επίμονα έναν τίτλο που θεωρούν ότι ανταποκρίνεται στο προφίλ τους, έστω και αν δεν ακολουθείται από αντίστοιχες αποδοχές και/ή παροχές, κάτι που κρύβουν ως «ένοχο μυστικό». Εχει παρατηρηθεί από υποψηφίους-συμμετέχοντες σε προγράμματα επανατοποθέτησης (outplacement) ότι μπορεί να επιλέξουν να εμπλακούν σε κάτι εντελώς διαφορετικό από πριν ώστε να αποφύγουν τη σύγκριση με την προηγούμενη θέση τους και συχνά να πέφτουν στην απραξία και προσωπική απαξίωση. Φυσικά, σε εργαζόμενους χωρίς τέτοιου είδους φιλοδοξίες ή σε «πορεία κορυφής», συναντάμε πολύ πιο ήπιες συμπεριφορές με θετικά αποτελέσματα».
Και οι γυναίκες τι θέση έχουν σε όλα αυτά; «Πριν φτάσουμε να συζητάμε για τη διαφοροποίηση των αμοιβών μεταξύ ανδρών και γυναικών επαγγελματιών, θα πρέπει να προβληματιστούμε από τον εξαιρετικά χαμηλό αριθμό γυναικών σε υψηλές θέσεις –όπως για παράδειγμα σε θέσεις σαν εκείνη της γενικής διευθύντριας ή της διευθύνουσας συμβούλου. Το πρόβλημα αφορά τις περισσότερες χώρες, ειδικά όμως στην εγχώρια αγορά είναι μεγαλύτερο αναλογικά με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Αρκεί να δούμε και τις τελευταίες στατιστικές: Στην πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα που διεξήχθη για λογαριασμό της ΕΑΣΕ (Εταιρεία Ανωτάτων Στελεχών Επιχειρήσεων) τον Σεπτέμβριο του 2014, ποσοστό 89% των μελών της ΕΑΣΕ ήταν –την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας –άνδρες και μόνο 11% γυναίκες. Για τις ίδιες εργασίες, σε θέσεις μεσαίου επιπέδου, οι αμοιβές μπορεί να έχουν κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο φύλων υπέρ των ανδρών, αν και αυτό δεν γίνεται πάντα».
Εχουν αλλάξει λοιπόν οι ρόλοι; Οι άνδρες είναι οι νέες γυναίκες; Η ισορροπία έχει χαθεί και το ασθενές φύλο δυνάμωσε; «Οι γυναίκες υποψήφιες φαίνονται να ανταποκρίνονται καλύτερα στις πιεστικές συνθήκες που μπορεί να βιώνουν, επιδεικνύοντας καλύτερη οργάνωση και μεγαλύτερη ευελιξία. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο, για παράδειγμα, σε εργαζόμενες που επιστρέφουν στο γραφείο ύστερα από άδεια μητρότητας και καταφέρνουν σε λιγότερο χρόνο (λόγω μειωμένου ωραρίου) να έχουν την ίδια απόδοση, με μεγαλύτερη συγκέντρωση και εφαρμόζοντας αυστηρό πρόγραμμα. Επιπλέον, η έλλειψη των επιλογών σήμερα, που ενδεχομένως να είναι για τις γυναίκες πιο περιορισμένες από ό,τι σε έναν άνδρα, συντελούν ώστε να υιοθετούν πιο προσγειωμένη προσέγγιση σε ό,τι αφορά την απόδοσή τους και τις θέσεις που αποδέχονται». Και καταλήγει: «Παρατηρώντας βιογραφικά γυναικών και ανδρών, προκύπτει ότι οι γυναίκες φαίνεται να τολμούν περισσότερο να επενδύσουν σε καριέρες διαφορετικές από το αντικείμενο σπουδών τους, επιλέγοντας αυτό που θεωρούν ότι ταιριάζει περισσότερο στην προσωπικότητα και στις επιδιώξεις τους. Ισως αυτό να αιτιολογεί σε κάποιες περιπτώσεις τη διαφορετική μισθολογική βάση, αλλά και τη διαφορετική ευελιξία ως προς τις οποιεσδήποτε επαγγελματικές τους κινήσεις».
Με άλλα λόγια, στις μέρες μας το ρήμα ελίσσομαι είναι συνώνυμο του ρήματος επιβιώνω. Και όπως όλα δείχνουν, ταιριάζει πολύ περισσότερο στη γυναικεία σιλουέτα.
Ακτινογραφώντας την ελληνική και όχι μόνο κοινωνία, ο δρ Χρήστος Κεχαγιάς, ο οποίος διδάσκει Επιστημολογία Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, μοιράστηκε μαζί μας πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις: «Το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό, είναι παγκόσμιο. Εχει στη βάση του την ολοένα αυξανόμενη αδυναμία των ανθρώπων να κατανοήσουν και να ενστερνιστούν τις βιολογικές, πολιτισμικές, επαγγελματικές ταυτότητές τους απέναντι στη διαρκώς διογκούμενη οικονομική ανισότητα. Ετσι, οι κατ’ όνομα «ελεύθεροι» πολίτες είναι κατ’ ουσίαν φινετσάτοι «σκλάβοι» εντός της οικονομικής παραγωγής στην οποία μετέχουν και δέσμιοι ταχύτατα παγιωμένων αντιλήψεων και ρόλων, για τους οποίους δεν έχουν λόγο ως προς τη διαμόρφωσή τους: καταναλώνουν αφειδώς ρόλους και μεταβολίζουν συσκευασμένες ταυτότητες. Ποτέ άλλοτε δεν εξωραΐστηκε τόσο πολύ το υποκείμενο μέσα στην αυταπάτη της ρηχής δύναμής του και ποτέ άλλοτε δεν θεοποιήθηκε τόσο πολύ η ασημαντότητα και η εξηλιθίωση. Ολα φαίνονται ενταγμένα στη μεγάλη αυταπάτη της απεριόριστης ανάπτυξης που δανείζεται το φετίχ της απεριόριστης ισχύος/κυριαρχίας. Εναντι όμως τίνος;».
Ο ίδιος εντοπίζει «μια έκδηλη προτίμηση στην αναπαραγωγή του μοντέλου, που θέλει τον άνδρα κάπως μονοδιάστατο και εξουσιαστή και τη γυναίκα αγωνιζόμενη να κατακτήσει αυτά που δικαιούται. Αυτό δεν ισχύει στην πραγματικότητα. Γιατί, πόσο «παραδοσιακά» μπορούμε να εντοπίσουμε π.χ. την έλλειψη ανδρών στον δικαστικό τομέα τις τελευταίες δεκαετίες; Κοιτάξτε: οι γυναίκες επιδεικνύουν μεγαλύτερη επιμέλεια στις σπουδές τους διεθνώς και επιδιώκουν την επαγγελματική καταξίωση. Αλλά όταν βρεθούν σε θέσεις εξουσίας παγιδεύονται στην αναπαραγωγή της στερεοτυπικής εικόνας του άνδρα ηγέτη και ίσως γι’ αυτό η ματαίωση που εμφανίζουν στις έρευνες θα μπορούσε να εξηγηθεί με το ότι δεν αφήνουν τον εαυτό τους να ξεδιπλώσει τα πραγματικά δικά τους ταλέντα και τις δεξιότητες. Από την άλλη πλευρά, οι άνδρες εξέρχονται ευκολότερα του επαγγέλματος και, δίχως τα κατάλληλα εφόδια, μετά τα 35 τους, είναι δυσκολότερο να ενταχθούν εκ νέου στην αγορά εργασίας, με πασιφανείς επιπτώσεις στην ψυχοκοινωνική τους εικόνα».
Τι συμβαίνει λοιπόν με τη μάχη των φύλων; «Θεωρητικά, ο άνδρας όταν απομακρύνεται από το επίτευγμα βυθίζεται στον εαυτό του. Η γυναίκα πεισμώνει και κυνηγά. Τα πράγματα όμως είναι αρκετά πολύπλοκα για να τα εντοπίζουμε μόνο στον ανταγωνισμό των βιολογικών φύλων. Τα νέα καταναλωτικά πρότυπα και τα νέα μοντέλα οικογένειας που υιοθετήθηκαν τα τελευταία 40 χρόνια προκάλεσαν σεισμό σε αυτό που οι κοινωνίες είχαν «συνηθίσει» εδώ και χιλιετίες. Ενα από τα αποτελέσματα είναι η απότομη παραχώρηση μέρους του γυναικείου χώρου και προνομίων στον άνδρα. Βέβαια, ο δημόσιος χώρος παραμένει γένους αρσενικού και ο ιδιωτικός περισσότερο θηλυκού. Αυτό είναι λάθος, κατά τη γνώμη μου, και σύντομα ευτυχώς θα αλλάξει».
Σε μια εποχή και σε μια χώρα που πλέον δεν θεωρείται δεδομένος ούτε ο μηνιαίος μισθός, «ο άνδρας και η γυναίκα πρέπει να συνεργαστούν όσο δεν το έχουν πράξει ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας. Θα σας έλεγα ότι αυτή τη στιγμή η συζήτηση θα έπρεπε να ξεκινήσει από το ότι η αγορά εργασίας έχει συρρικνωθεί πάρα πολύ και οι μισθοί που προσφέρονται, καθώς και οι προοπτικές δεν δίνουν καμιά ελπίδα για βελτίωση του επιπέδου ζωής. Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε πολύ μεγάλο κίνδυνο».
Πού έχουμε οδηγηθεί λοιπόν ύστερα από τόσα χρόνια πάλης με έννοιες όπως «ταυτότητα» και «ισότητα»; «Είναι λυπηρό να διαπιστώνει κανείς ότι τα φεμινιστικά ή τα άλλα κινήματα χειραφέτησης και αυτονομίας και οι αγώνες των δύο προηγούμενων αιώνων δεν μπόρεσαν να διαμορφώσουν κοινωνίες αληθινής ισότητας και δημοκρατίας, παρά μόνο να αναδιατάξουν εσωτερικά τις παραγωγικές δομές του πιο απάνθρωπου συστήματος που γνώρισε ποτέ ο κόσμος: του ολοκληρωτισμού της νεοφεουδαρχίας που βιώνουμε σήμερα».
Από την εποχή της μετάβασης από την αγροτική-οικιακή οικονομία στη βιομηχανική-καταναλωτική υπήρχε ανάμειξη οικογένειας – εργασίας, νοουμένη ως συνεργασία με σκοπό, για παράδειγμα, την επιβίωση της οικογενειακής μονάδας. Μέχρι τα μισά του 20ού αι., ο αριθμός των γυναικών με εξωοικιακή, αμειβόμενη εργασία περιορίζεται σημαντικά. Η γυναίκα που επαγγέλλεται «οικιακά», ήτοι ο απλήρωτος χαρακτήρας εργασίας, οδηγεί σε απαξίωση της κοινωνικής της αναγνώρισης. Οι ρόλοι των δύο φύλων είναι «συμπληρωματικοί», με τον πατέρα να έχει τον «μηχανιστικό» ρόλο της επιβίωσης και τη γυναίκα τον «εκφραστικό» της ανατροφής των παιδιών και της φροντίδας των ηλικιωμένων. Από τη δεκαετία του ’60, η ολοένα αυξανόμενη συμμετοχή της γυναίκας στην αγορά εργασίας, λόγω των αναγκών που γέννησε η οικονομική ανάπτυξη, συνοδεύτηκε από νέα καταναλωτικά πρότυπα (αύξηση δαπανών, μεγιστοποίηση καλοπέρασης νοικοκυριού κ.λπ.) και νέα μοντέλα οικογένειας (διπλής σταδιοδρομίας, όπου εργάζονται και οι δύο γονείς). Γενικά η νόρμα είναι: όσο πιο αναπτυγμένη τεχνολογικά-οικονομικά είναι μια περιοχή, τόσο αυξημένη είναι η συμμετοχή των γυναικών στο οικογενειακό ταμείο και των ανδρών στην οικιακή φροντίδα.
Σε τελική ανάλυση, το ζήτημα δεν είναι να παγιωθεί αυτό που πάει να γίνει: οι γυναίκες να γίνουν πιο άνδρες και οι άνδρες περισσότερο γυναίκες, δηλαδή οι πρώτες να καμώνονται τις ατρόμητες Μπουμπουλίνες και οι δεύτεροι να νιώθουν σαν τρομαγμένα ζωάκια που τους έχεις κόψει την ουρά και άλλα σημαντικά κομμάτια της ανατομίας τους. Οταν σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και στη χώρα μας, ύστερα από την επέλαση της οικονομικής κρίσης, οι αυτοκτονίες ανδρών έχουν αγγίξει ανησυχητικά ποσοστά, αυτό που πρέπει να γίνει μεταξύ των δύο φύλων είναι ανακωχή και όχι μάχη.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 21 Ιουνίου 2015
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ