Μια τεχνική που επιτρέπει την ενεργοποίηση αναμνήσεων στον εγκέφαλο ξανάφερε τη χαρά σε ποντίκια που είχαν βυθιστεί σε μια καταθλιπτική κατάσταση – ένα προκαταρκτικό εύρημα που θα μπορούσε να βοηθήσει τουλάχιστον στην κατανόηση της κατάθλιψης στον άνθρωπο.
Η μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature» χρησιμοποιεί τη λεγόμενη οπτογενετική, μια τεχνική η οποία χρησιμοποιεί φως για να διεγείρει συγκεκριμένες ομάδες νευρώνων σε πειραματόζωα που έχουν τροποποιηθεί γενετικά ώστε να γίνουν ευαίσθητα στο φως τα νευρικά κύτταρά τους.
Την έρευνα υπογράφει η ομάδα του Σουσούμου Τονεγκάβα, νευροεπιστήμονα του MIT, ο οποίος είχε χρησιμοποιήσει την ίδια τεχνική για να δείξει ότι οι μνήμες κωδικοποιούνται στις συνδέσεις ανάμεσα σε ομάδες νευρώνων στον εγκέφαλο.
Έκτοτε, η οπτογενετική έχει χρησιμοποιηθεί σε πειραματόζωα για τη δημιουργία ψευδών αναμνήσεων, την επαναφορά χαμένων αναμνήσεων και τη μετατροπή δυσάρεστων αναμνήσεων σε ευχάριστες.
Στη νέα μελέτη, εξηγεί η ειδησεογραφική υπηρεσία του Nature, οι ερευνητές αναγνώρισαν σε πρώτη φάση νευρώνες που ενεργοποιούνται στα αρσενικά ποντίκια από την ευχάριστη εμπειρία της παρέας με ένα θηλυκό.
Στη συνέχεια, τα αρσενικά ποντίκια ακινητοποιήθηκαν στα κλουβιά τους για δέκα ημέρες, οπότε εμφάνισαν συμπτώματα που θυμίζουν κατάθλιψη: έπαψαν να προτιμούν το ζαχαρόνερο από το απλό νερό, ένδειξη ότι είχαν χάσει το ενδιαφέρον τους για ευχάριστα ερεθίσματα: και σταμάτησαν να αντιδρούν τόσο έντονα όταν οι ερευνητές τα σήκωναν από την ουρά, μια ένδειξη παραίτησης και έλλειψης κινήτρων.
Η μελέτη
Στην κύρια φάση του πειράματος, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν παλμούς φωτός για να ενεργοποιήσουν τους νευρώνες στους οποίους είχε αποθηκευτεί η ευχάριστη ανάμνηση της θηλυκής παρέας. Στην αρχή, η παρέμβαση αυτή έδειξε να βελτιώνει τη διάθεση των ζώων μόνο παροδικά, όσο το φως ήταν αναμμένο.
Όταν όμως το φως της χαράς συνέχισε να ανάβει δύο φορές την ημέρα για έξι ημέρες, η επίδραση σταθεροποιήθηκε και διατηρούνταν ακόμα και με το φως σβηστό.
Το σημαντικό είναι ότι η παρέμβαση δεν ενεργοποίησε απλά τα κέντρα επιβράβευσης του εγκεφάλου – τα «καταθλιπτικά» ποντίκια στην ομάδα ελέγχου δεν έδειξαν να βελτιώνονται από την έκθεση στην παρουσία ενός πραγματικού θηλυκού.
«Μπορέσαμε να θεραπεύσουμε την κατάθλιψη των ζώων» λέει τώρα ο Τονεγκάβα, αν και τονίζει ότι τα ευρήματα απέχουν πολύ από το να επιβεβαιωθούν στον άνθρωπο.
Η τεχνική δεν μπορεί να εφαρμοστεί στον άνθρωπο
«Θέλω να είμαι πολύ προσεκτικός να μην δώσω ψευδείς προσδοκίες στους ασθενείς. Αυτό που κάνουμε είναι βασική έρευνα» λέει.
Πράγματι, κανείς δεν μπορεί να πει ότι τα συμπτώματα των ποντικών είναι αντίστοιχα της κατάθλιψης, μιας ασθένειας που μπορεί να εκδηλωθεί με μια ποικιλία διαφορετικών συμπτωμάτων.
Επιπλέον, η τεχνική της οπτογενετικής δεν μπορεί να εφαρμοστεί στον άνθρωπο, αφού θα απαιτούσε τη γενετική τροποποίηση των ασθενών.
Ο Τονεγκάβα δηλώνει όμως ότι στόχος της μελέτης ήταν απλά να αναγνωρίσει τα νευρωνικά κυκλώματα που συνδέονται με ψυχικές διαταραχές.
Η διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην κατάθλιψη και τη μνήμη θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει σε νέες μεθόδους ψυχοθεραπείας ή άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις.