Συμπληρώθηκε ένας χρόνος από τότε που η Ελλάδα πήρε τελευταία φορά χρήματα από τους δανειστές. Ηταν λίγο μετά της ευρωεκλογές του 2014, τότε που ο Αντώνης Σαμαράς έσκισε «σελίδα-σελίδα» το Μνημόνιο, όταν το ΔΝΤ κατέβαλε την τελευταία δόση ύψους 3,6 δισ. ευρώ και η οποία αφορούσε υπόλοιπα από το 2013. Εκτοτε, η χώρα δεν έχει πάρει φράγκο από τους δανειστές.
Εχοντας πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα και έχοντας εξασφαλίσει την επιστροφή της χώρας στις αγορές, η τότε κυβέρνηση αισιοδοξούσε να βγάλει τη χώρα από το Μνημόνιο στο τέλος του 2014, όταν και έληγε το πρόγραμμα των Ευρωπαίων. Ο κ. Σαμαράς προσδοκούσε σε πολιτική διαπραγμάτευση για να υλοποιήσει τον στόχο του. Θεωρούσε ότι μέχρι τον Νοέμβριο του 2014 θα είχε κλείσει το review, η ελληνική οικονομία θα είχε αναβαθμιστεί από τους οίκους αξιολόγησης και θα μπορούσε πλέον να καλύπτει τις ανάγκες της από τις αγορές, με χαμηλά επιτόκια. Επιπλέον, περίμενε το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ στις αρχές του 2015 για να καβαλήσει το κύμα και να γυρίσει σελίδα η χώρα.
Το σχέδιο όμως δεν προχώρησε. Αν και σε πολιτικό επίπεδο πήρε το ΟΚ της Ανγκελα Μέρκελ, κόλλησε σε τεχνικό, στον σκόπελο του Eurogroup και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών και πολλοί συνάδελφοί του δεν έβλεπαν με καλό μάτι το ενδεχόμενο η Ελλάδα να ξεφύγει από το στενό τους μαρκάρισμα. Το ζήτημα σκάλωσε στο review και στο περίφημο e-mail Χαρδούβελη. Στη συνέχεια συμφωνήθηκε ένταξη στην προληπτική γραμμή χρηματοδότησης ECCL, μεσολάβησε όμως η πρόωρη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και το σχέδιο πήγε περίπατο.
Εναν χρόνο μετά, ο Αλέξης Τσίπρας προσπάθησε και πάλι να αυτονομηθεί από τους δανειστές, καταθέτοντας σχέδιο με εξασφαλισμένη τη χρημοτοδότηση της χώρας από τα κεφάλαια που υπάρχουν διαθέσιμα για την Ελλάδα από το τρέχον πρόγραμμα. Ομως και πάλι «έφαγε πόρτα». Οπως και πέρυσι, έτσι και εφέτος επιμένουν στο κλείσιμο της αξιολόγησης προτού υπάρξει συμφωνία για την επόμενη μέρα.
Είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι οι πιστωτές δεν είναι διατεθειμένοι να χαλαρώσουν τον έλεγχο. Φοβούνται –και όχι αδίκως –πως αν «λασκάρουν τα λουριά», το εγχώριο πολιτικό σύστημα θα αρχίσει πάλι τα ίδια: προσλήψεις, παροχές, σπατάλες κ.λπ. και θα χρειαστεί να παρέμβουν εκ νέου, με κεφάλαια των ευρωπαίων φορολογουμένων, για τη διάσωση της χώρας.
Και όσο αυτή η καχυποψία και η έλλειψη εμπιστοσύνης χαρακτηρίζουν τις σχέσεις του εγχώριου πολιτικού συστήματος με τους εταίρους, η επιστροφή στην κανονικότητα θα βρίσκεται έξω από το κάδρο.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ