ΑΛΑΑ ΑΛ-ΑΣΟΥΑΝΙ
Η αυτοκινητιστική λέσχη της Αιγύπτου
Μετάφραση Γιάννης Στρίγκος
Εκδόσεις Πατάκη, 2015,
σελ. 640, τιμή 19,70 ευρώ

Ενας λογοτέχνης διακόπτει τη συγγραφή ενός βιβλίου για πολλούς λόγους. Σπανίως όμως συμβαίνει να το κάνει επειδή πρέπει να λάβει ενεργό μέρος σε «μια αληθινή επανάσταση».

Το έπαθε ο 58χρονος Αλάα Αλ-Ασουάνι όταν τον Ιανουάριο του 2011, στο πλαίσιο αυτού που χαρακτηρίστηκε Αραβική Ανοιξη, η πλατεία Ταχρίρ («Ελευθερίας» στα αραβικά) στο Κάιρο βούλιαξε από τα εκατομμύρια των διαδηλωτών που απαιτούσαν την πτώση του δικτάτορα Χόσνι Μουμπάρακ.
Στα τέλη του 2008 ο διάσημος πλέον αιγύπτιος συγγραφέας –μετά την τεράστια επιτυχία που σημείωσε Το Μέγαρο Γιακουμπιάν (2002) –άρχισε να γράφει το νέο του μυθιστόρημα υπό τον τίτλο Η αυτοκινητιστική λέσχη της Αιγύπτου και δεν κατάφερε να το ολοκληρώσει παρά στις αρχές του 2013. «Η κίνηση αυτή έχει ρίσκο, το να σταματήσεις να γράφεις ένα μυθιστόρημα γιατί ενδέχεται να αποσυνδεθείς από το αίσθημα που έχεις αναπτύξει γι’ αυτό. Σε αυτή την περίπτωση όμως δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Οταν αργότερα συνέχισα, κατάλαβα πόσο σημαντικά ήταν για το βιβλίο αυτά που συνέβαιναν έξω στους δρόμους» είπε ο ίδιος από την αιγυπτιακή πρωτεύουσα σε τηλεφωνική συνομιλία του με «Το Βήμα» μια μέρα που δεν εργαζόταν στο οδοντιατρείο του.
Τα τελευταία χρόνια ο Αλάα Αλ-Ασουάνι, κυρίως μέσω της αρθρογραφίας του, έχει αναδειχθεί ως ένας δημόσιος διανοούμενος, ιδιαίτερα μαχητικός. Ωστόσο εδώ και δέκα μήνες γράφει μόνο στον λογαριασμό του στο Twitter, καθώς «οι αιγυπτιακές εφημερίδες δεν ανέχονται πλέον τις απόψεις μου», όπως σημείωσε όλο νόημα. «Είμαι περήφανος που συμμετείχα στην επανάσταση. Ηταν μια μεγάλη στιγμή στην ιστορία μας. Αν με ρωτάτε για το σήμερα, σας λέω ότι η επανάσταση δεν έχει πετύχει ακόμη τους στόχους της. Πολλοί από το καθεστώς Μουμπάρακ βρίσκονται ακόμη στο προσκήνιο. Προσωπικά διαφωνώ και με το σημερινό καθεστώς (σ.σ. του στρατηγού Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι) γιατί θεωρώ ότι δεν είναι δημοκρατικό».
Ο Αλάα Αλ-Ασουάνι αντέδρασε το 2012 όταν ο εκλεγμένος ισλαμιστής πρόεδρος Μοχάμεντ Μόρσι αποφάσισε με έκτακτο διάταγμα να δώσει υπερεξουσίες στον εαυτό του, «να καταργήσει επί της ουσίας το αιγυπτιακό σύνταγμα και να θέσει τον εαυτό του υπεράνω των νόμων». Ο συγγραφέας διαδήλωσε (και συνέβαλε στη συγκέντρωση εκατομμυρίων υπογραφών) με σκοπό, όπως τόνισε, «την προσφυγή στις πρόωρες εκλογές». Η μετέπειτα επέμβαση του στρατού το καλοκαίρι του 2013 μπορεί μεν αρχικώς «να συνέβαλε στην αποφυγή ενός εμφυλίου πολέμου που ήταν κοντά», αλλά η συνέχεια δεν ήταν αυτή που ο ίδιος περίμενε. «Παρ’ όλα αυτά είμαι αισιόδοξος γιατί πιστεύω ότι μια επανάσταση δεν σηματοδοτεί μόνο μια πολιτική και κοινωνική αλλαγή, σηματοδοτεί κυρίως μια βαθιά και εσώτερη ανθρωπολογική ρήξη. Επανάσταση σημαίνει διεκδίκηση της αξιοπρέπειας, σημαίνει κυρίως ότι οι άνθρωποι εδώ δεν φοβούνται πια! Και αυτό, ξέρετε, είναι μη αναστρέψιμο. Οσοι βγήκαν στα οδοφράγματα δεν πρόκειται να ξανανιώσουν φόβο. Ασφαλώς μια τέτοια επανάσταση χρειάζεται χρόνο, και η δική μας βρίσκεται ακόμη στην αρχή» υπογράμμισε ο ίδιος.
Δύο σημεία καμπής


Η υπόθεση του βιβλίου Η αυτοκινητιστική λέσχη της Αιγύπτου (η λέσχη στην πραγματικότητα άνοιξε επισήμως τις θύρες της το 1924) διαδραματίζεται κατά την περίοδο της βρετανικής κατοχής, μια περίοδο αναβρασμού και ευρύτερων ανακατατάξεων, πριν από την καθοριστική ανάδυση του Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ.
Ο αναγνώστης –και αυτό είναι το μεγάλο προτέρημα του μυθιστορήματος –νιώθει ότι εδώ πάλλεται μια παραλληλία, ότι υπάρχουν δυναμικές αναλογίες με το σήμερα. «Ενδιαφέρουσα παρατήρηση! Η παραλληλία έγκειται, νομίζω, στο γεγονός ότι και στις δύο εποχές, δύο σημεία καμπής στην ιστορία της Αιγύπτου, όλοι ήταν σίγουροι πως το παλαιό καθεστώς δεν πρόκειται να επιζήσει και το ερώτημα ήταν (και είναι) τι θα ακολουθήσει. Το σημαντικό όμως στη λογοτεχνία είναι να διαβάζει κανείς την ανθρώπινη συνείδηση με τρόπο που να στέκεται πάνω από τον τόπο και τον χρόνο, με τρόπο που να ξεπερνά την επικαιρότητα. Μόνο η λογοτεχνία μπορεί να αγκαλιάσει τόσο συνολικά τον ανθρώπινο παράγοντα» συνέχισε ο Αλάα Αλ-Ασουάνι με τη στεντόρεια φωνή.
Το πολυπληθές μυθιστόρημά του οργανώνεται γύρω από έναν σκληρό και αυταρχικό χαρακτήρα, τον τυραννικό Ελ-Κούο που κυριολεκτικώς τρομοκρατεί τους κατωτέρους του και ψάχνει προσχήματα για να τους τιμωρεί: ξεκινούσε από χαστούκια και χτυπήματα με ρόπαλο στις φτέρνες και έφθανε ως το μαστίγιο που άφηνε χαρακιές στο πετσί τους. Ο Ελ-Κούο, ένας μαυριδερός αρχιυπηρέτης από τη Νουβία, από απλός θαλαμηπόλος του βασιλιά απέκτησε γρήγορα «με μάτι άγρυπνο και γροθιά σιδερένια» την απόλυτη εξουσία. Είναι ο διευθυντής του προσωπικού όχι μόνο της αυτοκινητιστικής λέσχης (όπου μαζεύονται όλοι οι υψηλά ιστάμενοι και κατά το πλείστον «αμαρτωλοί») αλλά όλων των ανακτόρων. Ο Ελ-Κούο είναι «η πόρτα που πραγματικά οδηγούσε στον βασιλιά», έναν βασιλιά που είχε καταντήσει ένα «άτομο επιπόλαιο, οκνηρό και υπόδουλο των λάγνων πόθων του».
Ο Αμπάς, ο πατέρας του Αλάα Αλ-Ασουάνι, υπήρξε βραβευμένος συγγραφέας στην Αίγυπτο, φίλος του νομπελίστα Ναγκίμπ Μαχφούζ και δικηγόρος. «Ο πατέρας μου ήταν ο δικηγόρος της πραγματικής αυτοκινητιστικής λέσχης στο Κάιρο, η οποία εξακολουθεί να λειτουργεί ως σήμερα, και μάλιστα διατηρούσε ένα γραφείο μέσα στο κτίριό της. Οταν ήμουν παιδί, στη διάρκεια των σχολικών μου διακοπών, με έπαιρνε μαζί του στη λέσχη. Ηταν τέλη της δεκαετίας του 1960. Οσο εκείνος εργαζόταν εγώ έκανα βόλτες και παρατηρούσα και άκουγα τις ιστορίες των υπηρετών, των υπηρετών που είχαν δουλέψει κοντά στον Φαρούκ, τον τελευταίο βασιλιά της Αιγύπτου και του Σουδάν. Αυτές τις αφηγήσεις, αυτή την ατμόσφαιρα περισσότερο, τις κράτησα μέσα μου αρκετές δεκαετίες απ’ ό,τι φαίνεται και όταν ήλθε η σωστή ώρα όλα πέρασαν στη μυθοπλασία».
Η ηδονή της υπακοής


Ο Αμπντελαζίζ Χαμάμ, ένας καλοκάγαθος προύχοντας από το Νταράου, αποφασίζει μετά τη χρεοκοπία του να μεταναστεύσει οικογενειακώς στο Κάιρο και να επιβιώσει «σαν οποιοσδήποτε μεροκαματιάρης ή εξόριστος». Βρίσκει δουλειά στην αυτοκινητιστική λέσχη και γίνεται βοηθός του αποθηκάριου Ζορζ Κομανού, ενός Ελληνα της Αιγύπτου. Οι υποχρεώσεις όμως συσσωρεύονται και ο Αμπντελαζίζ Χαμάμ, για να συμπληρώσει το πενιχρό εισόδημά του, αρχίζει να δουλεύει και ως βοηθός πορτιέρη. Ενα περιστατικό ανυπακοής θα φέρει πιο κοντά την οργή του Ελ-Κούο και ύστερα το δικό του τέλος. Ωστόσο «η αιτία του θανάτου ήταν ο εξευτελισμός που είχε υποστεί», το συγκεκριμένο γεγονός τον καταρράκωσε και απ’ αυτό είχε πεθάνει. Ο Ελ-Κούο, πέρα από τον βούρδουλα, διδάσκει πολλά τους υπηρέτες, αλλά το βασικό του δίδαγμα είναι ότι «ο αληθινός υπηρέτης αντλεί ηδονή από την υπακοή του, είναι περήφανος για την υποταγή του». Πιστεύει δε ότι «όποιος έχει συνηθίσει στην καταπίεση δεν μπορεί να καταλάβει τη δικαιοσύνη» και ότι «η δικαιοσύνη διαφθείρει» τους υπηρέτες. Το ενδιαφέρον βέβαια με τους τελευταίους είναι ότι συμφωνούν απολύτως με τον Ελ-Κούο ότι η υπακοή τους συνιστά την «πιο σωστή και λογική συμπεριφορά».
Ο Αλάα Αλ-Ασουάνι αποδίδει προφανώς ιδιαίτερη σημασία σε αυτόν τον σκοτεινό χαρακτήρα. Το Κακό άλλωστε είναι πάντοτε λειτουργικό στη λογοτεχνία. «Θέλησα, μέσω του Ελ-Κούο, να πάω λίγο πιο μακριά από τη διαπίστωση (και τη συνήθη απεικόνιση στη λογοτεχνία) ότι κάθε δικτάτορας είναι ένας άδικος και διεφθαρμένος κυβερνήτης. Αυτό είναι αλήθεια. Υπάρχει όμως και μια άλλη βασική όψη για τον δικτάτορα: οι άνθρωποι υπό την εξουσία του νιώθουν ότι είναι ένας πανταχού παρών «πατέρας» που τους «προστατεύει». Μετά την πτώση πολύχρονων δικτατοριών το παρατηρούμε αυτό: σημαντική μερίδα των ανθρώπων, όχι η πλειονότητα βεβαίως, θα προτιμούσε να ζει ακόμη υπό την «ασφάλεια» του δικτάτορα. Οι άνθρωποι δεν νιώθουν έτοιμοι να αναλάβουν την ευθύνη του ελεύθερου εαυτού τους. Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση μια στατιστική έρευνα από την Πορτογαλία: το 40% των Πορτογάλων θεωρούσε τον φρικτό δικτάτορα Σαλαζάρ «έναν καλό πρόεδρο». Το ίδιο συνέβαινε και στην πρώην Ανατολική Ευρώπη. Και ισχύει και για την Αίγυπτο, είναι ένα ανθρώπινο φαινόμενο εν τέλει. Αυτό που θέλησα να κάνω εγώ ήταν να μιλήσω για ένα κομμάτι της αιγυπτιακής κοινωνίας –δεν μιλώ για ολόκληρο τον αιγυπτιακό λαό –που εξακολουθεί να υπάρχει μετά την πτώση όλων των δικτατοριών στη χώρα και σκέφτεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, αυτό με ενδιέφερε πολύ να διερευνήσω».
Σύγκρουση γενεών


Στο βιβλίο υπάρχουν ασφαλώς και χαρακτήρες που σκέφτονται (και πράττουν) διαφορετικά, όπως ο Κάμελ, γιος του Αμπντελαζίζ Χαμάμ, φοιτητής και μέλος του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος που σιγοβράζει, ή ο νεαρός Αμπντούν, βοηθός του μπάρμαν της λέσχης που επιχειρεί να ξεσηκώσει τους υπηρέτες εναντίον του Ελ-Κούο, αλλά και η φεμινίστρια Οντέτ, η κοντοκουρεμένη κόρη ενός πλούσιου βαμβακέμπορου, με ριζοσπαστικές αντιλήψεις. «Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την επανάσταση στην Αίγυπτο χωρίς να σκεφτούμε την ιδέα της σύγκρουσης των γενεών. Η νεολαία έκανε την επανάσταση. Οι γονείς και οι παππούδες αυτών των νέων είναι στην πλειονότητά τους, όχι όλοι, συμβιβασμένοι άνθρωποι. Συνήθισαν με τις δικτατορίες, τις αποδέχθηκαν, αφομοιώθηκαν από αυτές, σκέφτονται περισσότερο μια «μεταρρύθμιση» του παρελθόντος και όχι την οριστική ρήξη με αυτό. Δεν μπορούν να καταλάβουν το πνεύμα των παιδιών και των εγγονιών τους. Η νεολαία όμως δεν συμβιβάζεται και αγωνίζεται για μια πραγματική αλλαγή, μια αληθινή δημοκρατία στην Αίγυπτο, αγωνίζεται για ισότητα και δικαιοσύνη. Το μόνο που με κάνει να πιστεύω στο μέλλον είναι ότι το 60% του αιγυπτιακού πληθυσμού είναι κάτω από 30 ετών» ανέφερε ο Αλάα Αλ-Ασουάνι, ο οποίος στο τέλος της κουβέντας μας χαρακτήρισε τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους «βάρβαρους εγκληματίες».
Η κάθε θρησκεία, όπως και το Ισλάμ, είναι για τον ίδιο ένα αυστηρά προσωπικό ζήτημα και «σε αυτή τη φιλελεύθερη βάση αναπτύχθηκαν ο κοσμοπολιτισμός και η πολυπολιτισμικότητα της Αιγύπτου από το 1899», η οποία ξεχώριζε ανέκαθεν για την ανεκτική κουλτούρα της. «Η εμπλοκή της θρησκείας, κάθε θρησκείας, στην πολιτική έχει απώτατο αποτέλεσμα τα εγκλήματα, το αίμα, τον φασισμό», όπως αποδεικνύει σήμερα «η επικίνδυνη περίπτωση των ακραίων Ουαχαμπιτών που θεωρούν το Ισλάμ ένα μοντέλο οργάνωσης του κράτους και της κοινωνίας».

* Βιβλία του Αλάα Αλ-Ασουάνι που έχουν κυκλοφορήσει στην ελληνική γλώσσα: «Το Μέγαρο Γιακουμπιάν» (Πόλις, 2007), «Σικάγο» (Πατάκης, 2009), «Θα ήθελα να ήμουν Αιγύπτιος» (2011).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ