«Καλώς ήρθες, Αμερική», αναφώνησε ο χαμογελαστός ιρανός αξιωματούχος, υπεύθυνος για τον έλεγχο διαβατηρίων, όταν έφτασα στις 2:30 τα ξημερώματα στο αεροδρόμιο του Σιράζ στο Ιράν. Δεν ήταν αυτές οι πρώτες λέξεις που περίμενα να ακούσω σε μία χώρα η οποία είναι γνωστή για σχόλια του τύπου ‘Θάνατος στην Αμερική’. Αλλά ο χαιρετισμός αυτός ήταν μόνο το πρώτο από τα πολλά περιστατικά του πρόσφατου ταξιδιού μου τα οποία μου υπενθύμισαν ότι η αντίληψη των Αμερικανών για το Ιράν υπολείπεται της πραγματικότητας». Αυτά γράφει σε άρθρο της στο CNN, η Λίντα Μέισον, επικεφαλής του Κέντρου Δημόσιας Ηγεσίας στο Harvard Kennedy School.
Τον προηγούμενο μήνα, η αμερικανίδα ακαδημαϊκός επισκέφτηκε την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν μαζί με μια ομάδα αμερικανών επιχειρηματιών. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους επισκέφτηκαν τις κύριες πόλεις –την Τεχεράνη, το Ισφαχάν, την Σιράζ και την Κομ –της χώρας και συναντήθηκαν με επικεφαλής επιχειρήσεων και θρησκευτικούς ηγέτες, κυβερνητικούς αξιωματούχους, ακαδημαϊκούς, φοιτητές και φοιτήτριες, καλλιτέχνες αλλά και απλούς Ιρανούς.
«Και όσο περισσότερο χρόνο περνούσα με τους απλούς Ιρανούς, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούσα ότι εδώ στις ΗΠΑ η αντίληψή μας για το Ιράν εξακολουθεί να καθορίζεται από τις συγκλονιστικές εικόνες της κατάληψης της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη το 1979 και τις μετέπειτα στομφώδεις δηλώσεις μίσους του Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ. Και αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι, σε γενικές γραμμές, το Ιράν έχει έναν νεαρό, αστικό, μορφωμένο και ολοένα περισσότερο στραμμένο προς τη Δύση πληθυσμό ο οποίος επιθυμεί διακαώς να ενταχθεί στη διεθνή κοινότητα», σημειώνει χαρακτηριστικά η Λίντα Μέισον.
Σήμερα τα 2/3 των Ιρανών είναι κάτω των 35 ετών. Το επίπεδο της εκπαίδευσης είναι εξαιρετικά υψηλό ενώ τα πανεπιστήμια της χώρας είναι πολύ δυνατά, ιδιαίτερα στους τομείς των Μαθηματικών και της Μηχανικής. Επιπλέον, το 60% του φοιτητικού πληθυσμού της χώρας είναι γυναίκες, όπως γυναίκες είναι επίσης το 50% των αποφοίτων από τις σχολές Μηχανικής. Την ίδια ώρα, πάρα πολλοί Ιρανοί, περισσότεροι από 50 χιλιάδες ανά έτος, όντας περίεργοι να γνωρίσουν και τον υπόλοιπο κόσμο, επιλέγουν να σπουδάσουν στο εξωτερικό με τις ΗΠΑ να βρίσκονται στις πρώτες θέσεις των προτιμήσεών τους.
Ζητώντας από απλούς Ιρανούς να της εξηγήσουν τα φιλο-αμερικανικά αισθήματά τους, η Λίντα Μέισον τους άκουσε να της μιλούν κυρίως «για την ανοιχτή κοινωνία και για το ρόλο της Αμερικής ως φάρο ελευθερίας, για την ισχυρή αμερικανική οικονομία και φυσικά για τη μουσική και τις ταινίες της Αμερικής».
Αποτελεί γεγονός ότι πλέον στο Ιράν υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων που επιθυμούν την αλλαγή και την πρόοδο κατά τα πρότυπα της Δύσης. Το κρίσιμο ερώτημα αφορά το κατά πόσο οι ηγέτες της χώρας, θρησκευτικοί και πολιτικοί, θα επιτρέψουν στους νεαρούς Ιρανούς να ακολουθήσουν τον δρόμο που φαίνεται πως έχουν επιλέξει. Άλλωστε, η Πράσινη Επανάσταση του 2009 κατεστάλη βίαια ενώ οι εμπειρίες της Αιγύπτου και της Συρίας μείωσαν τις ελπίδες των Ιρανών για το ενδεχόμενο μιας λαϊκής εξέγερσης και στη χώρα τους.
Υπέρ της, σταδιακής αλλαγής, ιρανικής κοινωνίας φαίνεται πως τάσσεται και ο πρόεδρος της χώρας Χασάν Ρουχανί. Αλλά καθώς οι προθέσεις του μετριοπαθούς πολιτικού δεν επαρκούν, η Λίντα Μέισον υποστηρίζει πως πρέπει να αναλάβει δράση και η Δύση και ιδιαίτερα η Αμερική.
Πώς; Καταλήγοντας, κατ’ αρχάς σε μια τελική συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και προχωρώντας στην άρση των κυρώσεων. «Αυτό θα έστελνε ένα ισχυρό μήνυμα προς τη νέα και μορφωμένη γενιά Ιρανών η οποία είναι ήδη στραμμένη προς τη Δύση», εξήγησε η αμερικανίδα ακαδημαϊκός, χαρακτηρίζοντας μια συμφωνία για τα πυρηνικά «στοίχημα υπέρ των νέων ανθρώπων που εκπροσωπούν το μέλλον του Ιράν».