Πέρυσι, περίπου τέτοια εποχή, βρισκόμουν στην Κίνα για ένα μεγάλο ταξίδι που ξεκίνησε από το Χονγκ Κονγκ και έπειτα από διάφορες ενδιαφέρουσες όσο και κουραστικές στάσεις (δυσκολία συνεννόησης με τους ντόπιους, απερίγραπτη μόλυνση στην ατμόσφαιρα, τεράστιες αποστάσεις) κατέληξε στο Πεκίνο. Ηταν το μεγάλο ταξίδι που οργανώνω με φίλους κάθε χρόνο, προετοιμάζοντάς το μήνες πριν. Το οποίο φροντίζουμε να έχει από όλα: και λίγη χλιδή (όση σηκώνει η τσέπη μας), και λίγη περιπέτεια (όση αντέχουν τα μαλθακά παιδιά της πόλης), και τα εύκολά του, και τα δύσκολά του. Τουρίστες… του σαλονιού και του λιμανιού, σε εκείνη την περιήγηση βρήκαμε το «σαλόνι» των ονείρων μας στο Χονγκ Κονγκ. Ηταν ένα ξενοδοχείο στο κέντρο της πόλης που μας άφησε σε προνομιακή τιμή (για τα πέντε καλογυαλισμένα αστέρια του) το μετά πρωινού δίκλινο. Πέντε διανυκτερεύσεις επί 170 ευρώ το βράδυ ήταν για εμάς υπολογίσιμο ποσό, επρόκειτο όμως για τη μοναδική πολυτέλεια ενός ταξιδιού στο οποίο επενδύσαμε τις οικονομίες όλης της χρονιάς.
Τελικά τα χρήματα που δώσαμε ήταν λίγα μπροστά σε εκείνο που απολαύσαμε, ξεκινώντας από τον χώρο που μας φιλοξένησε και φτάνοντας στις πιο μικρές λεπτομέρειες. Το δωμάτιό μας μεγάλο, μινιμαλιστικά επιπλωμένο, με τον έναν τοίχο τζαμαρία από πάνω ως κάτω, μας επέτρεπε να βλέπουμε από ψηλά, ανεμπόδιστα, σαν να κρεμόμασταν στο κενό, την πόλη, τη θάλασσα, τα κατάφυτα βουνά, τα πλοία που μπαινόβγαιναν στο λιμάνι. Τα κρεβάτια μας τεράστια, πάντα καλοστρωμένα με κολλαριστά στρωσίδια, το αιρκοντίσιον δυνατό αλλά αθόρυβο, η τηλεόραση υπερσύγχρονη με δεκάδες κανάλια να επιλέξεις, το WiFi δωρεάν και ταχύτατο, το ντους από εκείνα που σε καλούν να περάσεις όλη την ημέρα στο νερό. Ολα καθαρά, ιδανικά, υπέροχα! Και καλάθι με φρούτα για την υποδοχή, και μπουρνούζια, και παντόφλες, και πετσέτες που τις άλλαζαν κάθε μέρα, και σαμπουάν –αφρόλουτρα υψηλής ποιότητας…
Μεγάλη και ανοιχτή η πισίνα στην οποία έκανες μπάνιο βλέποντας στα πόδια σου την πόλη να λάμπει και άριστα οργανωμένο γυμναστήριο. Δωρεάν ενημερωτικά φυλλάδια στη ρεσεψιόν, υπάλληλοι που σου έδιναν ομπρέλα αν έβγαινες με βροχή, λεωφορειάκι που σε τακτά χρονικά διαστήματα σε μετέφερε δωρεάν σε διάφορα μέρη της πόλης… Τέλος, το πρωινό. Μια σειρά από μπουφέδες όπου δεκάδες σεφ σε περίμεναν, καθένας με τις λιχουδιές του: αβγά ομελέτα, βραστά, ποσέ ή τηγανητά, αλλαντικά, τυριά, σαλάτες, σούσι, ιαπωνικές σούπες, νουντλς, ινδικά πιάτα με όσπρια, κινεζική κουζίνα, ταϊλανδέζικη κουζίνα, μεσογειακή κουζίνα, γαλλική κουζίνα, pancakes, κρέμες, ζελέ, φρεσκοψημένα κρουασάν (σκέτα, με σοκολάτα, με κρέμα, με σταφίδες, με… της Παναγιάς τα μάτια), διάφορα είδη κέικ και ψωμιού, όλων των ειδών τα φρούτα, οι χυμοί, οι καφέδες, οι μαρμελάδες.
Γιατί τα θυμάμαι αυτά και σας ανοίγω την όρεξη; Γιατί το περασμένο Σαββατοκύριακο, προσπαθώντας να κλείσω δίκλινο σε παραθαλάσσια περιοχή ξεκινώντας από Σούνιο και Μαραθώνα και φτάνοντας σε Γαλαξίδι, Ναύπλιο και Εύβοια, κόντεψα να πάθω αποπληξία από τις τιμές. Στην Ελλάδα της κρίσης δεν ήταν λίγοι εκείνοι που μου ζητούσαν το λιγότερο 120 ευρώ τη διανυκτέρευση (και 150, και 200, και 220!) για δωμάτια που με βάση την εμπειρία μου (αν έχεις ταξιδέψει αρκετά, καταλαβαίνεις πολλά από τις φωτογραφίες που βλέπεις στο Internet) στο ξενοδοχείο του Χονγκ Κονγκ θα τα είχαν για το προσωπικό. Μου το επιβεβαίωσαν με τα σχόλιά τους και οι προηγούμενοι επισκέπτες, οι οποίοι συχνά κατήγγελλαν την υπερτιμολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών, έκαναν λόγο για χώρους που χρειάζονταν επειγόντως ανακαίνιση, για πετσέτες-σμυριδόχαρτα, για φθαρμένα και κιτρινισμένα σεντόνια, για προβληματικό WiFi, για άθλια πρωινά. Αν για τέτοιες παροχές καλείσαι να δώσεις τόσα χρήματα, τότε το πεντάστερο του Χονγκ Κονγκ στο οποίο έζησα πέντε από τις ωραιότερες ημέρες της ζωής μου ήταν τσάμπα.
Το συζητούσα με φίλη που πρόσφατα πέρασε το weekend της φρίκης σε μεγάλο ξενοδοχείο στα πέριξ των Αθηνών. Οπου άλλα είχαν ζητήσει, άλλα τους περίμεναν. Οπου τους ταλαιπώρησαν όσο δεν λέγεται για να μην τους παρέχουν τελικά τις ανέσεις που τους είχαν υποσχεθεί. Και όπου, όταν διαμαρτυρήθηκαν, τους απάντησαν «αυτό ήταν το καλύτερο που μπορούσαμε να κάνουμε». Γι’ αυτό σας λέω (παραφράζοντας και εγώ τη χιλιοπαραφρασμένη ατάκα του Τσέχωφ), για διακοπές «στο Χονγκ Κονγκ, αδελφές μου (και αδελφοί μου), στο Χονγκ Κονγκ». Ωσπου κάποιοι εδώ να βάλουν μυαλό. (Για τους πολιτικούς που πανηγυρίζουν για τις σούπερ παροχές μας, τι να πω; Ή μας δουλεύουν ψιλό γαζί ή λόγω της ιδιότητάς τους απολαμβάνουν έξτρα περιποιήσεις, άγνωστες στους κοινούς θνητούς.)

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ