«Δεν θέλω τίποτε από εσάς». Με τη φράση αυτή ο 43χρονος Νίκος Μαζιώτης, φρουρούμενος από τρεις αστυνομικούς στο δωμάτιο του «Ευαγγελισμού» όπου νοσηλεύεται, προανήγγειλε ουσιαστικά την τακτική που θα ακολουθήσει στην επόμενη ανάκριση, η οποία από ό,τι φαίνεται θα γίνει στο Πρωτοδικείο της Αθήνας. Ο Νίκος Μαζιώτης δεν επιθυμεί να αναγνωρίσει οποιαδήποτε διαδικασία μέσα στον «Ευαγγελισμό», αφού είναι αποφασισμένος να οδηγηθεί ενώπιον των φυσικών του δικαστών. Οι πληροφορίες ότι η ανάκριση θα γίνει μέσα στον «Ευαγγελισμό» δεν ευσταθούν, εφόσον απόφαση της Πολιτείας είναι να ακολουθηθούν κανονικά όλες οι διαδικασίες.
Ο Νίκος Μαζιώτης αρνήθηκε κατηγορηματικά να παραλάβει το απόσπασμα της απόφασης του Εφετείου που τον καταδίκαζε σε ποινή κάθειρξης 50 χρόνων για τη συνολική τρομοκρατική δράση του. Δεν παρέλαβε ούτε το νέο κατηγορητήριο, που αφορά το πεδίο μάχης κατά τη σύλληψή του στο Μοναστηράκι, αλλά και τις ληστείες, καθώς και την αγορά του αυτοκινήτου με την πλαστή ταυτότητα με το όνομα Μιχάλης Μιχελάκης. Εμπειρος από τα δικαστικά και τις νομικές διαδικασίες γνωρίζει ότι δεν μπορεί να προχωρήσει καμία διαδικασία χωρίς την παρουσία του ιδίου και των συνηγόρων του, όπως ορίζεται ρητά από την Ποινική Δικονομία. Μάλιστα από την πρώτη στιγμή της νοσηλείας του ο Μαζιώτης εκδήλωσε την επιθυμία να μείνει όσο το δυνατόν λιγότερο στον «Ευαγγελισμό» και να οδηγηθεί στη φυλακή. «Θέλει να πάει «σπίτι» του, έτσι νιώθει την κατάληξή του στον Κορυδαλλό» μας είπε άνθρωπος που τον έχει δει…
Τον Νίκο Μαζιώτη επισκέφθηκαν από τις πρώτες ώρες της νοσηλείας του οι συνήγοροί του Σπύρος Φυτράκης και Δάφνη Βαγιανού, καθώς και η αδελφή του. Οι δικηγόροι, γνωστοί για την παρουσία τους σε δίκες τρομοκρατίας, τον πρωτογνώρισαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90, και συγκεκριμένα τον Ιανουάριο του 1998, όταν συνελήφθη για τη βόμβα στο κτίριο του υπουργείου Βιομηχανίας στη Μιχαλακοπούλου. Το χτύπημα έγινε στις 5 Δεκεμβρίου του 1997. Πέντε ημέρες μετά εξερράγη βόμβα και στο πολιτικό γραφείο της τότε υπουργού Βάσως Παπανδρέου.

«Ποτέ δεν έβαλε σε κίνδυνο ανθρώπινη ζωή»
μας είπε ο συνήγορός του Σπύρος Φυτράκης και γι’ αυτό «δεν έχει ποτέ νεκρό πίσω του». Στην ερώτηση γιατί πυροβολούσε αδιακρίτως στο Μοναστηράκι επιφυλάχθηκε να δει την έκθεση σύλληψής του και αρκέστηκε να πει: «Αυτή είναι η μία πλευρά. Ο Μαζιώτης είναι θεωρητικός κυρίως…».
Και η συνήγορός του Δάφνη Βαγιανού μάς διατύπωσε την άποψη ότι ποτέ δεν διανοήθηκε να θέσει σε κίνδυνο ανθρώπινη ζωή. Σήμερα, μετά την εγχείριση, ο κατηγορούμενος παραπονείται συχνά λέγοντας: «Δεν νιώθω καθόλου το χέρι μου. Θέλω να τελειώνει όλο αυτό, να φύγω από εδώ, να πάω φυλακή...
Κοντά στον Μαζιώτη βρέθηκε από την πρώτη στιγμή και η αδελφή του. «Ολα τα αδέλφια του τον νοιάζονται (τρία από τον δεύτερο γάμο του πατέρα του, εφοριακού το επάγγελμα)» μας είπε άνθρωπος που τον γνωρίζει καλά. «Δεν συμφωνούν με τις ιδέες του, αλλά τον πονάνε και τον νοιάζονται». Το ίδιο και η αδελφή του. Τα δύο αγόρια έχουν ακολουθήσει εντελώς διαφορετικό δρόμο, ο ένας είναι δικηγόρος και ο άλλος γιατρός. Από τον πρώτο γάμο του πατέρα του έχει έναν ακόμη ετεροθαλή αδελφό, που είναι παπάς.
Ο Νίκος Μαζιώτης από τα μαθητικά του χρόνια είχε μια μοιραία σχέση με τις ιδέες που ενστερνίστηκε αργότερα. Θεωρητικός του αναρχισμού και της ένοπλης βίας έλεγε πάντοτε και στους γονείς του, που δεν υπάρχουν πια, αλλά και στους φίλους του: «Δεν αρκεί να λες ότι είσαι υπέρ της δικαιοσύνης και ότι δεν συμφωνείς με όσα συμβαίνουν γύρω σου. Πρέπει και να κάνεις κάτι γι’ αυτό».
Η πρώτη του επαφή με την Αστυνομία ήταν το 1995, όταν συνελήφθη με άλλους 500 αναρχικούς για την κατάληψη του Πολυτεχνείου. Υστερα από μία σειρά ενέργειες γρήγορα συνδέθηκε με τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα, του οποίου χαρακτηρίστηκε αρχηγός. Οταν τον συναντήσαμε πάντως το 2011 στο γραφείο των συνηγόρων του και μας έδωσε συνέντευξη, αρνήθηκε τον ρόλο του αρχηγού: «Δεν υπάρχουν αρχηγοί σε αυτές τις ομάδες» είπε και μας συνέστησε να μιλήσουμε και με τη σύντροφό του Πόλα Ρούπα, 45 χρόνων σήμερα.


Η σύντροφος
Γνωρίστηκαν στην Αστυνομία

Τη σύντροφό του Πόλα Ρούπα τη γνώρισε το 1998 κατά την προσαγωγή της στην Αστυνομία την ίδια ημέρα που ο ίδιος είχε συλληφθεί. Εκείνος ήταν άνεργος και μόλις είχε πιάσει δουλειά σε σιδηρουργείο. Καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό, αποφυλακίστηκε το 2001 και στον δεύτερο βαθμό ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση στο υπουργείο Βιομηχανίας «σε ένδειξη αλληλεγγύης για την εγκατάσταση εργοστασίου χρυσού στον Στρυμονικό Κόλπο», όπως είπε…
Μαζί της έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και έχουν έναν γιο τεσσάρων χρόνων που γεννήθηκε στη φυλακή το καλοκαίρι του 2010. Οταν αποφυλακίστηκε λόγω 18μήνου το 2011, εμφανιζόταν στην Αστυνομία επί μήνες. Παρακολούθησε μάλιστα και τη δίκη του μαζί με τη σύντροφό του παρεμβαίνοντας συχνά με κείμενα, κυρίως θεωρητικού χαρακτήρα, αλλά και αμφισβητώντας τις διαδικασίες. Δεν εμφανίστηκε το 2012 και από τότε καταζητείται. Η απόφαση εκδόθηκε ερήμην του.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ