Ο αξεπέραστος Αντον Τσέχοφ έχει την τιμητική του στην παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών «Διασκεδαστικές ιστορίες περί θνητότητας» που ανεβαίνει από τις 18 ως τις 20 Ιουλίου σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου. Ενα κουαρτέτο πολύ καλών ηθοποιών θα ζήσει πολλές διαφορετικές ζωές, θα εντρυφήσει σε πολλές διαφορετικές ψυχολογίες, μέσα από διηγήματα του μεγάλου λογοτέχνη, αλλά και αποσπάσματα από τα αριστουργήματά του «Βυσσινόκηπος», «Θείος Βάνιας» και «Τρεις αδελφές». Η κωμικοτραγική προσπάθεια του κάθε ανθρώπου να ανακαλύψει πώς να ζήσει και πώς να μη φοβάται να πεθάνει, οι υπαρξιακές ανησυχίες που στοιχειώνουν το κάθε του βήμα, αλλά και το μεγαλείο του έρωτα που τον κάνει να ξεχνιέται και να νιώθει αθάνατος, φιλοδοξούν να συνομιλήσουν με τις δικές μας απορίες γύρω από τη ζωή. Πρωταγωνιστούν η Λυδία Φωτοπούλου, ο Αλέξανδρος Μυλωνάς, η Εύη Σαουλίδου και ο Μιχάλης Οικονόμου, ο οποίος μας μίλησε για τη σχέση του με τον Τσέχοφ και με τη γοητευτικά παράδοξη αλήθεια του θεάτρου.
Τι σε γοητεύει στον Τσέχοφ; Ηταν από τους αγαπημένους σου από τα χρόνια που σπούδαζες, ή πέρασες φάση απομυθοποίησης θεωρώντας τον «πολύ κλασικό»;
«Σαν μαθητής στη σχόλη πέρασα φάση απομυθοποίησης, δεν μπορούσα να καταλάβω τον Τσέχοφ, τον διάβαζα και έλεγα «ε, και;», μέχρι που μια παράσταση με έκανε να δω το πώς κλείνει σαρκαστικά ο Τσέχοφ το μάτι πίσω από αυτά τα φιλοσοφικο-κοινότοπα που μπορεί να λέει, ο «Ιβάνοφ» του Δημήτρη Καραντζά. Με γοητεύει λοιπόν ο Τσέχοφ που σου παρουσιάζει ήρωες με πολύ σαφείς και διαφορετικούς χαρακτήρες, τόσο αδρά που αρχίζεις και γελάς μαζί τους, αλλά στην πορεία κάθε έργου και κάθε ιστορίας του το ίδιο το έργο λειτουργεί σαν καθρέφτης που σιγά-σιγά γυρίζει και μέχρι να τελειώσει έχει στραφεί προς το μέρος σου και σε κοιτάζει έτσι ώστε ενώ στην αρχή γελούσες με τους ήρωες, στο τέλος κλαις με τον εαυτό σου».

Τελικά, όσα σύγχρονα έργα κι αν γράφονται, πάντα γυρνάμε στην προπαίδεια; Ισως γιατί όλα έχουν ξαναειπωθεί και ξαναγίνει; Αυτό σε καθησυχάζει ή σου αφήνει μια αίσθηση ματαιότητας;
«Ολα τα έργα, τα βιβλία, τα ποιήματα και τα τραγούδια που έχουν γραφτεί μιλούν για το ίδιο πράγμα. Για τα ίδια 5-6 θέματα: ή τον έρωτα ή τον Θεό ή τη ζωή ή τον θάνατο ή ιστορικά γεγονότα και άντε ένα-δύο πράγματα ακόμα. Αυτή είναι η προπαίδεια. Ο τρόπος αλλάζει μόνο ανά εποχή και περίοδο. Ο ηθοποιός έτσι κι αλλιώς έχει σαν λειτουργία του να λέει και να ξαναλέει κάθε βράδυ τα ίδια και τα ίδια, είτε είναι κλασικό είτε σύγχρονο έργο, και στο τέλος της βραδιάς τι έχει μείνει; Τίποτα απτό. Επομένως βρισκόμαστε με μια αίσθηση ματαιότητας εξαρχής. Εξάλλου είτε κλασικό είτε σύγχρονο το έργο, δουλειά μου είναι να το κάνω «τώρα» μου, επομένως για εμένα αν θες, όλα τα έργα είναι σύγχρονα απ’ τη στιγμή που έρχεται η ώρα να τα παίξω στη σκηνή».

Ποια είναι τα πιο αγαπημένα σου λόγια από αυτά που ξεστομίζεις στην παράσταση;
«»Οταν τρως φρέσκα αγγουράκια τον χειμώνα, έχεις τη γεύση της άνοιξης στο στόμα σου», αυτό το λέμε μαζί με τη Λυδία Φωτοπούλου. Αλλά δεν μπορώ να αντισταθώ και να μη βάλω κι αυτό που λέει μόνη της: «Οταν βλέπω τα δέντρα τον χειμώνα και θυμάμαι πόσο πράσινα ήταν το καλοκαίρι ψιθυρίζω «αγάπες μου…». Kι όταν βλέπω ανθρώπους που πέρασα μαζί τους τη δική μου άνοιξη νιώθω μια θλίψη και ψιθυρίζω το ίδιο»».

Αν σε ρωτούσε ένα παιδί ποιο είναι το νόημα της ζωής, τι θα του έλεγες;
«Θα του έλεγα «εσύ ποιo νομίζεις ότι είναι;»».

Το θέατρο είναι σαν ζωή; Κι αν ναι, ποιο το νόημά του;
«Το θέατρο εμπνέεται και εμπνέει τη ζωή. Σώνει και καλά θες εγώ τώρα να σου πω το νόημα της ζωής, ε; Διάβασε Τσέχοφ!».

Εχουν υπάρξει στιγμές που ενώ είσαι στη σκηνή και έχεις απέναντί σου κόσμο λες «τι κάνω εγώ εδώ πάνω» – σε πιάνει κάτι σαν μεταφυσική ανησυχία;
«Εχουν υπάρξει στιγμές που –θες επειδή μπορεί να μην έχω μπει πολύ καλά στη λειτουργία της παράστασης, θες επειδή μπορεί να έχω μπει και τρομερά καλά –που φευγαλέα αντιλαμβάνομαι πολύ καθαρά την κατασκευή/την ψευτιά του θεάτρου (κοίτα εμείς καθόμαστε και λέμε κάτι λόγια, κι αυτοί μας βλέπουν), που όσο μου το απομυθοποιεί το πράγμα, άλλο τόσο τελικά μου το κάνει μεγαλειώδες, ακριβώς επειδή λίγες στιγμές μετά βλέπω πως εμείς συνεχίζουμε να λέμε κάτι λόγια και αυτοί συνεχίζουν να μας βλέπουν. Ακόμα».

Τι σου αρέσει πιο πολύ; Το τρίτο κουδούνι ή το χειροκρότημα;
«Το τρίτο κουδούνι και οι στιγμές ύστερα από αυτό».

πότε & πού:
«Διασκεδαστικές ιστορίες περί θνητότητας», 18, 19 και 20/7 Πειραιώς 260, Κτίριο Ε. Πληροφορίες στο τηλ. 210 327.2000

HeliosPlus