Την ίδια στιγμή που το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αναζητεί πρόσθετα κονδύλια περίπου ενός δισεκατομμυρίου ευρώ για να ικανοποιήσει τις δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες κρίθηκαν παράνομες οι περικοπές μισθών δικαστικών και ενστόλων, η κυβέρνηση καθυστερεί την ψήφιση ενός σχεδίου νόμου που μπορεί να της αποφέρει επιπλέον έσοδα τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ χωρίς κανείς να διαμαρτυρηθεί!
Ενώ το υπουργείο Οικονομικών διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να υλοποιήσει τη δέσμευση του Πρωθυπουργού και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης για κατάργηση της έκτακτης εισφοράς και για φοροελαφρύνσεις για τους οικονομικά αδύνατους, εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ παραμένουν δεσμευμένα και «παγωμένα» στις τράπεζες, που θα μπορούσαν να ενισχύσουν άμεσα τον κρατικό προϋπολογισμό. Το υπουργείο Οικονομικών κατηγορεί το υπουργείο Δικαιοσύνης ότι εκείνο ευθύνεται για την καθυστέρηση. Το υπουργείο Δικαιοσύνης απαντά ότι η ρύθμιση είναι έτοιμη, αλλά το υπουργείο Οικονομικών την μπλοκάρει.
Φαίνεται πάντως ότι η πίεση κομμάτων της αντιπολίτευσης αλλά και της ανάγκης αύξησης των δημοσίων εσόδων γίνεται πλέον τόσο πιεστική που η σχετική ρύθμιση θα ξεμπλοκάρει και θα κατατεθεί στη Βουλή τις προσεχείς εβδομάδες για να γίνει νόμος του κράτους.
Η υπόθεση αυτή ξεκινά από τον Μάρτιο του 2013 και από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης κ. Αντ. Ρουπακιώτη, που υπηρετώντας εντολές της τότε κυβέρνησης παρουσίασε ένα νομοσχέδιο για την αποκαλούμενη «ποινική συνδιαλλαγή για εγκλήματα σε βάρος του Δημοσίου». Το σκεπτικό είναι απλό: όσοι ζημίωσαν το Δημόσιο και είναι πρόθυμοι να καταβάλουν το προϊόν του εγκλήματος θα έχουν ευνοϊκότερη αντιμετώπιση από τη Δικαιοσύνη. Αν όσοι κατηγορούνται από τη Δικαιοσύνη για αδικήματα με οικονομικό υπόστρωμα (παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, του τελωνειακού κώδικα, της προστασίας των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, παραβάσεις του νόμου περί «πόθεν έσχες», κακουργήματα της απιστίας και της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία κτλ.) δεχθούν να παραχωρήσουν στο Δημόσιο τις καταθέσεις και τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν ήδη δεσμευθεί, τότε θα έχουν ευεργετικές συνέπειες στην επιμέτρηση της ποινής τους εφόσον καταδικαστούν.
Πρέπει να σημειωθεί ότι μόνο στις τράπεζες της Ελλάδας και του εξωτερικού παραμένουν δεσμευμένα επί δύο τουλάχιστον χρόνια εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ που θα μπορούσαν να δημευθούν από το Ελληνικό Δημόσιο εφόσον το αποδεχθούν εγγράφως οι κατηγορούμενοι σε μια σειρά υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος.
Οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν ήδη δηλώσει πρόθυμοι να υπογράψουν τη δήμευση των περιουσιακών τους στοιχείων που είναι δεσμευμένα (υπόσχονται μάλιστα να παραχωρήσουν στο Δημόσιο και περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι δεσμευμένα), αρκεί να εξασφαλίσουν μια προνομιακή μεταχείριση από τη Δικαιοσύνη.
Με λίγα λόγια, δέχονται να επιστρέψουν «τα κλεμμένα» για να εξαγοράσουν την ελευθερία τους.
Και το ελληνικό κράτος που μπορεί να επωφεληθεί αφήνει την ευκαιρία να πάει χαμένη εξακολουθώντας ταυτόχρονα να υπερφορολογεί φτωχότερους και συνεπέστερους έλληνες πολίτες.
Αρχικώς το νομοσχέδιο Ρουπακιώτη απορρίφθηκε διότι θεωρήθηκε νομικά ανεπαρκές. Τον Μάρτιο του 2014 ο υπουργός Δικαιοσύνης παρουσίασε ένα νέο σχέδιο που θεωρήθηκε νομικά αρτιότερο, αλλά, ενώ αυτό τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και στη συνέχεια έλαβε και την έγκριση της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, δεν έχει ακόμη κατατεθεί στη Βουλή.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα η καθυστέρηση αυτή προκάλεσε την παρέμβαση της Δημοκρατικής Αριστεράς, που κατήγγειλε την κυβέρνηση ως ασυνεπή προς τις δεσμεύσεις της. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός πιέζει τακτικά τους συναρμόδιους υπουργούς να ολοκληρώσουν την προεργασία και να καταθέσουν το νομοσχέδιο στη Βουλή, αλλά αυτό παραμένει στο συρτάρι του υπουργού Δικαιοσύνης.
Σύμφωνα με ανώτατες κυβερνητικές πηγές, οι λόγοι καθυστέρησης για την κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή είναι τρεις:
1. Ο υπουργός Δικαιοσύνης φοβάται το πιθανό πολιτικό κόστος καθώς είναι βέβαιον ότι θα υπάρξουν κόμματα της αντιπολίτευσης που θα καταγγείλουν πως η κυβέρνηση δίνει «συγχωροχάρτι» σε καταχραστές μόνο και μόνο για να βάλει χέρι στα λεφτά τους.
2. Ο υπουργός Οικονομικών δεν έχει ακόμη αποφασίσει σε ποιον ειδικό λογαριασμό θα μπουν τα χρήματα και για ποιον σκοπό θα διατεθούν. (Ως σήμερα έχουν κατατεθεί μόνο 37 εκατ. ευρώ από τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου με τα εξοπλιστικά προγράμματα.)
3. Οι τράπεζες πιέζουν το υπουργείο Οικονομικών να καθυστερήσει τη ρύθμιση για να μην αναγκαστούν να εκταμιεύσουν ξαφνικά μεγάλα χρηματικά ποσά και διακινδυνεύσουν τη ρευστότητά τους.
Ωσπου να ξεπεραστούν όμως όλα αυτά τα προβλήματα και οι επιφυλάξεις εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ παραμένουν «παγωμένα» στις τράπεζες και η κυβέρνηση εξακολουθεί να πονοκεφαλιάζει αναζητώντας αλλού πόρους.
Τι προβλέπει η ρύθμιση
Μειωμένες ποινές
Σε περίπτωση πλήρους ικανοποίησης του Δημοσίου εκ μέρους των κατηγορουμένων προβλέπονται μειωμένες ποινές, ανάλογα με το στάδιο που θα επιστρέψουν τα παράνομα χρήματα. Ακόμη και αν η προβλεπόμενη ποινή είναι η ισόβια κάθειρξη, αν ο δράστης έχει επιστρέψει πίσω όλα τα χρήματα, η τιμωρία είναι: φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών αν αυτό συμβεί ως την απολογία του στον ανακριτή, κάθειρξη ως επτά χρόνια αν η ικανοποίηση της απαίτησης γίνει ως την έναρξη της πρωτοβάθμιας δίκης και κάθειρξη ως 10 χρόνια αν η επιστροφή των χρημάτων γίνει ως την έναρξη του Εφετείου.
Ανάλογες μειώσεις και διαβαθμίσεις στην ποινή προβλέπονται και για τα κακουργήματα οι δράστες των οποίων απειλούνται με πρόσκαιρη ποινή κάθειρξης.
Από τις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου εξαιρούνται κατηγορούμενοι που είχαν διατελέσει υπουργοί, αναπληρωτές υπουργοί, υφυπουργοί, βουλευτές, ευρωβουλευτές, γενικοί και ειδικοί γραμματείς, περιφερειάρχες, δήμαρχοι, πρόεδροι δημοσίων επιχειρήσεων και δημοσίων οργανισμών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ