Εντουαρντ Γουίλσον
Γράμματα σε έναν νέο επιστήμονα
Εκδόσεις Κάτοπτρο, 2014,
σελ. 234, τιμή 23 ευρώ

Θα τους πουν ότι είναι ένα βιβλίο νουθεσίας από κάποιον παλιό προς κάποιον νέο. Και ύστερα, το ένα ευρώ για κάθε 10 σελίδες –έστω και με σκληρό εξώφυλλο –θα τους φανεί πολύ. Και ίσως να μην το αγοράσουν. Τι κρίμα… Θα έχουν χάσει το μόνο ίσως βιβλίο που έπρεπε να διαβάσουν προτού σαλπάρουν στην περιπέτεια μιας «ζωής με νόημα». Διότι αυτό που έγραψε ο καθηγητής Εντομολογίας και Επιστημονικής Ερευνας του Χάρβαρντ Εντουαρντ Γουίλσον δεν είναι απλά ένα βιβλίο. Είναι εξομολόγηση, κατάθεση ψυχής, προσωπική αφήγηση εμπειριών επιστημονικής σταδιοδρομίας αλλά και απολογία μιας ολόκληρης γενιάς επιστημόνων για το τι κόσμο παραδίδει στον 21ο αιώνα.

Τα ρίγη που ένιωσα διαβάζοντας το βιβλίο του δεν μ’ αφήνουν να βρω ψεγάδια στο γράψιμό του: ζεστό, άμεσο, ξεκούραστο, φιλικό, σου μιλάει σε πρώτο πρόσωπο και σου εξηγεί το σημαντικό χωρίς περιπλοκές. Δεν ξέρω αν θα κατάφερνε ευρωπαίος καθηγητής κάτι τέτοιο: αυτός ο γίγαντας της επιστημονικής έρευνας σου μιλάει σαν ένας λίγο μεγαλύτερος από εσένα, σαν ένας μεταπτυχιακός φοιτητής που νοιάζεται να σε προφυλάξει από τις κακοτοπιές προτού κάνεις τα πρώτα βήματα. Μόνο που… ξέρει τόσο πολλά. Αρχίζει τις επιστολές του μιλώντας στην πρώτη για το πάθος, στη δεύτερη για τα μαθηματικά, στην τρίτη για τη «διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσεις». Πώς συνδέονται αυτά; Με τον πιο απρόβλεπτο τρόπο: μαθαίνεις αρχικά ότι τον ώθησε στη βιολογία η… κατασκηνωτική επιτυχία του στη γήτευση φιδιών! Επειτα, στην εκτενή επιστολή των μαθηματικών (14 συνολικά σελίδες), προλαβαίνει το φευγιό σου λέγοντας χαρακτηριστικά: «Δεν ανησυχώ τόσο πολύ για σένα, τουλάχιστον όχι αμέσως. Να θυμάσαι όμως ότι το ισχυρό μαθηματικό υπόβαθρο δεν –επαναλαμβάνω, δεν –εγγυάται την επιτυχία στην επιστήμη». Και το αποδεικνύει με το να ολοκληρώσει την επιστολή αυτή χωρίς ούτε μία μαθηματική έννοια.
Με το ίδιο παιχνιδιάρικα ανεκδοτολογικό ύφος συνεχίζει στη δεύτερη δέσμη επιστολών να μιλάει για το «τι είναι η επιστήμη», ποια η «δημιουργική διαδικασία» της, «τι απαιτείται» για να σταδιοδρομήσεις σε αυτήν, πώς διακρίνεις τις «καλύτερες προοπτικές» και το πώς διαλέγεις εκείνη που «δεν θα αλλάξεις ποτέ». Δεν βρίσκεις πουθενά εμφανείς «ντιρεκτίβες» του τι να κάνεις, αλλά μέσα από τις εμπειρίες που αφηγείται αναβλύζει εύγλωττα το δέον. Και λίγο προτού κλείσει την ενότητά του αυτή, ο Γουίλσον κρίνει σκόπιμο να αποσαφηνίσει στον αναγνώστη τα «αρχέτυπα» που κυριαρχούν στον νου του επιστήμονα, καθώς και τη σημασία του ρόλου του ως «εξερευνητή του Σύμπαντος».
Στα μισά του βιβλίου οι επιστολές του συγγραφέα περνούν σε ακόμη πιο μεστές βιωματικές αφηγήσεις της δικής του «ζωής στην επιστήμη»: μιλάει για τον μέντορά του στην αρχή της σταδιοδρομίας του, για τα «άγια δισκοπότηρα» του επιστημονικού του πεδίου, για το πώς την επιτυχία φέρνει η τόλμη αλλά και η εξονυχιστική γνώση. Ακολουθεί η τέταρτη δέσμη, με πέντε επιστολές, όπου ο Γουίλσον εξετάζει τη σχέση «θεωρίας και συνολικής εικόνας» της επιστήμης. Τελειώνει με την επιστολή του για την «αλήθεια και ηθική» –την επιστημονική ηθική. Και αν είσαι τελειόφοιτος λυκείου ή φοιτητής τελειώνεις αυτή την ανάγνωση συνεπαρμένος, απορημένος για το πώς χώρεσε σε 230 σελίδες τόση σοφία. Αν είσαι «παλιός», τελειώνεις το διάβασμα συγκινημένος και… θυμωμένος για το ότι κανείς τόσα χρόνια δεν βρέθηκε να πει αυτά τα λόγια στη δική σου γενιά.
Μέσα στη δίνη όσων συμβαίνουν γύρω μας, στην Ελλάδα και στον πλανήτη, διαφεύγει ίσως το βάθος της πνευματικής κρίσης που υποβόσκει, όπως και την απομόνωση όσων είναι άξιοι να υπηρετήσουν την επιστήμη από εκείνους για τους οποίους θα όφειλαν να την προάγουν. Αυτόν τον «απανθρωπισμό της επιστήμης» προσπαθεί να προλάβει ο Γουίλσον. Το να αγνοήσουμε τον λόγο του θα ήταν μοιραίος στρουθοκαμηλισμός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ