Προγράμματα κανονιστικής συμμόρφωσης για την αντιμετώπιση των σύγχρονων επιχειρηματικών κινδύνων υλοποιούνται από τις περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις καθώς η εμφάνιση αντιδεοντολογικών συμπεριφορών ή πρακτικών απάτης και διαφθοράς στην ελληνική αγορά εξακολουθεί να προκαλεί ανησυχία, δεδομένου ότι οι πλειοψηφία των στελεχών δρουν κάτω από συνθήκες πίεσης προκειμένου να επιτευχθεί κερδοφορία και ανάπτυξη.
Πρόσφατη έρευνα της ΕΥ για την περιοχή της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής, της Ινδίας και της Αφρικής με τίτλο «Η διαχείριση των σύνθετων επιχειρηματικών κινδύνων του σήμερα» αναδεικνύει τις κυρίαρχες τάσεις που επικρατούν στην ελληνική επιχειρηματική αγορά, από τις οποίες κάποιες προκαλούν ανησυχία αφού συνδέονται με κινδύνους απάτης και διαφθοράς.

Κάποιες άλλες, όμως, αποτελούν θετική έκπληξη αφού εστιάζουν στην αντιμετώπιση και στην αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων αυτών μέσω της υλοποίησης προγραμμάτων κανονιστικής συμμόρφωσης.

Σημειώνεται ότι η ΕΥ δραστηριοποιείται στον χώρο των ελεγκτικών, φορολογικών, χρηματοοικονομικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών. Το λογότυπο EY αφορά μία ή περισσότερες από τις εταιρείες μέλη της Ernst & Young Global Limited, καθεμία από τις οποίες αποτελεί ξεχωριστή νομική οντότητα. Η Ernst & Young Global Limited είναι μια βρετανική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, δεν παρέχει υπηρεσίες σε πελάτες.
Τα αποτελέσματα της έρευνας της ΕΥ, παρουσίασε, ο επικεφαλής του τμήματος έρευνας οικονομικής απάτης της ΕΥ κ. Γιάννης Δρακούλης, στο πλαίσιο του συνεδρίου «Fraud Prevention Forum 2013» το οποίο συνδιοργανώνεται από το Ελληνικό Ινστιτούτο κατά της Απάτης (HACFE), το Ελληνικό Ινστιτούτο Εσωτερικών Ελεγκτών (ΗΙΑΑ), και το ISACA Athens Chapter με χρυσό χορηγό την ΕΥ Ελλάδας.
Πιο συγκεκριμένα στα αποτελέσματα της έρευνας, η πλειοψηφία των Ελλήνων ερωτηθέντων πιστεύει ότι διευθυντικά στελέχη των εταιρειών στις οποίες εργάζονται βρίσκονται υπό διαρκή και αυξανόμενη πίεση για να παρουσιάσει καλή απόδοση η εταιρεία τους μέσα στους επόμενους 12 μήνες.

Παράλληλα, η πίεση για μείωση κόστους είναι ιδιαίτερα αισθητή καθώς ένα υψηλό ποσοστό της τάξεως του 95% των Ελλήνων ερωτηθέντων αντιμετώπισε μείωση ή «πάγωμα» μισθού στην εταιρεία του. Αξίζει να τονισθεί ότι, αν και το ποσοστό των Ελλήνων ερωτηθέντων που δηλώνουν αισιόδοξοι ότι οι συνθήκες αγοράς θα βελτιωθούν στους επόμενους 12 μήνες, είναι λίγο μεγαλύτερο από το αντίστοιχο στη Δυτ. Ευρώπη (25% έναντι 22%), προκύπτει το ερώτημα: Που χρειάζεται να επιστήσουν την προσοχή τους τα διευθυντικά στελέχη ώστε να διαχειριστούν τον κίνδυνο εμφάνισης φαινομένων απάτης και διαφθοράς;

Ο κ. Γιάννης Δρακούλης, επισημαίνει ότι «με δεδομένες τις σημερινές δύσκολες συνθήκες της αγοράς, οι εταιρείες αντιμετωπίζουν διαρκή πίεση για να καταφέρουν να επιβιώσουν και να επιτύχουν επιβράδυνση αρνητικών αποτελεσμάτων ή έστω και οριακή ανάπτυξη. Σε αυτό το περιβάλλον, κάποιοι είναι πιθανό ότι θα υποκύψουν σε «ανήθικες» πρακτικές.

Σίγουρα μία από τις προσδοκίες των μετόχων είναι ότι η διοίκηση θα αναλάβει την ευθύνη για την προστασία της επιχείρησης με την εφαρμογή μέτρων για την καταπολέμηση φαινομένων δωροδοκίας και απάτης σε όλα τα επίπεδα της εταιρείας. Παράλληλα, τα Διοικητικά Συμβούλια οφείλουν να επαγρυπνούν ώστε να διασφαλίζουν ότι έχουν επικεντρώσει την προσοχή του σε τομείς που εμφανίζουν υψηλό κίνδυνο εμφάνισης φαινομένων απάτης και διαφθοράς».

Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί στο επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, το υψηλό ποσοστό της τάξης του 84% των ερωτηθέντων οι οποίοι αντιλαμβάνονται πρακτικές διαφθοράς και δωροδοκίας στην αγορά. Προς αυτή την κατεύθυνση, ένα 54% θα δικαιολογούσε τη καταβολή μετρητών ως δωροδοκία προκειμένου η εταιρεία στην οποία εργάζεται να επικρατήσει και να επιβιώσει στο ολοένα αυξανόμενο ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον.
«Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι κίνδυνοι από την απάτη, τη δωροδοκία και τη διαφθορά» όπως τόνισε ο κ. Δρακούλης, «οι διοικήσεις πρέπει να αναγνωρίσουν ότι αυτοί οι κίνδυνοι θα μπορούσαν να εκδηλωθούν και στη δική τους εταιρεία. Η έρευνα αποκαλύπτει την ανησυχητική τάση κατά την οποία οι εργαζόμενοι αναγνωρίζουν ότι η δωροδοκία και η διαφθορά συμβαίνει ευρέως στη χώρα τους, χωρίς ωστόσο να αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο στη δική τους επιχείρηση ή τον κλάδο δραστηριοποίησής τους.

Τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν μια κοινή θεώρηση της πραγματικότητας ότι «στις άλλες εταιρείες γίνεται αλλά όχι στην δική μου«. Έστω και έτσι να είναι, προκύπτει το εξής ερώτημα: τι πρέπει να υιοθετήσει ή να βελτιώσει μια εταιρεία ώστε να θωρακιστεί έναντι τέτοιων πιθανών φαινομένων;»

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων αναγνωρίζει ότι η εταιρεία τους έχει πολιτικές πρόληψης και καταστολής απατών και διαφθοράς (anti-bribery/anti-corruption policies- ABAC) καθώς και κώδικα δεοντολογίας. Ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι οι Έλληνες συμμετέχοντες σε ποσοστό 40% βασίζονται σε κανάλια ανώνυμης αναφοράς περιστατικών για να αναδείξουν υποθέσεις απάτης και δωροδοκίας ενώ ένα ποσοστό της τάξεως του 54% αναφέρει ότι η εταιρία του έχει λάβει δράση κατά υπαλλήλου που έχει παραβιάσει τις εκάστοτε ενδοεταιρικές πολιτικές.

Το πλέον ενθαρρυντικό μήνυμα που προκύπτει από τα αποτελέσματα αυτά είναι ένα ποσοστό της τάξης του 64% επιβεβαιώνει ότι η διοίκηση έχει επικοινωνήσει με έμφαση την δέσμευση της στη τήρηση των εκάστοτε πολιτικών πρόληψης και καταστολής απατών και διαφθοράς (anti-bribery/anti-corruption policies- ABAC) τονίζοντας με αυτό τον τρόπο το ύφος και ήθος της διοίκησης.

Καταλήγοντας ο κ. Γιάννης Δρακούλης επισημαίνει ότι «οι εταιρείες επικεντρώνονται στο κόστος, όμως ως δεύτερη σκέψη πρέπει να είναι η κανονιστική συμμόρφωση προκειμένου να αποφύγουν τις συνέπειες των αθέμιτων πρακτικών. Πολλοί υποθέτουν, λανθασμένα, ότι η απλή και μόνο ύπαρξη ενός προγράμματος συμμόρφωσης αναφορικά με την πρόληψη δωροδοκιών είναι επαρκής για τον περιορισμό των επιχειρηματικών κινδύνων. Οι εταιρείες πρέπει να εξασφαλίσουν ότι το πρόγραμμα θα κοινοποιηθεί αποτελεσματικά, οι εργαζόμενοι θα είναι εκπαιδευμένοι επαρκώς και ότι το πρόγραμμα θα παρακολουθείται και θα ενημερώνεται συνεχώς.

Η εμπειρία μας δείχνει επίσης ότι οι εταιρείες που διαχειρίζονται με επιτυχία τον κίνδυνο της απάτης, της δωροδοκίας και της διαφθοράς, επιδεικνύουν ύφος και ήθος διοίκησης που συνιστά μηδενική ανοχή σε τέτοιες πρακτικές».