«Αυτή τη στιγμή περίπου 1.800 μέλη του συλλόγου μας εργάζονται στο εξωτερικό. Πριν από τρία χρόνια αυτός ο αριθμός ήταν στο ένα τρίτο». Η φράση αυτή του προέδρου του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης κ. Δημήτρη Τσάμη περιγράφει σαφώς το κύμα μετανάστευσης που υπάρχει στον ιατρικό χώρο αυτή τη στιγμή. Γεγονός που δεν έχει να κάνει μόνο με τα χρόνια αναμονής για θέση ειδικότητας και την υπερπληθώρα γιατρών στη χώρα μας. Περισσότερο σχετίζεται με την ουσιαστική διακοπή των προσλήψεων στο ΕΣΥ, τις πολύ χαμηλές αμοιβές που δίνονται στον ιδιωτικό τομέα και την τραγική συρρίκνωση όχι της πελατείας, αλλά της δυνατότητας των ασφαλιστικών ταμείων και των ασθενών να πληρώσουν τα ιδιωτικά ιατρεία. «Οσον αφορά τους ειδικευμένους γιατρούς, σε μεγάλο ποσοστό πρόκειται για επαγγελματίες που λόγω της κρίσης δεν μπορούν να συντηρήσουν το ιδιωτικό ιατρείο τους ή υποαπασχολούνταν και κακοπληρώνονταν στον ιδιωτικό τομέα. Μια 24ωρη εφημερία σε ιδιωτικό νοσοκομείο μπορεί να αμείβεται και με 40 ευρώ, δηλαδή 2 ευρώ την ώρα» λέει ο κ. Τσάμης.
Σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο της Αθήνας το 37,5% των μελών του υποαπασχολείται ή είναι άνεργο. Μόνο μέσα στο 2013 μετανάστευσαν περίπου 1.200 γιατροί, αριθμός πενταπλάσιος σε σχέση με το 2007. Ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης κ. Τσάμης ισχυρίζεται ότι «πρέπει να αναθεωρήσουμε ορισμένα πράγματα. Οπως τον αριθμό των εισακτέων στις Ιατρικές Σχολές, κάτι που θέσαμε και στον Πρωθυπουργό στην πρόσφατη συνάντηση που είχαμε μαζί στη ΔΕΘ. Εφέτος είχαμε 800 εισακτέους που είναι αδύνατον να απορροφηθούν στο μέλλον από την εγχώρια αγορά εργασίας, ακόμα και αν βελτιωθεί η κατάσταση».
Θετική έκπληξη
Στο Βέλγιο βρίσκεται εδώ και λίγους μήνες ο γενικός γιατρός κ. Θεόδωρος Πλέρος. Εχει εντυπωσιαστεί από την ευκολία με την οποία προσαρμόστηκε επαγγελματικά. «Σπούδασα στη Γαλλία, επομένως δεν είχα ζητήματα με τη γλώσσα ή τον τρόπο ζωής. Δεν περίμενα όμως να αντιμετωπίσω με τόση ευκολία την εύρεση εργασίας σε ένα πολυϊατρείο όπως και συναδέλφους να με βοηθήσουν. Στην Ελλάδα το ιατρικό επάγγελμα ήταν σαφώς πιο ανταγωνιστικό» λέει ο κ. Πλέρος που πιστεύει ότι για πολλά χρόνια ακόμα θα βρίσκεται στις Βρυξέλλες. «Αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο για οποιονδήποτε συνάδελφο να ελπίζει σε κάτι καλό στην Ελλάδα. Εδώ υπάρχουν αρκετές ευκαιρίες αν γνωρίζεις τη γλώσσα. Ο αλλοδαπός γιατρός είναι μια μάλλον συνηθισμένη εικόνα για τον βέλγο ασθενή».
«Η περίοδος που σπούδαζα την ειδικότητά μου στην Αμερική συνέπεσε με την κρίση στην Ελλάδα. Με τον σύζυγό μου θέλουμε να επιστρέψουμε στην Ελλάδα, όμως αυτή τη στιγμή πρόκειται για μια μη ρεαλιστική επιλογή» λέει η κυρία Αλεξάνδρα Τσιγαρίδα η οποία πλέον εργάζεται ως επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Περιοδοντολογίας του Πανεπιστημίου Τεμπλ στη Φιλαδέλφεια. «Ουσιαστικά το κόστος διαμονής ως φοιτήτρια για δύο χρόνια στις ΗΠΑ καλύφθηκε από τον ένα χρόνο που εργάστηκα ως γενική οδοντίατρος στην Αγγλία. Τουλάχιστον το 2009-10 ήταν ακόμα εύκολο να βρεις δουλειά εκεί και να βγάλεις γρήγορα χρήματα. Πλέον μαθαίνω ότι και εκεί έχουν γίνει πιο δύσκολα τα πράγματα, ωστόσο υπάρχουν ακόμα ευκαιρίες».
Καλύτερες αμοιβές
«Κατά τη γνώμη μου, εδώ το σύστημα είναι αρκετά πιο ενιαίο όσον αφορά την εκπαίδευση του ιατρού. Και βέβαια οι αμοιβές καλύτερες» σχολιάζει από την πλευρά του ο κ. Κωνσταντίνος Χαλκιάς, ειδικευόμενος χειρουργός εδώ και τρία χρόνια στο Λονδίνο. «Εγώ ήθελα να εκπαιδευτώ στην ειδικότητά μου ούτως ή άλλως στο εξωτερικό. Σε αυτό το διάστημα όμως έχουν έρθει αρκετοί εξειδικευμένοι γιατροί εξαιτίας της κατάστασης στην Ελλάδα».
Μία από αυτές τις περιπτώσεις –όχι στο Λονδίνο αλλά στο Λάνκασαϊρ –είναι η Ελένη, η οποία εδώ και περίπου δύο χρόνια εργάζεται ως επιμελήτρια αναισθησιολόγος. «Αυτό που με κούρασε περισσότερο από όλα ήταν η αναξιοκρατία. Δεν μπορούσα να ανανεώσω τη σύμβασή μου ως επικουρική επιμελήτρια όχι λόγω έλλειψης προσόντων, αλλά δημοσίων σχέσεων. Εδώ αμείβομαι πέντε με έξι φορές περισσότερο και δουλεύω 40 ώρες την εβδομάδα. Στην Ελλάδα είχε τύχει να δουλέψω και υπερδιπλάσιες ώρες».
Ποιότητα ζωής
Ακόμα και με αυτά τα δεδομένα η ποιότητα ζωής δεν συγκρίνεται. «Δεν αναφέρομαι στον καιρό. Ακόμα και σε θέματα όπως η εκπαίδευση ή η υγεία η κατάσταση στην Ελλάδα είναι καλύτερη. Εδώ το νούμερο ένα κριτήριο για να γίνει μια θεραπεία είναι το κόστος».
Αποψη που εν μέρει επιβεβαιώνει και ο κ. Χαλκιάς: «Μπορεί από άποψη τεχνολογικών δυνατοτήτων τα πράγματα εδώ να είναι καλύτερα, όμως σε σύγκριση με την Ελλάδα ο ασθενής που θα εισαχθεί στο νοσοκομείο θα αργήσει αρκετά να εξεταστεί από έναν έμπειρο γιατρό».
«Μπορείς με λιγότερα χρόνια σπουδών να βγάλεις πολύ περισσότερα χρήματα σε τομείς όπως τα οικονομικά ή η βιομηχανία, οπότε είναι λογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο» λέει η 30χρονη ειδικευόμενη καρδιολόγος κυρία Χρύσα Ζόμπολου που βρίσκεται εδώ περίπου δυόμισι χρόνια στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Μάνχαϊμ.
«Σε μια βάρδια οκτώ ωρών, που ποτέ όμως δεν κρατάει μόνο τόσο, θα δεις περίπου 15 ασθενείς. Ο αντίστοιχος αριθμός για τον ειδικευόμενο στην Ελλάδα συνήθως είναι από κανέναν ως τέσσερις» σχολιάζει.
Η γερμανική εμπειρία
«Καταρτισμένοι και εργατικοί οι Ελληνες»
Ενας δημοφιλέστατος προορισμός των ελλήνων γιατρών, ειδικευομένων και μη, είναι η Γερμανία. Αυτό σχετίζεται και με τις ελλείψεις που παρουσιάζονται στα γερμανικά νοσοκομεία, καθώς οι γερμανοί γιατροί πολλές φορές μεταναστεύουν οι ίδιοι –ιδίως λόγω χαμηλών αμοιβών -, ενώ επιπλέον το ιατρικό επάγγελμα δεν είναι το ίδιο δημοφιλές συγκρινόμενο με τη χώρα μας.
«Καταρτισμένοι και εργατικοί οι Ελληνες»
Ενας δημοφιλέστατος προορισμός των ελλήνων γιατρών, ειδικευομένων και μη, είναι η Γερμανία. Αυτό σχετίζεται και με τις ελλείψεις που παρουσιάζονται στα γερμανικά νοσοκομεία, καθώς οι γερμανοί γιατροί πολλές φορές μεταναστεύουν οι ίδιοι –ιδίως λόγω χαμηλών αμοιβών -, ενώ επιπλέον το ιατρικό επάγγελμα δεν είναι το ίδιο δημοφιλές συγκρινόμενο με τη χώρα μας.
«Μπορείς με λιγότερα χρόνια σπουδών να βγάλεις πολύ περισσότερα χρήματα σε τομείς όπως τα οικονομικά ή η βιομηχανία, οπότε είναι λογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο» λέει η 30χρονη ειδικευόμενη καρδιολόγος κυρία Χρύσα Ζόμπολου που βρίσκεται εδώ περίπου δυόμισι χρόνια στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Μάνχαϊμ.
«Σε μια βάρδια οκτώ ωρών, που ποτέ όμως δεν κρατάει μόνο τόσο, θα δεις περίπου 15 ασθενείς. Ο αντίστοιχος αριθμός για τον ειδικευόμενο στην Ελλάδα συνήθως είναι από κανέναν ως τέσσερις» σχολιάζει.
Σε γενικές γραμμές οι έλληνες γιατροί χαίρουν εκτίμησης από τους γερμανούς συναδέλφους τους. «Μας θεωρούν καταρτισμένους και εργατικούς» λέει η κυρία Ζόμπολου και επισημαίνει ότι «ίσως και εξαιτίας του εξοντωτικού ωραρίου εργασίας οι γερμανοί συνάδελφοι εμφανίζονται ιδιαίτερα «άνετοι» στο να δηλώσουν ασθενείς».
Η ίδια επιθυμεί να επιστρέψει στην Ελλάδα «όπως και να είναι η κατάσταση στο μέλλον. Σε κάθε περίπτωση όμως, και να μην υπήρχαν οι υψηλότερες αμοιβές (σ.σ.: μαζί με τις εφημερίες και ανάλογα με το κρατίδιο στο οποίο εργάζεται ένας ειδικευόμενος γιατρός είναι περίπου 3.000-3.500 ευρώ), είναι σημαντικό να δει κανείς πώς ασκείται η ιατρική σε μια μεγάλη χώρα όπως η Γερμανία».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ