Ενας ασύρματος βηματοδότης – «μινιατούρα» ο οποίος εισάγεται στο σώμα χωρίς επέμβαση έλαβε έγκριση κυκλοφορίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο βηματοδότης αναπτύχθηκε από τη νεοφυή αμερικανική εταιρεία Nanostim και είναι σχεδιασμένος ώστε να εισάγεται ενδοφλεβίως και να «ταξιδεύει» ως την καρδιά. Εχει μέγεθος που δεν ξεπερνά το 10% του μεγέθους των συμβατικών βηματοδοτών και φέρει ενσωματωμένη μπαταρία.

Τα μειονεκτήματα των συμβατικών βηματοδοτών

Η τοποθέτηση των συμβατικών βηματοδοτών απαιτεί επέμβαση κατά την οποία οι γιατροί δημιουργούν μια «τσέπη» στο σώμα στην οποία εισάγεται ο βηματοδότης και τα καλώδια που φέρει. Η διαδικασία αυτή συνδέεται με μειονεκτήματα: τα καλώδια είναι «ευάλωτα» στη φθορά ενώ και η ειδική «τσέπη» που δημιουργείται για την τοποθέτηση του βηματοδότη είναι επιρρεπής σε μολύνσεις.

Σε αντίθεση ο βηματοδότης Nanostim εισάγεται στον οργανισμό μέσω της μηριαίας φλέβας στη βουβωνική χώρα με χρήση καθετήρα και φθάνει ως την καρδιά. Διαθέτει ενσωματωμένη μπαταρία (μικρότερη σε μέγεθος από μια συμβατική μπαταρία ΑΑΑ) η οποία έχει χρόνο ζωής μεταξύ εννέα και 13 ετών. Με δεδομένο ότι ο Nanostim δεν φέρει καλώδια μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος λοίμωξης ή δυσλειτουργίας του ενώ παράλληλα οι ασθενείς μπορούν να είναι πλήρως δραστήριοι, όπως υποστηρίζουν οι δημιουργοί του.

Διαδικασία μισής ώρας

Η διαδικασία τοποθέτησης του ασύρματου βηματοδότη διαρκεί περίπου μισή ώρα. Μάλιστα η συσκευή είναι σχεδιασμένη ώστε να μπορεί να αφαιρείται εύκολα από τον οργανισμό για να γίνεται αντικατάσταση της μπαταρίας.

Πλεονέκτημα αποτελεί επίσης το ότι η εισαγωγή του Nanostim γίνεται ενδοφλεβίως με αποτέλεσμα να αποφεύγονται οι τομές.

Ενας από τους ειδικούς που συμμετείχε στις δοκιμές του νέου βηματοδότη τον χαρακτήρισε ως το «μέλλον της βηματοδότησης ασθενών». Όπως συγκεκριμένα ανέφερε ο δρ Γιοχάνες Σπέρτσελ από την Κλινική Kerchhoff στο Μπαντ Νάουχαϊμ της Γερμανίας «τα τελευταία 40 χρόνια οι θεραπευτικές υποσχέσεις της ασύρματης βηματοδότησης αποτελούσαν αντικείμενο συζήτησης, ωστόσο, μέχρι σήμερα, κανένας δεν είχε καταφέρει να ξεπεράσει τα τεχνολογικά εμπόδια. Αυτή η επαναστατική τεχνολογία προσφέρει στους ασθενείς μια ασφαλή, ελάχιστα επεμβατική εναλλακτική η οποία καταργεί την ανάγκη χρήσης καλωδίων αλλά και διενέργειας επέμβασης».

Επιφυλάξεις

Πρέπει πάντως να υπογραμμιστεί ότι άλλοι ειδικοί εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί. Ο καθηγητής Τζέρεμι Πίρσον, ιατρικός διευθυντής του Βρετανικού Ιδρύματος Καρδιάς είπε: «Πρόκειται για μια εκπληκτική εξέλιξη, ωστόσο είναι νωρίς ακόμη για να εξαγάγουμε ασφαλή συμπεράσματα. Προτού αυτός ο ασύρματος βηματοδότης γίνει ευρέως διαθέσιμος πρέπει να δούμε πόσος είναι ο χρόνος ζωής του στην πράξη καθώς και πόσο εύκολη είναι η αντικατάστασή του αν χρειαστεί».

Σημειώνεται ότι ο ασύρματος βηματοδότης δεν έχει λάβει ακόμη έγκριση της αντίστοιχης αμερικανικής Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA).

Η εταιρεία που τον ανέπτυξε εξαγοράστηκε πρόσφατα από τη μεγάλη εταιρεία ιατρικών συσκευών St Jude η οποία τα τελευταία χρόνια έχει αποσύρει αρκετούς βηματοδότες με καλώδια.

Και άλλες εταιρείες στην… ασύρματη εποχή

Και άλλες εταιρείες σχεδιάζουν να μπουν στην… ασύρματη εποχή. Η νεοφυής αμερικανική εταιρεία EBR Systems και η βρετανική τεχνολογική εταιρεία Cambridge Consultants έχουν αναπτύξει το Wireless Cardiac Stimulation System το οποίο φέρει ένα μικροσκοπικό ασύρματο ηλεκτρόδιο με μέγεθος όσο αυτό ενός κόκκου ρυζιού που λαμβάνει ενέργεια από μια υπερηχητική παλμική γεννήτρια. Το 2011 η συγκεκριμένη συσκευή δοκιμάστηκε σε 100 ασθενείς ευρωπαϊκών νοσοκομείων.

Ο πρώτος βηματοδότης τοποθετήθηκε σε άνθρωπο το 1958 και σήμερα περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως φέρουν κάποιου είδους συσκευή αποκατάστασης του καρδιακού ρυθμού – περισσότεροι από 700.000 ασθενείς προστίθενται σε αυτή τη λίστα κάθε χρόνο.