Η ταχύτητα με την οποία θα μπορέσουν να ανακάμψουν η οικονομία και η αγορά μας είναι σίγουρο ότι μπορεί να αυξηθεί μόνο με την εισροή νέων επενδυτικών κεφαλαίων. Είναι επίσης δεδομένο ότι μετά το 2008 το διεθνές χρηματοοικονομικό περιβάλλον έχει αλλάξει ανεπιστρεπτί με αποτέλεσμα ο ανταγωνισμός για την προσέλκυση της παγκόσμιας ρευστότητας στις διεθνείς κεφαλαιαγορές να αυξάνεται, ενώ τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, κυρίως στην Ευρώπη, βρίσκονται σε διαδικασία απομόχλευσης, η οποία πιέζει ασφυκτικά τον παραγωγικό ιστό. Παράλληλα βέβαια το επενδυτικό ενδιαφέρον μεταστρέφεται σταδιακά σε επενδύσεις χαμηλού ρίσκου και μεγαλύτερης διάρκειας σε ένα περιβάλλον με αυξημένες απαιτήσεις διαφάνειας και κοινωνικής ευθύνης. Στην κατεύθυνση αυτή δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη η πρωτοβουλία του ισπανικού χρηματιστηρίου να φτιάξει μια εναλλακτική αγορά (MTF) όπου θα φιλοξενεί εταιρικά ομόλογα με σκοπό να μεταφέρει επενδυτικούς και κατ’ επέκταση αναπτυξιακούς πόρους στις Μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας.
Αντίστοιχη πρωτοβουλία προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό τον επίτροπο αρμόδιο για θέματα εσωτερικής αγοράς Michel Barnier, δημιουργώντας μηχανισμούς συλλογικών επενδύσεων με στόχο τη συγκέντρωση κεφαλαίων από την παγκόσμια επενδυτική κοινότητα και τη μεταφορά τους προς τις Μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Ευρώπης, που δεν είναι εύκολο να έχουν απευθείας πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και η ελληνική Πολιτεία με τους νόμους 4141/13 και 4099/12 που ενισχύουν την ελκυστικότητα αλλά και τη συμβατότητα με τις διεθνείς πρακτικές των ελληνικών οργανισμών συλλογικών επενδύσεων (ΑΕΕΧ, ΑΕΕΑΠ, AKEΣ, ΕΚΕΣ, ΑΕΕΜΚ).
Είναι λοιπόν απαραίτητο να εστιάσουμε στην ευκαιρία που έχει τρεχόντως η ελληνική αγορά να προσελκύσει το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον και να μεταφέρει πόρους στην πραγματική οικονομία. Οι ενδείξεις είναι πολλές και ουσιαστικές, και δεν πρέπει να υποτιμώνται: Εχει γίνει ουσιαστική πρόοδος σε δημοσιονομικό επίπεδο, όσο και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, και έχει απομακρυνθεί η αμφισβήτηση για την παραμονή της χώρας μας στην ευρωζώνη. Αποδείχθηκε κατά τις πρόσφατες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών ότι η ελληνική κεφαλαιαγορά μπορεί να παίξει με επιτυχία τον ρόλο του μηχανισμού άντλησης κεφαλαίων λειτουργώντας αποτελεσματικά, υπό συνθήκες τεράστιας πίεσης.
Επιπλέον μετά τη μεταφορά μας στις αναδυόμενες αγορές από τον οίκο MSCI εκδηλώθηκε έντονο ενδιαφέρον νέων επενδυτών. Η αρχή έγινε στο roadshow του Λονδίνου και συνεχίζεται όλη την τελευταία περίοδο, καθώς, όπως είναι γνωστό, σημαντικός αριθμός ξένων funds έχει επισκεφθεί τη χώρα μας και έχει πραγματοποιήσει κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τις διοικήσεις πολλών ελληνικών επιχειρήσεων.
Την ίδια στιγμή, τις προηγούμενες ημέρες ο οίκος FTSE ανακοίνωσε ότι η ελληνική αγορά παραμένει στις ανεπτυγμένες, σύμφωνα με την ετήσια αξιολόγηση του οίκου. Οι επενδυτές προσελκύονται αναγνωρίζοντας πως η ελληνική αγορά έχει έναν αξιόπιστο μηχανισμό που ακολουθεί τα ευρωπαϊκά πρότυπα και λειτουργεί μέσα στο σταθερό περιβάλλον του ευρώ έχοντας πολύ καλό δίκτυο πρόσβασης στην παγκόσμια επενδυτική κοινότητα και αναγνωρισμένο επίπεδο Εταιρικής Διακυβέρνησης για τις επιχειρήσεις της. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι όλες οι πρωτοβουλίες που αναφέρθηκαν πιο πάνω, όπως του ισπανικού χρηματιστηρίου και του επιτρόπου Barnier, στηρίζουν την προσπάθεια επιτυχίας τους σε φορολογικά κίνητρα αναγνωρίζοντας την ανάγκη διαμόρφωσης συγκριτικών πλεονεκτημάτων στην προσέλκυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος. Οι συνθήκες λοιπόν όπως έχουν διαμορφωθεί στη χρονική αυτή στιγμή καθιστούν υπέρτατης σημασίας τη διαμόρφωση κοινής αντίληψης των συντελεστών της αγοράς και της οικονομικής ζωής για το πώς θα αξιοποιήσει η χώρα το εμφανιζόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον. Τα παραδείγματα για το πώς μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες ρευστότητας του παραγωγικού ιστού της χώρας είναι μπροστά μας και είναι εύκολα εφαρμόσιμα.
Ο κ. Σωκράτης Λαζαρίδης είναι πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Αθηνών.