Μπορεί το προσχέδιο του προϋπολογισμού που ανακοινώθηκε χθες να προδιαγράφει μια πολύ πιο αισιόδοξη εικόνα για τα δημόσια οικονομικά, καθώς προβλέπει ότι μετά από 5 χρόνια ύφεσης, θα υπάρξει μια μικρή ανάκαμψη, αλλά φως στο τούνελ για την πραγματική οικονομία και τους πολίτες που στενάζουν από την κρίση δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Αν και το σχέδιο προϋπολογισμού δεν περιλαμβάνει νέους φόρους, προβλέπει ωστόσο πρόσθετα φορολογικά έσοδα 2,8 δισ. ευρώ. Δηλαδή στο ήδη δυσβάστακτο φορολογικό βάρος, που αντιμετωπίζει η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, έρχεται να προστεθεί μια νέα σημαντική αφαίμαξη, που θα προέλθει κυρίως από την κατάργηση των ελάχιστων φοροαπαλλαγών που έχουν απομείνει. Ακόμα και οι ιατρικές δαπάνες ουσιαστικά καταργούνται.
Αν και το σχέδιο προϋπολογισμού δεν περιλαμβάνει νέους φόρους, προβλέπει ωστόσο πρόσθετα φορολογικά έσοδα 2,8 δισ. ευρώ. Δηλαδή στο ήδη δυσβάστακτο φορολογικό βάρος, που αντιμετωπίζει η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, έρχεται να προστεθεί μια νέα σημαντική αφαίμαξη, που θα προέλθει κυρίως από την κατάργηση των ελάχιστων φοροαπαλλαγών που έχουν απομείνει. Ακόμα και οι ιατρικές δαπάνες ουσιαστικά καταργούνται.
Όσο επιβεβλημένη κι αν είναι η ανασυγκρότηση των δημόσιων οικονομικών και η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, άλλο τόσο αναγκαία είναι η εξισορρόπηση των φορολογικών βαρών, που έχουν μειώσει δραματικά το εισόδημα στη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, ιδιαίτερα αυτών που είναι συνεπείς με τις υποχρεώσεις τους ή αυτών που δεν έχουν τη δυνατότητα απόκρυψης, όπως είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Η περιβόητη μάχη κατά της φοροδιαφυγής, παρά τα επιμέρους βήματα που έχουν γίνει καρκινοβατεί, με προφανή συνέπεια να απομυζώνται μέχρι εξαντλήσεως, οι συνήθεις κοινωνικές ομάδες, που αποτελούν μονίμως τον εύκολο στόχο.
Δυστυχώς για μια φορά ακόμα η πίεση για εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, αντί να κατευθύνεται στο τμήμα εκείνο της ελληνικής κοινωνίας που μονίμως φοροδιαφεύγει, μεταφέρεται στους εύκολους και αδύναμους στόχους –όσους δηλώνουν τον όγκο των φορολογητέων εισοδημάτων και της ακίνητης περιουσίας τους – και όχι στις κοινωνικές κατηγορίες που επί δεκαετίες βρίσκονται πίσω από τις φορολογικές ανισότητες. Η συζητούμενη επί χρόνια ουσιαστική φορολογική μεταρρύθμιση,που θα αποκαθιστούσε για τους πολίτες την έννοια της δικαιοσύνης και της κοινωνικής αλληλεγγύης, παραπέμπεται και πάλι στις ελληνικές καλένδες.
Η διαρκής συρρίκνωση των κοινωνικών δαπανών – σε μια χώρα μάλιστα όπου το ένα τρίτο του ενεργού πληθυσμού είναι άνεργο και ένα άλλο σημαντικό τμήμα υποαπασχολείται – σε συνδυασμό με τις συνεχείς φορολογικές αφαιμάξεις ,δεν οδηγεί πουθενά αλλού, παρά στη δραματική επιδείνωση του επιπέδου ζωής και διαβίωσης. Που δυστυχώς δεν αντιστρέφεται από μια ισχνή ανάκαμψη. Η κυβέρνηση καταρχήν, αλλά και οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, πρέπει επιτέλους να αντιληφθούν, ότι με σπασμωδικά και ευκαιριακά μέτρα, χωρίς ένα συνολικό και συγκροτημένο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, δεν μπορούμε να βγούμε από το οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο που βιώνουμε σήμερα. Γιατί μαζί με τη φοροδοτική ικανότητα, εξαντλείται και η αντοχή της κοινωνίας. Και καμιά χώρα δεν βγήκε από την κρίση, χωρίς οδυνηρές επιπτώσεις, με την κοινωνία στα όρια της.