Προσεκτική αναδιάρθρωση των χρεών νοικοκυριών και επιχειρήσεων στις πληττόμενες από την κρίση ευρωπαϊκές οικονομίες προτείνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε έκθεση που δημοσιοποίησε χθες, τονίζοντας πως τα υψηλά επίπεδα χρέους είναι πιθανό να εμποδίσουν την ανάκαμψη των αδύναμων ευρωπαϊκών κρατών.

Το Ταμείο προτείνει τη θεσμοθέτηση αποτελεσματικών κανόνων που θα επιτρέπουν άμεσο κούρεμα του χρέους δανειοληπτών που βρίσκονται υπό πίεση, ενώ αναφέρεται και στην περίπτωση της Ελλάδας, τονίζοντας πως ο νόμος Κατσέλη δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Ειδικότερα, στην έκθεση («Dealing with Private Debt Distress in the Wake of the European Financial Crisis») σημειώνεται πως η μη αντιμετώπιση του υψηλού χρέους του ιδιωτικού τομέα δεν βοηθά ούτε τους οφειλέτες ούτε τους πιστωτές και πως οι καλά σταθμισμένες ρυθμίσεις για την ελάφρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώνουν την αβεβαιότητα και επιδρούν θετικά στην οικονομία στο σύνολό της.

«Με την κρίση να έχει σχεδόν τελειώσει και την ανάκαμψη να παραμένει χλιαρή, τώρα είναι η ώρα να δημιουργηθούν οι συνθήκες για ουσιαστική αναδιάρθρωση του (ιδιωτικού) χρέους σε μια σειρά από υπερχρεωμένες χώρες. Αυτό είναι ακόμη περισσότερο επιτακτικό επειδή θα μπορούσε να περάσουν αρκετά χρόνια έως ότου να γίνουν εμφανή τα αποτελέσματα», υπογραμμίζουν οι συντάκτες της μελέτης.

Καταδεικνύοντας τη σύνδεση του ιδιωτικού χρέους με την οικονομική δραστηριότητα, οι αναλυτές του ΔΝΤ σημειώνουν πως η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων διαβρώνει τα κεφαλαιακά αποθέματα των τραπεζών και δημιουργεί αβεβαιότητες για τα πιστωτικά ιδρύματα. Επικαλούνται δε πρόσφατα ευρήματα έρευνας του Ταμείου, σύμφωνα με τα οποία μια αύξηση 10% στο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώνει τις τραπεζικές χορηγήσεις κατά 4%. Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα τα δάνεια που βρίσκονται στο κόκκινο έχουν εκτοξευτεί σήμερα στο 25% από 10% που ήταν πριν από τρία χρόνια.
Επίσης, στη μελέτη τονίζεται πως σε περιπτώσεις οικονομιών με υπερχρεωμένες επιχειρήσεις οι επενδύσεις καθηλώνονται, καθώς οι εταιρείες (όσες δεν πτωχεύουν) επικεντρώνονται στην απομόχλευση και εξυγίανση των ισολογισμών τους και είναι απρόθυμες να αναλάβουν νέα έργα και να δημιουργήσουν έτσι θέσεις εργασίας.

Ομοίως, τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά περικόπτουν τις καταναλωτικές τους δαπάνες προκειμένου να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις, ενώ σημαντικές είναι και οι επιπτώσεις από τα ενυπόθηκα δάνεια καθώς τα στεγαστικά δάνεια που δεν εξυπηρετούνται οδηγούν σε πλειστηριασμούς (26.000 στην Ελλάδα το 2012) και το απόθεμα των προσφερόμενων ακινήτων μειώνει τις τιμές στην κτηματαγορά. Στο ίδιο πλαίσιο η έκθεση αναφέρει πως σε πολλές περιπτώσεις οι μεγάλες δανειακές υποχρεώσεις του ιδιωτικού τομέα καταλήγουν στην επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού κυρίως μέσω τραπεζικών διασώσεων.

Το ΔΝΤ επικαλείται πρόσφατα στοιχεία που δείχνουν ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξήθηκαν με διψήφια ποσοστά στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, τη Βουλγαρία, την Τσεχία, την Ουγγαρία, ήτοι σε χώρες που αντιμετωπίζουν παρατεταμένη ύφεση.

Η έκθεση αναφέρεται συνοπτικά στον Ν. 3869/2010 (νόμος Κατσέλη) και στις βασικές του προβλέψεις για την προστασία των δανειοληπτών υπογραμμίζοντας πως οι ελληνικές Αρχές επανεξετάζουν το συγκεκριμένο νομοθέτημα, καθώς δεν κρίθηκε επιτυχημένο αφού δεν οδήγησε σε διευθέτηση μεγάλου μέρους του ιδιωτικού χρέους που δεν εξυπηρετείται.

Το ΔΝΤ σημειώνει πως η αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους λειτουργεί καλύτερα εάν είναι μέρος μιας συνολικής προσέγγισης και φέρνει ως παράδειγμα τις χώρες της Βαλτικής και την Ισλανδία, όπου οι νομοθετικές αλλαγές στον χρηματοπιστωτικό τομέα ενσωματώθηκαν σε ευρύτερες θεσμικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις. Το Ταμείο τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ λύσεων που έχουν εθελοντικό χαρακτήρα και βασίζονται στον εξωδικαστικό συμβιβασμό.

Ενα «αναπτυξιακό πρόγραμμα» για τις χώρες του Νότου ζήτησε χθες επιτακτικά από την Καγκελάριο Μέρκελ ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών Πέερ Στάινμπρουκ στη διάρκεια της συζήτησης για τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη γερμανική Βουλή. Η Γερμανία συγκέντρωσε τα προηγούμενα χρόνια τεράστιο πλεόνασμα στο εμπορικό της ισοζύγιο και πρέπει να αυξήσει την εσωτερική ζήτηση για να βοηθήσει τους εταίρους της στην ευρωζώνη. Αλλά αυτά δεν γίνονται με τη Μέρκελ που παλινδρομεί και περιμένει μέχρι την τελευταία στιγμή, τόνισε ο Στάινμπρουκ.