Το παρόν άρθρο αποτελεί μία πρώτη αντίδραση στην πρόσφατη απόφαση της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ) να αποκλείσει το άθλημα της πάλης από τον κατάλογο των προτεινόμενων αθλημάτων για τους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες (ΟΑ), και να το κατατάξει σε έναν δευτερεύον, συμπληρωματικό κατάλογο, από τον οποίο έναν και μόνο άθλημα θα ‘κληρωθεί’ να επανέλθει. Άποψη του συγγραφέα είναι ότι η λήψη μια τέτοιας απόφασης (και σε αυτό το υψηλότατο επίπεδο) συνιστά κολοσσιαίο λάθος ιστορικών διαστάσεων. Μάλιστα, η ίδια αυτή η απόφαση υποθηκεύει και θέτει εν αμφιβόλω την ίδια την ιδέα του ολυμπιακού ιδεώδους καθώς καταπίπτει η αιτιώδης σχέση μεταξύ αθλητισμού και δημοκρατίας (στα αρχαία χρόνια) και μαζικής αποδοχής (νεότερα). Σκοπός του άρθρου είναι να καταδείξει το γεγονός αυτό, και να προτείνει τρόπους αντίδρασης.
Η αναφορά στην ιστορική διάσταση είναι αναγκαία όταν μιλάμε για ανθρώπινα ιδεώδη, όπως οι ΟΑ, και ο αθλητισμός. Η πάλη αποτελεί φυσική ανθρώπινη συμπεριφορά, η οποία απαντάται σε όλα τα πλάτη και μήκη του κόσμου και στην οποία οι άνθρωποι εμπλέκονται από τα πρώτα στάδια της ζωής τους ως παιχνίδι. Στην αρχαία Ελλάδα, ωστόσο η αθλητική τέχνη της πάλης έφθασε σε αξεπέραστο επίπεδο τεχνικής επάρκειας, και αποτέλεσε συστατικό στοιχείο ενός πολιτικού και πολιτιστικού κλίματος, το οποίο γέννησε πανανθρώπινα ιδεώδη, όπως η δημοκρατία. Ενδεικτικό της σύμφυσης των δύο εννοιών είναι το ερώτημα ποια έννοια προέκυψε πρώτη: ο πολίτης ή ο αθλητής;, σε ποια άλλη χωροχρονική στιγμή η ανταμοιβή του νικητή ήταν ένα κλαδί ελιάς και το γκρέμισμα των τειχών ως ανταμοιβή των υπηρεσιών που πρόσφερε προς την πόλη; Δεν θα επεκταθώ περαιτέρω. Έχουν γραφεί πολλά για την σχέση αυτή.
Η συζήτηση ωστόσο δεν μπορεί να εξαντληθεί σε αυτό το επίπεδο. Κάτι τέτοιο θα αποδυνάμωνε την επιχειρηματολογία γιατί θα την καθιστούσε ιστορικά εγγενή και, κυρίως ανακόλουθη με την πραγματικότητα της παγκόσμιας κοινότητας του 21ου αιώνα. Για αυτό θα επικεντρωθώ στην ανάλυση των λόγων που προέταξε η ΔΟΕ για αυτή την απόφαση σχολιάζοντάς τους κριτικά.
Αν και στην επίσημη ιστοσελίδα του ΔΟΕ δεν προτάσσεται μια ξεκάθαρη αιτιολόγηση για την απόφαση, ωστόσο πολλές περιφερειακές πηγές που επικαλούνται δηλώσεις αξιωματούχων έχουν προσδιορίσει τα εξής αίτια: ντόπινγκ, καθώς και η μη προσέλευση ικανού αριθμού θεατών και η μη προσέλκυση χορηγών.
Αναφορικά με την κατηγορία του ντόπινγκ, και χωρίς να ισχυρίζομαι ότι το άθλημα της πάλης είναι καθαρό από την λήψη απαγορευμένων ουσιών, θέλω να ρωτήσω αν γνωρίζετε τα ονόματα των τελευταίων δύο παλαιστών που συνελήφθησαν έχοντας κάνει τέτοια χρήση; Πολύ περισσότερο, τα ονόματα του Lance Armstrong, η ποδηλασία εν γένει, η κολύμβηση, και η άρση βαρών, το ποδόσφαιρο δεν αποτελούν αθλήματα με πολλαπλάσια τέτοια περιστατικά; Χωρίς περαιτέρω στατιστικά στοιχεία, και με την δυσκολία να ξεκαθαρίσεις ένα θέμα εγγενώς παράνομο, δεν φαίνεται ότι η πάλη αποτελεί παράδειγμα υπερβολικής χρήσης (όπως αντικατοπτρίζεται από τις συλλήψεις) αναβολικών.
Ως προς την θεαματικότητα του αθλήματος, η πάλη έχει κατηγορηθεί ότι δεν προσφέρει θέαμα. Ίσως ισχύει αν το ζητούμενο είναι τα ‘ακροβατικά’, ή οι εισαγωγικές διαδικασίες περίτεχνου τυπικού. Αλλά αυτά είναι ήσσονος σημασίας μπροστά στο γεγονός ότι το συγκεκριμένο άθλημα είναι τόσο υψηλής τεχνικής κατάρτισης που αυτή η έλλειψη θεάματος οφείλεται στην γνώση ότι η οποιαδήποτε λάθος ή ‘ακροβατική’ κίνηση, η οποία μπορεί να κεντρίσει το θυμικό των θεατών συνεπάγεται αδικαιολόγητα υψηλό κόστος αγωνιστικής ήττας. Σίγουρα, η τεχνική επάρκεια της πάλης, την κατατάσσει ως ‘αισθαντικό’ άθλημα στο βαθμό που ο παλαιστής αντιδρά σε ερεθίσματα της τάξης των νευρικών συσπάσεων του αντιπάλου, τάξη μεγέθους σαφώς χαμηλότερη (και για αυτό υπέρτερη) της μακροκλίμακας του εκατοστού. Συναφής είναι μια άλλη παραπλήσια κατηγορία, ότι δεν προσελκύει το ενδιαφέρον του (τηλε-)θεατή. Το πρόβλημα είναι στην μέτρηση. Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός αντιπαραβάλλεται με παραδείγματα μαζικού αθλητισμού, όπως το ποδόσφαιρο, η καλαθοσφαίριση, ή την πυγμαχία το τζούντο, και την άρση βαρών; Μια δεύτερη γραμμή αυτής της επιχειρηματολογίας είναι ότι τα δυτικά κράτη δεν ενδιαφέρονται για ένα άθλημα το ποίο κυριαρχείται από τα πρώην ανατολικά κράτη. Μα, έχει δει κανείς το παράδειγμα των ΗΠΑ στην ελεύθερη πάλη, και το ενδιαφέρον που προκαλεί το άθλημα ακόμα και στις τάξεις του κολεγιακού πρωταθλήματος; Στους τελευταίους ΟΑ στο Λονδίνο, το στάδιο όπου διεξήχθησαν οι αγώνες ήταν διαρκώς γεμάτο από θεατές μιας χώρας η οποία δεν φημίζεται για τις επιδόσεις της στο συγκεκριμένο άθλημα. Σε χώρες όπως η Σουηδία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Ιταλία, και η Ιαπωνία το άθλημα είναι επίσης ανεπτυγμένο σε άρτιο βαθμό. Όλες αυτές οι ανεπτυγμένες χώρες κατακτούν διαρκώς ολυμπιακά μετάλλια. Η κατάκτηση ολυμπιακών μεταλλίων δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά προκύπτει ως μια εξελικτική διαδικασία της οποίας η ‘μοναδιαία’ αυτή κατάληξη είναι καρπός ενός υγιούς και πολυπληθούς αθλητικού κινήματος στην βάση της οποίας είναι η ευρεία λαϊκή συμμετοχή.
Όντως, οι πρώην ανατολικές χώρες, ή μάλλον οι χώρες που θα κατατάσσαμε ως αναπτυσσόμενες (πώς αλλιώς θα μπορούσε κανείς να αιτιολογήσει την ενασχόληση με το άθλημα χωρών όπως η Κίνα και η Ινδία) επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα (περισσότερα μετάλλια). Μια πληθώρα λόγων αιτιολογεί αυτή την επιτυχία. Το άθλημα είναι φθηνό, δηλαδή δεν απαιτεί σύνθετο και δαπανηρό εξοπλισμό για την διεξαγωγή του, γεγονός το οποίο σε συνδυασμό με τις ευρύτερες πολιτιστικές παραδόσεις των χωρών αυτών ευνοεί την ανάπτυξη του αθλήματος σε αυτές τις χώρες. Μάλιστα, η αποδοχή του αθλήματος της πάλης είναι καθολική, και οι νικητές απολαμβάνουν του σεβασμού όλου του πληθυσμού. Αντίστροφα, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι οι δυτικές χώρες επέλεξαν να δημιουργήσουν νέα, δαπανηρά αθλήματα στα οποία αριστεύουν ως αντισταθμιστικό επιχείρημα για το συγκριτικό αυτό έλλειμμα.
Εδώ βρίσκεται μια άλλη πτυχή του ίδιου επιχειρήματος, ότι δηλαδή δεν ενδιαφέρονται οι χορηγοί ή ότι δεν ελκύει υψηλή τηλεθέαση ή άλλη μετρήσιμη ‘απόδειξη’ του ενδιαφέροντος. Είναι έτσι, ή το πρόβλημα είναι ότι οι γεωγραφικές περιοχές που η πάλη απολαμβάνει υψηλής δημοφιλίας είναι tera incognita για τους συγκεκριμένους χορηγούς; Επιπλέον, το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αξιόπιστα και επαρκή στατιστικά στοιχεία μέτρησης τηλεθέασης ή αποδοχής δεν ισοδυναμεί με έλλειμμα αποδοχής. Υπάρχει και ένας πιο ποιοτικός λόγος: το άθλημα λόγω της βαθιάς ‘βιωματικής’ του διάστασης, η οποία είναι προαπαιτούμενο αλλά και καρπός για την ενασχόληση του αθλητή και την προσέλκυση του θεατή είναι μια διάσταση η οποία συγκρούεται με την λογική της εφήμερης, στιγμιαίας, και επιφανειακής στόχευσης της ίδιας της διαδικασίας του σύγχρονου μάρκετινγκ. Το άθλημα έχει πληθώρα οπαδών και θεατών με πολύ υψηλό δείκτη αθλητικής παιδείας, οι οποίοι όχι μόνο δεν απεικονίζονται σε μετρήσεις δημοφιλίας, αλλά κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η ίδια η μετάφραση αυτής της βαθιάς αθλητικής παιδείας με τα σύγχρονα εργαλεία του μαρκετινγκ δεν έχει επιτευχθεί.
Είναι ξεκάθαρο, τουλάχιστον για τον συγγραφέα, ότι σε αυτό το χρονικό σημείο, και υπό το φως αυτών των δεδομένων απαιτείται απάντηση για την μεταστροφή της απόφασης του αποκλεισμού. Αν και οπαδός της γραμμικής κλιμάκωσης στην σκάλα της ‘δράσης-αντίδρασης’ (titfortat), το γεγονός ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια ειλημμένη απόφαση σε κορυφαίο επίπεδο απαιτεί μια συμμετρική απάντηση. Δυστυχώς, η λύση είναι μόνο μία: είτε ανακαλείται η απόφαση είτε η Ελλάδα δεν θα συμμετέχει στους επόμενους ΟΑ, δεν θα δώσει το ολυμπιακό φως, και θα άρει την εμπιστοσύνη της στο παγκόσμιο ολυμπιακό κίνημα. Έχει κανείς την εντύπωση, ότι αν αυτά γίνουν συντονισμένα και σε συνεργασία με χώρες οι οποίες πλήττονται πολύ περισσότερο από αυτήν την απόφαση, δεν θα υπάρξει ανάκληση;


‘Ο Νίκος Καραμπέκιος μεταδιδακτορικός ερευνητής σε technology management/evaluation, St. Gallen (Ελβετία), αθλητής πάλης του Εθνικού Γ.Σ.