Χθες στο υπουργείο Εξωτερικών έγινε μία νέα αρχή: η υπογραφή της συμφωνίας για την κατασκευή του Trans Adriatic Pipeline, γνωστού ως ΤΑΡ, είναι ίσως το πρώτο μεγάλο καλό νέο για την Ελλάδα εδώ και πολύ καιρό. Η σημασία του έργου, ειδικά αυτή τη στιγμή, είναι πολλαπλή για την Ελλάδα.
Πρώτον, διασφαλίζει τη θέση της χώρας στον χάρτη της μεταφοράς ενέργειας από την ανατολή προς την Ευρώπη – κι αυτό είναι πολύ σημαντικό: η Ελλάδα μπήκε τελικά στο παιγνίδι, δεν είναι απούσα, δεν έχει παρακαμφθεί γεωστρατηγικά. Δεύτερον, δίνει ελπίδα για σημαντικές επενδύσεις και θέσεις εργασίας. Και, τρίτον, το πιο σημαντικό, είναι ότι έρχεται να ενισχύσει ουσιαστικά τους πλέον καθοριστικούς γεωπολιτικούς δεσμούς της χώρας που έχουν άκριτα και με μεγάλη επιπολαιότητα τα τελευταία χρόνια στη πράξη εξασθενήσει: αυτούς της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, μέσα από κοινές επιλογές και προτεραιότητες σε ένα τόσο κρίσιμο πεδίο, όπως η πολυμέρεια της ευρωπαικής ενεργειακής τροφοδοσίας.
Οσο κι αν τα δύο πρώτα είναι από μόνα τους εξαιρετικά σημαντικά, ειδικά τώρα, το τρίτο είναι εκείνο που καθιστά τον ΤΑΡ αγωγό εθνικής σημασίας για την Ελλάδα. Ένα τέτοιο έργο συμβάλλει αυτή τη στιγμή όσο λίγες ενέργειες στη σταθερότητα στην περιοχή – άλλωστε, αποτελεί και ένα σπάνιο και ως εκ τούτου ιδιαίτερα σημαντικό πεδίο τριπλής σύγκλισης της Ελλάδας, των ΗΠΑ, αλλά και της Γερμανίας που συμμετέχει επενδυτικά στην κοινοπραξία κατασκευής: είναι μία εντελώς άλλη ισορροπία από αυτή που έχουμε υποστεί τα τρία τελευταία χρόνια… Τέλος, θα πρέπει να έχει κανείς στο μυαλό του ότι η εξέλιξη της υπογραφής του αγωγού ενισχύει κι έναν ακόμη δρόμο για την καλύτερη αξιοποίηση και της Καβάλας, η οποία παρουσιάζει πολύ μεγάλο διεθνές ενδιαφέρον, καθώς σύντομα τελειώνει το συμβόλαιο του Πρίνου: όσο κι αν δεν έχει ευρέως συζητηθεί, εκεί ακριβώς βρίσκεται και το πιο έντονο και ουσιώδες καταριανό ενδιαφέρον για την Ελλάδα.
Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να «χρησιμοποιήσει» την υπόθεση του αγωγού για να κερδίσει διπλωματικά ανταλλάγματα, ειδικά στο ζήτημα της ΑΟΖ με την Αλβανία. Ευτυχώς, δεν εισακούσθηκαν: το τελευταίο που θα έπρεπε να γίνει αυτή τη στιγμή, θα ήταν κάποιου είδους ελληνικός «εκβιασμός» σχετικά με αυτό το έργο. Κι αυτό για τρεις λόγους: πρώτον, επειδή το μέγα ζητούμενο σήμερα είναι ακριβώς η επανασταθεροποίηση της χώρας στη διασαλευμένη ευρωατλαντική της ισορροπία. Δεύτερον, επειδή το έργο έχει πολύ μεγάλη επενδυτική σημασία και, τρίτον, απλώς επειδή δεν έχει καμία λογική το να βαδίζει κανείς «κόντρα» σε συνολικότερους σχεδιασμούς οι οποίοι τον εξυπηρετούν εθνικά.
Χθες λοιπόν, στο υπουργείο Εξωτερικών, έγινε λοιπόν μία νέα αρχή. Φάνηκε, επιτέλους, λίγο «φως» για τη χώρα…