Πόσα σημειώματα, άραγε, θα κολλήσουν οι ερωτευμένοι την Πέμπτη, ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, επάνω στον τοίχο της Ιουλιέτας στη Βερόνα; Πόσοι άλλοι θα φωτογραφηθούν κάτω από το μπαλκόνι της τραγικής ηρωίδας του Σαίξπηρ; Δεν έχει καμία σημασία που το μπαλκόνι αυτό δεν είναι αυθεντικό αλλά προστέθηκε το 1936 για να προσελκύει τουρίστες. Η ζωή χωρίς παραμύθι χάνει τη γοητεία της και τα αισθήματα δίχως μυθικές αναγωγές δεν έχουν ούτε ένταση ούτε διάρκεια. Πόσω μάλλον ο έρωτας: το πιο δυνατό και συχνά το πιο απελπισμένο.

Η ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, μολονότι δεν ανήκει στα κορυφαία έργα του Βάρδου, είναι η πιο διάσημη σε όλον τον κόσμο. Ισως γιατί εδώ ο υπέρτατος έρωτας ξεπερνά τα πάντα. Δεν είναι όπως στον Οθέλο, όπου ο έρωτας λειτουργεί ως αφορμή, ενώ τα κύρια θέματα είναι η ραδιουργία και η ζήλια. Ούτε όπως στο «Αντώνιος και Κλεοπάτρα», όπου συναντώνται και συγκρούονται δύο κόσμοι: το αρχαίο βασίλειο (η Αίγυπτος) και η αυτοκρατορία (η Ρώμη). Γιατί ο έρωτας προϋποθέτει τον ερωτισμό, όμως αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», για να θυμηθώ τον Χάρολντ Μπλουμ, ο Σαίξπηρ κατάφερε να βρει τον τρόπο με τον οποίο η σεξουαλικότητα γίνεται ερωτισμός όταν τη διαπερνά η σκιά του θανάτου. Και ίσως σε αυτό να οφείλεται το ότι η ιστορία δεν έχασε μέσα στους αιώνες τη γοητεία και την έντασή της. Οι δύο ήρωες αυτοκτονούν ενόσω είναι ακόμη παιδιά, επειδή η αγάπη δεν είναι μόνο αναστεναγμός, πόθος, ποίηση και ηδυπάθεια που αναδύονται από τη σαιξπηρική τραγωδία, αλλά και «κραταιά ως θάνατος», όπως διαβάζουμε στο «Ασμα Ασμάτων» του Σολομώντος.

Η γοητεία, όταν μάλιστα μυθοποιείται σε τέτοια έκταση και δημιουργεί τόσα στερεότυπα, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι απαλλαγμένη από το κιτς. Στην αυλή του σπιτιού των Καπουλέτων, όπου κυριαρχεί το πρόσθετο μπαλκόνι, υπάρχει και μπρούντζινο άγαλμα της Ιουλιέτας. Κατά το έθιμο, όποιος πιάσει το στήθος της θα είναι καλότυχος στον έρωτα. Και οι φετιχιστές που το πιστεύουν δεν είναι λίγοι. Οπως δεν είναι λίγοι όσοι και όσες κολλούν τα σημειώματα που γράφουν στην Ιουλιέτα στον τοίχο της με τσίχλα. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι που της στέλνουν εκτενέστατες επιστολές. Αυτές αναλαμβάνει να τις διαβάσει και να γράψει τις σχετικές απαντήσεις ομάδα εθελοντών, η οποία αποτελείται από δεκαπέντε κυρίες, περίπου σαν εκείνες που απαντούσαν παλαιότερα στα λαϊκά περιοδικά σε γράμματα ερωτευμένων αναγνωστριών με αισθηματικά προβλήματα.

Τα λουκέτα της αγάπης

Στην τεράστια επίδραση του σαιξπηρικού έργου λένε πολλοί ότι οφείλεται και η μόδα των τελευταίων δέκα ετών με τα λεγόμενα «λουκέτα της αγάπης», που έχει πάρει διαστάσεις επιδημίας.

Οι ερωτευμένοι παίρνουν ένα λουκέτο, χαράσσουν επάνω του τα ονόματά τους και το κλειδώνουν σε έναν συρμάτινο φράχτη ή στο παραπέτο κάποιας γνωστής γέφυρας. Κατόπιν, πετούν το κλειδί στο νερό ή κάπου μακριά. Αφού οι ψυχές κλειδώνονται για πάντα (γι’ αυτό και το «θα ζήσουμε και θα πεθάνουμε μαζί»), κανείς δεν πρέπει να βρει το κλειδί και να ξεκλειδώσει το λουκέτο, το οποίο μεταβάλλεται έτσι σε φετίχ της αιωνιότητας. Επιπλέον, μπορεί ο έρωτας και το πάθος να είναι ιδιωτικά, όταν όμως εκφράζονται δημοσίως, γίνονται ισχυρότερα. Οπως και κάθε φορά που φιλιέται δημοσίως ένα ερωτευμένο ζευγάρι είναι σαν να δηλώνει ότι ο γύρω κόσμος υπάρχει (ή δεν υπάρχει) εξαιτίας του έρωτά του, έτσι και εδώ οι ερωτευμένοι θέλουν να διατρανώσουν πως, όσο μένει κλειδωμένο το λουκέτο, κανείς δεν έχει τη δύναμη να χωρίσει τις ψυχές τους, που θα παραμείνουν ενωμένες ως τον θάνατο.

Εκατομμύρια λουκέτα είναι κρεμασμένα σε όλον τον κόσμο: στην Ponte Milvio της Ρώμης, που τα βλέπει κανείς όχι μόνο στα παραπέτα της γέφυρας, αλλά και στους φανοστάτες της, οι οποίοι έχουν σχεδόν εξαφανιστεί κάτω από τα άπειρα λουκέτα που τους σκεπάζουν. Στην Pont des Arts στο Παρίσι, στη γέφυρα Hohenzollern της Κολωνίας, στη Γέφυρα των χασάπηδων στη Λιουμπλιάνα, στην ιστορική Ponte Vecchio της Φλωρεντίας, που την ξανάχτισε το 1345 ο μέγας Βαζάρι, ακόμη και γύρω από το άγαλμα του Τσελίνι. Το πάθος και ο μύθος είναι πάνω από την Ιστορία και τα μνημεία.

Λουκέτα της αγάπης υπάρχουν και στη Ρωσία, στην Ουκρανία, στις ΗΠΑ, στη Σουηδία, στη Νότια Κορέα, στην Ταϊβάν, ακόμη και στην Κίνα, σε έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς που προτιμούν κατεξοχήν οι ερωτευμένοι, γηγενείς και επισκέπτες: το Κίτρινο Βουνό.

Αλλά και στην Κίνα; Μα η ημέρα των ερωτευμένων γιορτάζεται εκεί τον Αύγουστο και είναι κινητή γιορτή, αφού το Σεληνιακό Ετος των Κινέζων δεν συμπίπτει με το δικό μας ηλιακό αντίστοιχο. Κι όμως, η ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου γιορτάζεται και στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, όπως και σ’ εμάς. Είδα πριν από δύο χρόνια χιλιάδες λουκέτα της αγάπης κρεμασμένα επάνω σε συρμάτινους φράχτες στο Κίτρινο Βουνό. Το βουνό βρίσκεται κοντά στην πόλη Χουανγκσάνγκ και στις παρυφές του, όπως και στη γύρω περιοχή, καλλιεργείται το καλύτερο πράσινο τσάι στον κόσμο, λένε οι Κινέζοι. Τα λουκέτα, άλλα καινούργια και άλλα σκουριασμένα, σχημάτιζαν ατελείωτες αλυσίδες. Δεν τα κρεμάνε, όμως, μόνο Δυτικοί, αλλά και Κινέζοι.

Καθώς περιεργαζόμουν αυτά τα αναθήματα της βιομηχανικής εποχής, άρχισαν να παρελαύνουν μπροστά μου ονόματα από όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, συνοδευόμενα από χρονολογίες, που άλλες παρέπεμπαν στη μέρα κατά την οποία κρεμάστηκαν τα λουκέτα και άλλες σε εκείνη που συναντήθηκαν οι ερωτευμένοι ή αντάλλαξαν το πρώτο τους φιλί. Και έπειτα ο φίλος ποιητής Λι Λι, που με συνόδευε, μου είπε πως σε αυτό ακριβώς το μέρος καθιερώθηκε και έπειτα μεταφέρθηκε στη Δύση η συνήθεια να πετούν οι ερωτευμένοι το κλειδί του λουκέτου μακριά, στις χαράδρες που ανοίγονται κάτω από τα συρμάτινα πλέγματα, μισοκλείνοντας, είπε, τα μάτια απέναντι στο μαγικό τοπίο που ανοιγόταν τώρα μπροστά στα δικά μας μάτια. Μα αν ο έρωτας είναι ταυτόχρονα και ένα βαθύ μυστήριο, ποιο καλύτερο τοπίο από αυτό, όπου σύννεφα ομίχλης κατεβαίνουν στη χαράδρα και καθώς μοιάζει να σταματούν τον χρόνο δίνουν υπόσταση στον αιώνιο έρωτα;

«Θέλεις να μάθεις τον δικό μας μύθο του αιώνιου έρωτα;» με ρώτησε ο Λι Λι. Ηθελα, φυσικά.

«Λένε, λοιπόν, πως η κόρη του αυτοκράτορα του Ουρανού ερωτεύτηκε κάποτε έναν νεαρό βοσκό» είπε. «Ο αυτοκράτορας χώρισε το ζευγάρι και έστειλε τον βοσκό στον Αλτέρ, τον πρώτο αστέρα του αστερισμού του Αετού, ενώ την κοπέλα στον Βέγα, τον λαμπερότερο αστέρα του αστερισμού της Λύρας. Τους έδωσε, όμως, το δικαίωμα να συναντιούνται μία φορά τον χρόνο. Η μέρα αυτή είναι η έβδομη του έβδομου Σεληνιακού Μήνα. Γι’ αυτό είναι τυχερός ο αριθμός επτά, κι όχι για τους λόγους που νομίζετε εσείς. Είναι ο αριθμός των ερωτευμένων».

Αν, όμως, εδώ η άβυσσος μαγνητίζει το βλέμμα και σταματά τον χρόνο, αλλού, στις γέφυρες των ποταμών, όπου κρεμούν τα λουκέτα, το νερό που περνά από κάτω είναι το σύμβολο του παντοτινού. Το κλειδί στο νερό κρατάει το μυστικό που ενώνει δύο καρδιές σε μία. Αυτή η φαντασίωση συναρπάζει πολλά νιόπαντρα ζευγάρια στις παραλιακές πόλεις της Ασίας, τα οποία, έπειτα από τη γαμήλια τελετή, πηγαίνουν στις ακρογιαλιές και φωτογραφίζονται παίρνοντας τελετουργικές πόζες με τα πόδια βουτηγμένα στο νερό. Κρατώντας σφιχτά ο ένας το χέρι του άλλου, σύμφωνα με τη φράση η οποία φιγουράρει σε πολλές από τις κάρτες που ανταλλάσσουν οι ερωτευμένοι την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου: «Θα σου κρατώ το χέρι. Θα γεράσουμε μαζί».

Καταστρεπτικά πάθη

Μολονότι η ημέρα των ερωτευμένων είναι ημέρα γιορτής, στη δυτική λογοτεχνία ο έρωτας εμφανίζεται κατεξοχήν ως καταστρεπτικό πάθος το οποίο φθείρει την ψυχή – όπως η αρρώστια φθείρει το σώμα, γι’ αυτό και το ερωτικό πάθος χαρακτηρίζεται ρομαντικό αίσθημα. Είναι – σύμφωνα με τη ρομαντική στάση έναντι της ζωής – αυθεντικό, δεδομένου ότι αναδύεται από τα κοιτάσματα της ψυχής και τον ανερμήνευτο κόσμο των αισθημάτων. Είναι, με άλλα λόγια, περιπέτεια (roman). Κι αφού πρόκειται για πάθος, αναπόφευκτα οι ερωτευμένοι υποφέρουν. Στα κλασικά παραδείγματα βρίσκουν ακόμη και σήμερα τα πρότυπα προς μίμηση – ή, πιο συχνά, προς αποφυγή – και οι σημερινοί ερωτευμένοι.

Μοιάζει εντυπωσιακό, όχι όμως και ανεξήγητο, το γεγονός ότι στη λογοτεχνία, αλλά και στις άλλες τέχνες, οι πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του έρωτα είναι γυναικείες – με μόνη εξαίρεση, ίσως, τον Βέρθερο του Γκαίτε.

Η γυναίκα είναι η μορφή του ερωτισμού, αυτή που εκφράζει το πάθος στις πιο περίπλοκες μορφές του, πάθος συχνά ανερμήνευτο, συνδεδεμένο με τη σαγήνη, το μυστήριο, την παραίτηση, την αμφιβολία – κατά συνέπεια και την απιστία. Η απιστία του άνδρα δεν αποτελεί μείζον θέμα. Οσο βαθιά και να ερωτευτεί ένας άνδρας, το αίσθημά του δεν έχει τη δύναμη και, κυρίως, τη γοητεία που αποπνέει το πάθος της γυναίκας. Γιατί η γυναίκα ζει η ίδια το πάθος, αλλά και ταυτοχρόνως το γεννά. Κανένας άνδρας δεν εκφράζει όπως αυτή τη σκοτεινή πλευρά του ερωτισμού – αν κι εδώ έχουμε άλλη μία εξαίρεση: τον δαιμονικό Χίθκλιφ στα «Ανεμοδαρμένα ύψη» της Εμιλι Μπροντέ.

Η μαντάμ Μποβαρύ

Η Εμμα Μποβαρύ, στο εξαίσιο μυθιστόρημα «Μαντάμ Μποβαρύ» του Φλωμπέρ, οδηγείται στη μοιχεία γιατί λείπουν από τη ζωή της το πάθος και η ένταση, ό,τι οι ρομαντικοί με μία λέξη αποκάλεσαν «άλλο». Αυτό το άλλο θα το πληρώσει με τη ζωή της. Είναι μια ρομαντική ηρωίδα στην εποχή του ρεαλισμού, και αυτό την καθιστά μοναδική και ανεπανάληπτη. Επιπλέον, ο Φλωμπέρ, βάζοντας το πάθος (αλλά και τη ματαιοδοξία) της Εμμας να συγκρουστεί με την κοινωνία, την οδηγεί στην περιοχή του τραγικού, όχι μόνο γιατί στο τέλος η ηρωίδα του αυτοκτονεί, αλλά – και κυρίως – επειδή η ζωή της έχει χάσει κάθε περιεχόμενο και η ίδια γίνεται λεία της κοινωνίας. «Η Μποβαρύ είμαι εγώ» είπε ο Φλωμπέρ. Η φράση έμεινε ιστορική, όμως ουδείς σήμερα σκέφτεται τον αδαμικό χαρακτήρα της (ότι δηλαδή η γυναίκα δημιουργήθηκε, σύμφωνα με τη Βίβλο, από το πλευρό του άνδρα) διαβάζοντας το βιβλίο.

Η Αννα Καρένινα

Το πάθος εξαγοράζεται με τη ζωή της ηρωίδας – κι όχι με τη ζωή των άλλων. Οπως το ανώφελο πάθος η Εμμα Μποβαρύ το πληρώνει, έτσι και η Αννα Καρένινα αργότερα πληρώνει το δικό της, που δεν είναι βεβαίως ανώφελο, αλλά παρουσιάζεται εξίσου καταστρεπτικό. Η Αννα Καρένινα οδηγείται στη μοιχεία και γίνεται τραγική ηρωίδα, επειδή στο τέλος όχι μόνο δεν καταφέρνει να υπερβεί τα δεσμά ή τον κοινωνικό εξοστρακισμό που το περιβάλλον επιβάλλει στο φύλο της, αλλά κυρίως επειδή ο εραστής της προδίδει τον έρωτα και την αφοσίωσή της σε αυτόν, χωρίς να υπολογίζει τον αγώνα της ίδιας, μιας παντρεμένης γυναίκας, να κάνει το μεγάλο άλμα από την τακτοποιημένη και άνετη ζωή στην περιπέτεια των παθών και της ολοκληρωτικής αφοσίωσης στον αγαπημένο της. Οταν λοιπόν αυτοκτονεί, αυτό δεν είναι μόνο συνέπεια της ήττας της στον αγώνα εναντίον της κοινωνίας και των συμβάσεών της, αλλά κυρίως της προδοσίας του συντρόφου της.

Η λαίδη Τσάτερλι

Αν το μεγάλο πάθος προϋποθέτει τη σύγκρουση με την κοινωνία, είναι επόμενο κάποια από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα, όπου ο έρωτας παρουσιάζεται κυρίαρχος, να εστιάζονται στη μοιχεία. Ο μεγάλος έρωτας είναι το αίσθημα το οποίο λειτουργεί ως ύψιστη πρόκληση έναντι της κοινωνίας που θέλει να το καταστείλει, προκειμένου να ελέγχει την ψυχή και τη συνείδηση των μελών της, κυρίως των γυναικών. Σε μια αγρίως ταξική κοινωνία, φυσικά, όπως η αγγλική στις αρχές του 20ού αιώνα, η πρόκληση αυτή γίνεται πιο έντονη όταν το αίσθημα και το πάθος μεταβάλλονται σε πολιορκητικό κριό για να παραβιαστεί η πόρτα της ταξικής φυλακής όπου βρίσκεται κλεισμένη η ηρωίδα. Τέτοια ηρωίδα είναι η Κόνι στον «Εραστή της λαίδης Τσάτερλι» του Ντέιβιντ Χ. Λόρενς. Ο έρωτας, δηλαδή η αληθινή ζωή, βρίσκεται πάνω από την κοινωνική σύμβαση και την υποκριτική κοινωνία. Και δεν είναι η μόνη στο έργο του Λόρενς, ο οποίος μας έδωσε μια σειρά από λιγότερο γνωστές, σε σχέση με την Αννα Καρένινα, αλλά εξίσου εμβληματικές, γυναικείες μορφές, όπως την Ούρσουλα στο «Ουράνιο τόξο» και την Γκούντρουν στις «Ερωτευμένες γυναίκες».

Η Κάρμεν

Στα ζευγάρια των ερωτευμένων στη λογοτεχνία, πάντα τα ισχυρότερα πρόσωπα είναι γυναίκες. Στην «Κάρμεν» του Προσπέρ Μεριμέ η ομώνυμη ηρωίδα είναι σαφέστατα το κυρίαρχο πρόσωπο – και όχι ο τρελαμένος Χοσέ που στο τέλος τη σκοτώνει όταν εκείνη τον εγκαταλείπει. Στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» κυριαρχεί η Ιουλιέτα, γιατί στο πρόσωπό της ακτινοβολεί όχι μόνο ο δικός της έρωτας, αλλά και το πάθος του Ρωμαίου. Η Κόνι είναι που κυρίως μας ενδιαφέρει στον «Εραστή της λαίδης Τσάτερλι» και όχι τόσο το αντικείμενο του πόθου της, ο δασοφύλακας Μέλορς, που έχουμε την αίσθηση ότι θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε άλλος, ενώ εκείνη παραμένει μοναδική. Οταν η Κόνι αποφασίζει στο τέλος να ζήσει μαζί του, δεν αφήνει πίσω της το παρελθόν της, αλλά τον κόσμο της διεφθαρμένης και ανίκανης αριστοκρατίας. (Η σεξουαλική ανικανότητα του συζύγου της, λόρδου Τσάτερλι, είναι φυσικά μια μεταφορά για τη βρετανική αριστοκρατία και το τι αντιπροσωπεύει σύμφωνα με τον Λόρενς).

Είχα τη μεγάλη τύχη να παρακολουθήσω το 1984 την εκπληκτική παράσταση της «Κάρμεν» από τον Πίτερ Μπρουκ στο Lincoln Center της Νέας Υόρκης. Ο ιδιοφυής σκηνοθέτης, μετά το τέλος της παράστασης, συνομιλώντας με το κοινό, τόνισε πως έδωσε έμφαση στο κείμενο του Προσπέρ Μεριμέ, γι’ αυτό και τις άριες της ομώνυμης όπερας του Μπιζέ τις μετέτρεψε σε τραγούδια.

Στην τελευταία σκηνή του έργου, όπου ο – εγκαταλελειμμένος από την Κάρμεν – Χοσέ τη μαχαιρώνει, δεν είναι η Κάρμεν που πεθαίνει. αλλά εκείνη που δεν μπορεί να την έχει παρά μόνον όποιος και όταν η ίδια θέλει. Ο Χοσέ, όμως, φτάνει στα άκρα: αν δεν είναι αυτός που θα την κατέχει δεν θα ανήκει σε κανέναν. Αλλά η ίδια, γνωρίζοντας κατά βάθος πως αυτό θα είναι το τέλος, δεν θέλει να απιστήσει στον εαυτό της. Γι’ αυτό και στην τελευταία σκηνή ο Πίτερ Μπρουκ τη βάζει να σχηματίζει με κοκκινόχωμα έναν κόκκινο κύκλο. Το κόκκινο είναι το χρώμα του πάθους. Και ο κύκλος σημαίνει πως έτσι κλείνει και τελειώνει η ζωή, επιστρέφοντας στον θάνατο – την ακραία κατάληξη του πάθους. Οταν, όμως, η Κάρμεν μπαίνει μέσα στον κύκλο αυτόν, τούτο δεν σημαίνει μόνο ότι έτσι οδηγείται στο τέλος της ζωής. Ο κύκλος στους παλιούς πολιτισμούς – και ως έναν βαθμό στον νεότερο κόσμο – είναι σύμβολο αθανασίας. Επομένως και το πάθος δεν μπορεί παρά να αποτελεί έκφραση του παντοτινού. (Σημειωτέον ότι «carmen» στα λατινικά σημαίνει το ξόρκι, την επωδό και το ποίημα).

«Η κυρία με τις καμέλιες»

Ακόμη και τα μέτρια λογοτεχνικά έργα, αν η ηρωίδα που αναδεικνύουν είναι αντιπροσωπευτική, έχουν συχνά τη δύναμη όχι απλώς να επιβιώνουν, αλλά και να προκαλούν συγκινήσεις δυσανάλογης κάποτε έντασης σε σχέση με την καθαυτό λογοτεχνική τους αξία. Τέτοια είναι η «Κυρία με τις καμέλιες» του Αλεξάνδρου Δουμά υιού. Την ηρωίδα του, Μαργαρίτα Γκοτιέ, τη γνωρίζουν ακόμη και όσοι δεν διάβασαν το μυθιστόρημα, δεν είδαν την όπερα του Βέρντι «La Traviata», όπου παρουσιάζεται με το όνομα «Βιολέτα Βαλερί», δεν είδαν κανένα από τα μπαλέτα, τις κινηματογραφικές ή τις θεατρικές μεταφορές του έργου. Ξέρουν πως τον ατελέσφορο έρωτα του νεαρού ήρωα Αρμάνδου με την εταίρα Μαργαρίτα Γκοτιέ τον σταματούν στο τέλος η κοινωνία, η αρρώστια και ο θάνατος. Η αρρώστια (η φθίση εν προκειμένω, έμμονη ιδέα των ρομαντικών) ήταν γραφτό να μεταφέρει το ερωτικό ρίγος, το οποία διαπερνά όλο το έργο με απαράμιλλη δύναμη, προκαλώντας απίστευτες συγκινήσεις – και σε διαφορετικές χώρες, κοινωνίες και πολιτισμούς.

Η Ευγενία Γκραντέ

Ο μεγάλος έρωτας φαντάζει πολύ μεγαλύτερος όταν αποκτά το νόημα της θυσίας. Αν μια γυναίκα ερωτευθεί βαθιά, ερωτεύεται για πάντα. Τέτοια είναι η Ευγενία Γκραντέ στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μπαλζάκ. Οταν ο αγαπημένος της, έπειτα από πολύχρονη απουσία, επιστρέφει και της ανακοινώνει ότι θα παντρευτεί άλλη, εκείνη δεν θα προσπαθήσει ούτε να τον εκδικηθεί ούτε να τον φέρει ξανά κοντά της. Θα παντρευτεί κι εκείνη άλλον, υπό τον όρο που θέτει στον σύζυγό της – κι εκείνος τον δέχεται, γιατί η Ευγενία είναι πάμπλουτη – ότι ο γάμος τους θα είναι λευκός, επειδή εκείνη «έχει στην καρδιά της ένα αίσθημα που δεν μπορεί να το ξεριζώσει». Η μπαλζακική εκδοχή είναι ακραία, όμως υπάρχει πλήθος περιπτώσεων, ακόμη και στην εποχή μας, όπου γυναίκες αναγκάστηκαν για ποικίλους λόγους να παντρευτούν άλλους από εκείνους που αγάπησαν και τον αληθινό έρωτά τους να μην τον ξεχάσουν ποτέ.

Ο Μάριος και η Τιτίκα στους «Αθλίους» του Βίκτωρος Ουγκό είναι από τα πιο διάσημα ρομαντικά ζευγάρια, ο έρωτας του οποίου έχει αίσιο τέλος. Η ιστορία τους, βέβαια, είναι μία από τις πολλές που διαπλέκονται στο περίτεχνο αυτό μυθιστόρημα, στο οποίο «στενάζουν καρδιές κάτω από την πέτρα».

Την Πέμπτη οι ερωτευμένοι θα ανταλλάξουν, μαζί με τα άλλα δώρα, και κάρτες, λουλούδια και σοκολατένιες καρδιές. Σήμερα ίσως να μη στενάζουν πλέον τόσες καρδιές κάτω από την πέτρα, όμως το χαμόγελο και ο στεναγμός παραμένουν, ακόμη και αν εκφράζονται με ένα SMS, με ένα μήνυμα που αποστέλλεται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μία φωτογραφία ή ένα δάκρυ επάνω στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή.

-Ο Αναστάσης Βιστωνίτης είναι συγγραφέας και συντάκτης του «Βήματος». Τελευταίο του βιβλίο «Τα ρόδα της Αχερουσίας» (εκδ. Ροές).