Αφορμή για το γράμμα αυτό στάθηκαν τόσο ο Θ. Πάγκαλος όσο -και παλαιότερα – ο Α. Τσίπρας και οι απαξιωτικές αναφορές στον Μαυρογιαλούρο και οι χαρακτηρισμοί τους για Μαυρογιαλούρους Ελληνες πολιτικούς. Υποθέτω ότι και οι 2 αλλά και άλλοι πολιτικοί, οι οποίοι έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιήσει το παράδειγμα αυτό, έχουν δει την ταινία.
Δυστυχώς δεν είμαι όμως και τόσο σίγουρος ότι κατανόησαν ποιος πραγματικά είναι ο χαρακτήρας που υποδύθηκε ο εξαίρετος Λ. Κωνσταντάρας στην ταινία αυτή. Ναι σίγουρα ο Μαυρογιαλούρος είναι ένας φαύλος, αστείος, αυτάρεσκος πολιτικός και υπουργός. Θα έλεγε κανείς ότι μοιάζει με την πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτικών, οι οποίοι είναι εθισμένοι θα έλεγε κανείς στην δημοσιότητα και στα προνόμια που προσφέρει η θέση τους. Ασχολούνται από την στιγμή που θα εκλεγούν με την επόμενη εκλογική αναμέτρηση που θα τους διατηρήσει στο κοινοβούλιο και στην επικαιρότητα.
Σχεδιάζουν ή μάλλον σχεδιάζουν άλλοι για αυτούς τα «έργα» που θα γίνουν για να ξαναψηφιστούν από τους ψηφοφόρους τους. Το μαιευτήριο της Πλατανιάς, το γεφύρι του Αγριλου, φαραωνικά Ολυμπιακά έργα, Νοσοκομεία χωρίς προσωπικό, Πανεπιστήμια χωρίς φοιτητές, Εθνικές Οδοί που στον 1ο χρόνο λειτουργίας θέλουν μπαλώματα, Διόδια ή απλά τα εγκαίνια της επόμενης μακέτας. (Οι γυναίκες και οι πολιτικοί πρέπει να προσέχουν τις περιφέρειες τους, – πρέπει να θυμίζουμε στους παλιοχωριαταραίους τι έχουμε κάνει για αυτούς- αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μαυρογιαλούρος στον συνάδελφο του υπουργό που υποδύθηκε ο Γ. Γαβριηλίδης).
Γύρω από αυτούς ένα τεράστιο σύμπλεγμα διαπλεκομένων. Πολιτευτές, Δημοτικοί άρχοντες, επιχειρηματίες, έχοντες και κατέχοντες, παρατρεχάμενοι των πολιτικών, επίορκοι δημόσιοι υπάλληλοι κ.α. Οι οποίοι φάγανε – φάγανε – φάγανε – φάγανε και θα ξαναφάνε στην πρώτη ευκαιρία. Φταίνε μόνο αυτοί; Όχι. Φταίμε και όσοι τους ψηφίζουμε και αντιμετωπίζουμε τον βουλευτή σαν «βολευτή» των συμφερόντων μας, με τα ρουσφέτια μας όπως του νεαρού στο έργο οποίος θέλει να γλυτώσει την αποβολή γιατί έριξε το γιαούρτι στην φαλάκρα του Γυμνασιάρχη και βάζει σαν μέσον την κόρη του Μαυρογιαλούρου.
Ο Μαυρογιαλούρος όμως έφτασε σε ένα επίπεδο αυτογνωσίας ζηλευτό για έλληνα πολιτικό. Συνειδητοποίησε ότι από την στιγμή που δεν ελέγχεις ως πολιτικός την κατάσταση και οι γύρω σου σε κοροϊδεύουν ή διαφωνείς με αυτήν, τότε καλύτερα να παραιτείσαι (ο ήρωας διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να παραμείνει υπουργός κάτω από αυτές τις συνθήκες και αποσύρθηκε «ως ακατάλληλος προς βρώσιν» σύμφωνα με δική του δήλωση ). Δεν μένεις και όταν έρχεται ο καιρός να δημιουργήσεις ένα κόμμα, λες εγώ διαφωνούσα τότε, αλλά το κράτησα μυστικό.
Ο Μαυρογιαλούρος στην ταινία είχε το σθένος να παραιτηθεί, δεν μπορώ να πω όμως ότι οι πολιτικοί μας έχουν το ίδιο σθένος σήμερα. Ακόμα και εάν εν γνώση τους κοροϊδεύουν και κοροϊδεύονται. Ο Μαυρογιαλούρος προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Αποφάσισε ότι αφού δεν μπορεί να βάλει σε τάξη το υπουργείο του τουλάχιστον ας βάλει σε τάξη το σπίτι του. Δεν νομίζω ότι υπάρχει Έλληνας πολιτικός που θα έκανε το ίδιο. Γιατί συνήθως συμβαίνει το αντίθετο. Αφού δεν μπορώ να βάλω τάξη στο σπίτι μου, ας βάλω τάξη στην χώρα ( δεν μπορείς να θες να βάλεις σε τάξη την οικονομία μιας χώρας όταν έχεις τους υπαλλήλους στο κόμμα σου απλήρωτους και αυτοί ζουν με δανεικά). Δεν υπάρχει ελπίδα; Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει.
Θέλω να πιστεύω ότι αλλάζοντας ο ψηφοφόρος θα αλλάξει και ο πολιτικός. Αλλιώς κινδυνεύουμε να ξυπνήσουμε ένα ωραίο πρωί, να κοιταχθούμε στον καθρέφτη και το μόνο που θα αντικρύσουμε είναι το πρόσωπο του «Γιωργάκη» του ιδιαίτερου του υπουργού ή ακόμα χειρότερα το – αποκρουστικό- πρόσωπο ενός Γκρούεζα.