Βρετανοί επιστήμονες παρουσίασαν το κρανίο που θεωρείται πως ανήκει στον βασιλιά Ριχάρδο τον Γ΄ -κάτι που αναμένεται να επιβεβαιώσουν μέσα στις επόμενες ώρες τα τεστ DNA.
Αφού ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των τεστ DNA, στη συνέχεια οι επιστήμονες θα συγκρίνουν τα λείψανα με το δείγμα DNA από δυο απόγονους του μονάρχη, μια γυναίκα στον Καναδά κι έναν λονδρέζο επιπλοποιό. Κατόπιν, οι αρχαιολόγοι θα προχωρήσουν στην ψηφιακή αναδόμηση του προσώπου του άγγλου βασιλιά, με βάση το κρανίο του.
Τον σκελετό έφερε στο φως τον περασμένο Σεπτέμβριο μια ομάδα αρχαιολόγων από το πανεπιστήμιο του Λέστερ, μετά από ανασκαφή που έγινε στο σημείο όπου ήταν το παρεκκλήσι Γκρεϊφράιαρς που είχε θαφτεί ο Ριχάρδος -στον ίδιο χώρο σήμερα βρίσκεται το πάρκινγκ μιας κοινωνικής υπηρεσίας.
Ο βασιλιάς Ριχάρδος ο Γ’, γνωστός κι ως «καμπούρης» – επειδή έπασχε από οξεία σκολίωση, απαθανατίστηκε από το ομώνυμο έργο του Σαίξπηρ και την περίφημη κραυγή «Το βασίλειό μου για ένα άλογο».
Οι αρχαιολόγοι ισχυρίστηκαν ότι ο σκελετός χρονολογείται στον 15ο αιώνα και ταιριάζει με τη «σωματική ανωμαλία» που παρατηρείται σε σκελετούς ανθρώπων που πέθαναν κατά τη διάρκεια μάχης.
«Το κρανίο είναι σε εξαιρετική κατάσταση και μπορεί να μας δώσει λεπτομερείς πληροφορίες», τονίζει η αρχαιολόγος Τζο Απλμπι από το πανεπιστήμιο του Λέστερ, προσθέτοντας πως «εξετάζουμε εξονυχιστικά τον υπόλοιπο σκελετό για τυχόν ίχνη που να παραπέμπουν σε έναν βίαιο θάνατο».
Ο Ριχάρδος ο Γ΄, που στέφθηκε βασιλιάς της Αγγλίας τον Ιούλιο του 1483 στο Αβαείο του Ουέστμινστερ, σκοτώθηκε στις 22 Αυγούστου 1485 στη μάχη του Μπόσγουορθ, κατά τον εμφύλιο μεταξύ του Οίκου του Λάνκαστερ και του Οίκου της Υόρκης (γνωστού κι ως «Πολέμου των Ρόδων»). Η σωρός του μεταφέρθηκε σε ένα μοναστήρι των Φραγκισκανών στο Λονδίνο, ωστόσο με το πέρασμα του χρόνου η ακριβής τοποθεσία του τάφου του παρέμεινε άγνωστη.
Τόσο ο Σαίξπηρ, όσο και οι Τυδώρ, η οικογένεια που τον νίκησε, εξασφάλισαν ότι ο Ριχάρδος ο Γ’ θα μείνει στην ιστορία ως «κακός», καθώς πολλοί ιστορικοί πιστεύουν πως ήταν υπεύθυνος για τον φόνο των νεαρών ανιψιών του, του βασιλιά Εδουάρδου του Ε’ και του πρίγκιπα Ριχάρδου, που εξαφανίστηκαν ενώ ήταν κρατούμενοι στον Πύργο του Λονδίνου.